Οι εισηγμένες ευρωπαϊκές τράπεζες που συμμετείχαν στα stress tests της EBA θα πρέπει να αντλήσουν περίπου 900 δισ. ευρώ για να πείσουν τους επενδυτές ότι έχουν επαρκή κεφάλαια για να αντέξουν μια νέα κρίση, σύμφωνα με τα δικά τους stress tests που “έτρεξαν” 3 κορυφαίοι ακαδημαϊκοί.
Ο Sascha Steffen, καθηγητής στο University of Mannheim και οικονομολόγος του ινστιτούτου ZE, και οι οικονομολόγοι Viral Acharya του NYU Stern και Diane Pierret του Πανεπιστημίου της Λωζάνης υποστηρίζουν ότι τα ευρωπαϊκά stress tests είναι μια αποτυχία, γιατί δεν αντικατοπτρίζουν επαρκώς τους πραγματικούς κινδύνους για τις τράπεζες.
Επισημαίνουν ότι οι 34 εισηγμένες τράπεζες έχουν χάσει το 33% της λογιστικής τους αξίας μέσα στα τελευταία δύο χρόνια, ενώ εκτιμούν ότι πρέπει να αντλήσουν 882 δισ. ευρώ για να διατηρήσουν δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας CT1 στο 5,5%.
Μάλιστα, η Γαλλία έχει τις χειρότερες επιδόσεις, με τις τρεις γαλλικές τράπεζες που συμμετείχαν στα stress tests του 2016 (Societe Generale, Credit Agricole και BNPParibas) να χρειάζονται την υψηλότερη κεφαλαιακή απαίτηση, σχεδόν 250 δισ. ευρώ, ακολουθούμενες από τις τέσσερις εισηγμένες τράπεζες της Βρετανίας με 185 δισ. ευρώκαι τις έξι εισηγμένες τράπεζες της Ισπανίας, οι οποίες βρέθηκαν να έχουν έλλειμμα 116,6 δισ. ευρώ.
Οι Deutsche Bank και η Commerzbank παρουσιάζουν κεφαλαιακές ελλείψεις ύψους 114,4 δισ. ευρώ, ενώ οι 5 ιταλικές τράπεζες χρειάζονται 96,6 δισ. ευρώ.
ΤΑ ΤΕΣΤΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΤΟΧΕΣ
Ο τραπεζικός δείκτης στην Ευρώπη χάνει 30% από τις αρχές του έτους, ενώ είναι ο μόνος κλάδος που σημειώνει απώλειες την τελευταία τριετία, όταν η ευρύτερη ευρωπαϊκή αγορά μετοχών κινείται σε διψήφιο θετικό έδαφος.
Η ολοκλήρωση των stress tests των 51 ευρωπαϊκών τραπεζών δεν έχει επιφέρει προς ώρας το πολυπόθητο τέλος στις πιέσεις στις τιμές των μετοχών τους. καθώς οι διαχειριστές μετοχών δεν πείστηκαν από την αξιοπιστία του τεστ και των πορισμάτων του.
Οι αποτιμήσεις των τραπεζικών μετοχών επέστρεψαν στην περίοδο 2008-2009 και την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, με αποτίμηση 0,7 φορές την ενσώματη λογιστική τους αξία για το 2016.
Σε αυτές τις τιμές, πάντως, οι τράπεζες ήδη προεξοφλούν αρκετά αρνητικά στοιχεία, όπως ύφεση στην οικονομία, διατήρηση των αρνητικών επιτοκίων για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, πρόσθετες ρυθμιστικές αλλαγές και παρατεταμένη πολιτική αβεβαιότητα.