Να βρει λύσεις που θα επιτρέψουν τη εκ βάθρων αναδιάρθρωση του ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικου συστήματος μέσα σε πολύ στενά χρονικά όρια η κυβέρνηση καθώς η βιωσιμότητα του συστήματος αμφισβητείται και η οικονομική κατάσταση του Δημοσίου δεν επιτρέπει τη χρηματοδότησή του από τον προϋπολογισμό. Μπροστά σε αυτό το διπλό αδιέξοδο Αλέξης Τσίπρας και Ζαν Κλωντ Γιούνεκρ έθεσαν από κοινού τις βάσεις για τη συνδιαμόρφωση κοινά αποδεκτής λύσης με κριτήριο την προστασία των αδυνάτων και τη ισορροπία του συστήματος. Με τη χώρα να πλήττεται από τη χειρότερη οικονομική κρίση της ιστορίας, την ανεργία να ξεπερνά το 30% και το ΑΕΠ να έχει συρρικνωθεί κατά 25% στην πενταετία και τα αποθεματικά των Ταμείων να έχουν κουρευτεί από το PSI οι επιλογές είναι περιορισμένες.
Την ίδια ώρα κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ έχουν ανάγει σε εθνική κόκκινη γραμμή το ζήτημα της μείωσης των συντάξεων (κύριων και επικουρικών), ενώ έχει ανασταλλεί (από την προηγούμενη κυβέρνηση) η ενεργοποίηση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στα ασφαλιστικά Ταμεία, κάτι που θα οδηγούσε σε ντε φάκτο μείωση των επικουρικών και ενδεχομένως και κάποιων κυρίων συντάξεων.
Την ίδια ώρα τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη το σύστημα ζεύξης Δημόσιας και Ιδιωτικής ασφάλισης δεν έχει αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα καθώς δεν έχει βρεθεί σημείο ισορροπίας για τη διαχείριση και τον επιμερισμό του ρίρκου.
Στην πραγματικότητα το ασφαλιστικό σύστημα καταρρέει καθώς δεν διαθέτει ίδιους πόρους να συντηρηθεί, μετά το κούρεμα, οι εισφορές από τους εργαζομένους είναι πολύ χαμηλές λόγω της κρίσης και οι συνταξιοδοτήσεις σε έξαρση λόγω των προγραμμάτων εθελουσίας και της εργασιακής ανασφάλειας.
Σε αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει με την τρόικα την εισαγωγή πέναλτι για τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, την κατάργηση των περισσοτέρων περιπτώσεων και την δημιουργία αντικινήτρων. Ανοιχτό παραμένει όμως το ζήτημα τς κάλυψης του κενού στα ασφαλιατικά ταμεία το οποίο -σύμφωνα με την κυβέρνηση- πρέπει να γίνει χωρίς μειώσεις συντάξεων, ενώ παράλληλα υπάρχει και η δέσμευση για περαιτέρω μείωση των εργοδοτικών εισφορών στο πλαίσιο της μείωση τους εργασιακού κόστους για τις επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με έκθεση του ΚΕΠΕ αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα κατατάσσεται ανάμεσα στις χώρες με τις υψηλότερες συντάξεις και τα υψηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης τα οποία πριν λίγο διάστημα ξεπερνούσαν ακόμα και το 100%.
Το ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό θεωρείται το μεγαλύτερο εμπόδιο στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ωστόσο από την πλευρά της, παρά τα βήματα που έχουν γίνει, ζητά νέα μέτρα για την αντιμετώπιση της αύξησης του προσδόκιμου ζωής και της υπογεννητικότητας. Και οι δύο αυτοί παράμετροι επιδεινώνουν το συνταξιοδοτικό ανεβάζοντας κατακόρυφα τις δαπάνες.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην τρίτη θέση από το τέλος με τις συνταξιοδοτικές δαπάνες να ξεπερνούν το 14%, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να παραμένουν συγκεκριμένα στο 14,3% του ΑΕΠ για τα επόμενα χρόνια.
Στις μεταρρυθμίσεις για την μείωση των επιπτώσεων πρέπει να ενταχθεί και το σύστημα πολλαπλών πυλώνων ασφάλισης ο οποίο θα πρέπει να συγκροτηθεί με την συνεισφορά του ιδιωτικού τομέα.
Τα θέματα τέλος που θα πρέπει να καθοριστούν ωστόσο μεταξύ των άλλων είναι:
– η προσαρμογή των συντάξεων, ώστε να απελευθερωθούν κρατικοί πόροι,
– η άντληση εγγυήσεων από πολλαπλές κατευθύνσεις για την διασπορά του ρίσκου
-η προσαρμογή της απασχόλησης, 4ος Πυλώνας.
– ο περιορισμός της αναπλήρωσης στο πρώτο πυλώνα από 80% στο30% με 40%