Δικαιοσύνη και πλειστηριασμοί: Με την κοινωνία ή με τις τράπεζες;

Την περασμένη Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2013, στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου, στο πλαίσιο διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, ενώπιον του προέδρου κ. Θωμά Δουκάκη, συζητήθηκε αίτηση αναστολής Εκτέλεσης Πλειστηριασμού της εταιρείας “Κ…. & ΣΙΑ ΕΕ” κατά πιστωτικού ιδρύματος. 

Η υπόθεση αυτή, θα μπορούσε να είναι μια καθημερινή, συνηθισμένη – άρα και ανάξια ειδικής αναφοράς – υπόθεση, ωστόσο, για μια σειρά από παραμέτρους, κρίνεται σημαντική, αναλόγως δε της έκβασής της, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, κατά τα επόμενα στάδιά της, και ιστορική για τα δεδομένα της ελληνικής δικαιοσύνης.

Πρώτη παράμετρος είναι η χρονική συγκυρία κατά την οποία το ζήτημα των πλειστηριασμών απασχολεί ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, που γονατισμένη και εξουθενωμένη από τις διαλυτικές συνέπειες της ύφεσης, αδυνατεί να υπερασπιστεί και τα θεμελιώδη κεκτημένα της. Μια κοινωνία που δεν έχει πια ερείσματα για να στηριχθεί, εναποθέτει τις ελπίδες της στον μοναδικό θεσμό που μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα στην καταστρατήγηση Συντάγματος και νόμων, στο όνομα δήθεν της “σωτηρίας” της χώρας. Στον θεσμό της Δικαιοσύνης, στους Έλληνες δικαστές. 

Δεύτερη παράμετρος: Η εσκεμμένη επικέντρωση της συζήτησης στην προστασία της πρώτης κατοικίας, δεν καταδεικνύει απλώς το πόσο αποφασισμένοι είναι δανειστές και εντολοδόχοι τους να εκθεμελιώσουν και να εξαθλιώσουν έτι περαιτέρω την ελληνική κοινωνία. Παράλληλα φανερώνει την επιδίωξή τους να “νομιμοποιήσουν” τεχνηέντως στη συνείδηση της κοινής γνώμης την διαδικασία κατάσχεσης και πλειστηριασμού κάθε περιουσιακού στοιχείου, ώστε να θεωρηθεί μείζον επίτευγμα και “παραχώρηση” αν σου επιτρέψουν τουλάχιστον να διατηρήσεις ένα “κεραμίδι πάνω από το κεφάλι σου”. Τα υπόλοιπα περιουσιακά σου στοιχεία, τα θεωρείς εκ προοιμίου ξεγραμμένα. 

Τρίτον και βασικότερον,
 η είδηση περί των νουθεσιών της Ρωσίδας υπαλλήλου της τρόικας στους Έλληνες δικαστές, για να τους υποδείξει με ποιο τρόπο θα πρέπει να χειριστούν το ζήτημα των πλειστηριασμών, κατά τις εντολές των δανειστών, με την χλιαρή διάψευση από πλευράς υπουργείου Δικαιοσύνης, που κανένα δεν έπεισε,  αποκάλυψε τον στόχο τους,  να καταρρακώσουν το κύρος, την ανεξαρτησία, την αξιοπιστία και το αδέκαστο της δικαιοσύνης, να την εμφανίσουν ως ένα ακόμη κρίκο του συστήματος, πλήρως ελεγχόμενη και κατευθυνόμενη από το πολιτικο-οικονομικό κατεστημένο. Εγχώριο και ξένο.

Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι φανερό ότι μόνο οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης μπορούν να προστατεύσουν το θεσμό που υπηρετούν, για να σωθεί ό,τι είναι δυνατόν, από μια κοινωνία που ενώ έχει αγγίξει τα όρια της, καθημερινά συνθλίβεται και οδηγείται στην εξαθλίωση. Αν δεν μπορεί η Δικαιοσύνη και οι δικαστές, τότε ποιός; 


Το ιστορικό της υπόθεσης

Ας δούμε, εν συντομία το ιστορικό της προαναφερθείσας υπόθεσης, για να γίνει αντιληπτό, τι ακριβώς διακυβεύεται στην συγκεκριμένη υπόθεση.
Η αιτούσα την αναστολή του πλειστηριασμού εταιρεία, κατέθεσε πρώτη αγωγή κατά του πιστωτικού ιδρύματος, με αίτημα να αναγνωριστεί ότι η δανειακή σύμβαση είναι ΑΚΥΡΗ. Η εν λόγω αγωγή προσδιορίστηκε να δικαστεί εντός του έτους 2015. Η δανείστρια τράπεζα, αν και υφίστατο η παραπάνω εκκρεμοδικία, εξέδωσε διαταγή πληρωμής κατά της εταιρείας. Η εταιρεία από την πλευρά της, ανέκοψε την διαταγή πληρωμής, ζητώντας αυτή να ακυρωθεί  ή και να εξαφανισθεί, για τον δικονομικό λόγο της εκκρεμοδικίας. Δηλαδή, αν και εκκρεμεί κύρια δίκη που αφορά την εγκυρότητα ή την ακυρότητα της αρχικής δανειακής σύμβασης, η δανείστρια τράπεζα έσπευσε να αιτηθεί την έκδοση της σχετικής διαταγής πληρωμής, βάσει όμως της δανειακής σύμβασης, η εγκυρότητα της οποίας συζητείται το 2015.

Σε τρίτο χρόνο και αφού η εταιρεία ανέκοψε την προαναφερθείσα διαταγή πληρωμής, κατέθεσε νέα αγωγή, κατά της τράπεζας, ζητώντας αποζημίωση 300.000 ευρώ λόγω βλάβης που η τελευταία της προξένησε, εξαιτίας της παράνομης (κατά τον αγώγιμο ισχυρισμό) λειτουργίας της.

Στην αντεπίθεση, η τράπεζα, αν και εκκρεμεί η συζήτηση της ανακοπής της διαταγής πληρωμής, έσπευσε να εκτελέσει την εν λόγω διαταγή, σε βάρος της εταιρείας, βγάζοντας στον πλειστηριασμό το ακίνητο, στο οποίο έχει έδρα και δραστηριοποιείται η εν λόγω εταιρεία (βιοτεχνία αεραγωγών).
Επί του πλειστηριασμού, η εταιρεία άσκησε ανακοπή, ζητώντας να ακυρωθεί ο πλειστηριασμός, με τον ισχυρισμό ότι η τράπεζα ανήθικα προέβη σε πλειστηριασμό, αφού εκκρεμούν όλα τα παραπάνω δικαστήρια μεταξύ και ενώ δηλαδή δεν έχει κριθεί, πρώτον, εάν η διταγή πληρωμής είναι σύννομη και άρα έγκυρη και δεύτερον και βασικότερο, εάν η δανειακή σύμβαση, εξαιτίας της οποίας εκδόθηκε η επίδικη και ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, έναι έγκυρη ή άκυρη.

Επί της ανακοπής λοιπόν του πλειστηριασμού, η εταιρεία ζήτησε την αναστολή του πλειστηριασμού μέχρι – κατ’ αρχάς – την έκδοση απόφασης επί της εγκυρότητας ή μη της διαδικασίας εκτέλεσης, δηλαδή μέχρι να συζητηθεί η δεύτερη ανακοπή της εταιρείας. Την παραπάνω αίτηση αναστολής κλήθηκε να αποφασίσει ο πρόεδρος του Μονομελούς πρωτοδικείου Ρόδου κ. Θωμάς Δουκάκης, ο οποίος επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του αύριο Δευτέρα. 9 Δεκεμβρίου 2013.
Συνήγορος της εταιρείας είναι ο “συνήθης ύποπτος” Αθηναίος δικηγόρος Λεωνίδας Στάμος, που απασχόλησε πριν από λίγους μήνες την τοπική επικαιρότητα, ο οποίος είναι και δικηγόρος του Κινήματος Υπέρβαση. 

Η βιασύνη της τράπεζας

Από τα παραπάνω προκύπτει ξεκάθαρα η σπουδή και η βιασύνη της τράπεζας να εκδώσει διαταγή πληρωμής και να βγάλει σε πλειστηριασμό το ακίνητο, πριν εκδικαστεί επί της ουσίας η υπόθεση,όσον αφορά δηλαδή την νομιμότητα ή μη της δανειακής σύμβασης. Με σκοπό προφανώς να αποτρέψει τον δανειολήπτη να προχωρήσει στην επί της ουσίας εκδίκαση της υπόθεσης, αφού, χάνοντας το ακίνητό του, δεν θα είχε πλέον κανένα λόγο να το κάνει.  

Η υπόθεση αυτή, ωστόσο, ξεφεύγει από τη συνήθη συζήτηση περί πλειστηριασμών, αφού σε περίπτωση που η Δικαιοσύνη κληθεί να αποφανθεί επί της νομιμότητας ή μη των δανειακών συμβάσεων, μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και δανειοληπτών, τότε ενδέχεται το τραπεζικό κατεστημένο της χώρας να δεχτεί ένα ισχυρότατο πλήγμα, που είναι σαφές ότι θα επιχειρήσει με κάθε τρόπο να αποτρέψει. Εξ ου και η εσπευσμένη έκδοση διαταγής πληρωμής που θα οδηγήσει στον πλειστηριασμό του ακινήτου και θα αποτρέψει τον δανειολήπτη από τα επόμενα στάδια της εκκρεμοδικίας, τα οποία, στην περίπτωση που προηγηθεί ο πλειστηριασμός, καθίστανται άνευ αντικειμένου.

Το Σύμφωνο της Βασιλείας

Ποιό είναι όμως το νομικό “οπλοστάσιο” με το οποίο η εταιρεία δίνει την μάχη κατά της τράπεζας; Ο αρχικός αγώγιμος ισχυρισμός με τον οποίο ζητά την αναγνώρισξ της ακυρότητας της δανειακής σύμβασης, συνοψίζεται στο εξής: Η εν λόγω τράπεζα, παρανόμως και ανήθικα προέβη σε υπερδανεισμούς, ξεπερνώντας κατά πολύ την δυνατότητα που ο Νόμος της έδινε. Νομικά μιλώντας, η εν λόγω τράπεζα, παρανόμως λειτουργώντας, δάνεισε πέραν των δυνατοτήτων της, βάσει της κεφαλαιακής της επάρκειας, παραβαίνοντας έτσι το Σύμφωνο της Βασιλείας Ι και ΙΙ όπως αυτό ενσωματώθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τις ευρωπαϊκές οδηγίες 12/2000 και 48+49/2006 αντιστοίχως.

Η κρισιμότητα της απόφασης

Κατόπιν αυτών, γίνεται απολύτως σαφές για ποιο λόγο είναι κρίσιμο, να δοθεί η δυνατότητα εκδίκασης της συγκεκριμένης υπόθεσης επί της ουσίας της, δηλαδή επί της νομιμότητας ή μη της δανειακής σύμβασης, με βάση το Σύμφωνο της Βασιλείας. 
Το τραπεζικό κατεστημένο της χώρας, είναι πιθανό να δεχθεί τότε ένα ηχηρό ράπισμα, που θα ανατρέψει τα δεδομένα, σε μια χώρα που εξαθλιώνεται δανειζόμενη δισεκατομμύρια, για να ανακεφαλαιώνει τις τράπεζες κι εκείνες να το ανταποδίδουν βγάζοντας στο σφυρί της περιουσίες όσων εξαθλιώθηκαν για τη σωτηρία του τραπεζικού συστήματος.  Η Δικαιοσύνη, είναι η μόνη που μπορεί να δώσει στον εαυτό της τη δυνατότητα της ουσιαστικής και όχι απλώς της τυπικής παρέμβασης σε ένα μείζον νομικό και κοινωνικό θέμα. Και σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που σήμερα χάνουν σπίτια, , εργασιακούς χώρους και περιουσίες, λίγο περισσότερο χρόνο και μια ευκαιρία.

 Ρένα Παυλάκη – Διακίδη

www.grafida.net

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *