Tου Νικου Γ. Ξυδακη
Συζητούσα με έναν φοιτητή Μαθηματικών, αριστούχο απόφοιτο καλού ιδιωτικού σχολείου, με διακρίσεις σε μαθηματικούς διαγωνισμούς. Από την τρέχουσα πολιτική ζωή ξεκινήσαμε, στις απαρχές του φιλελευθερισμού και τον Διαφωτισμό φτάσαμε.
Καθώς είχαμε πια μπει στο πεδίο της Ιστορίας, αντιλήφθηκα ότι ο αριστούχος είχε πέσει σε τρικυμία: τοποθετούσε τον Διαφωτισμό περίπου μαζί με την Αναγέννηση, λίγο μετά τον Μεσαίωνα, και σε διερευνητικές ερωτήσεις αποκαλυπτόταν διαρκώς ότι η γνώση του των αδρών ιστορικών περιόδων ήταν συγκεχυμένη, γεμάτη
ανακολουθίες και πρωθύστερα. Οι περίοδοι ήταν απλώς ονόματα σκόρπια μες στον χρόνο, μάλιστα ονόματα κενά, χωρίς περιεχόμενο, χαρακτηριστικά, φυσιογνωμία.
Ελαφρώς σοκαρισμένος, ο φοιτητής ομολόγησε ότι Νεότερη Ιστορία είχε διδαχθεί δυο-τρεις φορές στον σχολικό του βίο, και «τότε» τα ήξερε, έπαιρνε 18άρια και 19άρια, αλλά τώρα τα μπερδεύει. Καλά, Γεωγραφία δεν έμαθα ποτέ, αλλά Ιστορία νόμιζα ότι ξέρω, ψέλλισε εξομολογητικά. Τον παρηγόρησα λέγοντάς του, ότι η άγνοιά του δείχνει μάλλον την αποτυχία του σχολείου. Δεν του αρκούσε· ζήτησε κανένα καλό βιβλίο Ιστορίας. Δεν δεχόταν ότι το σχολείο του απέτυχε.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, με δική του πρωτοβουλία ξεκίνησε η δεύτερη φάση της ανοιχτής μας συζήτησης. Αφορμή, ο Εμφύλιος και η ταινία του Π. Βούλγαρη «Ψυχή βαθιά», την οποία του είχα συστήσει «χαλαρά» να την δει. Αποφασίσαμε με την παρέα να πάμε να δούμε την ταινία, άρχισε να λέει. Πώς κι έτσι; Να, προχθές είχαμε
μαζευτεί μια παρέα, παλιοί συμμαθητές, και μιλούσαμε για ταινίες. Ηρθε η κουβέντα και στην «Ψυχή βαθιά». Ενα παιδί, της Νομικής, είπε ότι ο Εμφύλιος είναι μια πολύ παλιά υπόθεση, προπολεμική. Μάς είπε ότι ήταν επί Βενιζέλου, τον μπέρδευε με τον Διχασμό… Δεν ήξερε ότι είχε τόσο πολλούς νεκρούς και ότι κράτησε μέχρι το ’49.
Καταλαβαίνεις τώρα, ο φίλος της Νομικής είναι άσος στην Ιστορία, 19.200 μόρια στις πανελλήνιες, 19,8 Ιστορία, δεν λέω για τους άλλους των Καλών Τεχνών, του Πολυτεχνείου και των Οικονομικών.
Και δεν ήξερε πότε έγινε ο Εμφύλιος; Ε, δεν το ήξερε, μας είπε ότι δεν το διάβασε ποτέ, ο Εμφύλιος δεν είναι στα θέματα SOS, δεν μπαίνει ποτέ στις εξετάσεις…
Αναχώνευα όσα μου διηγήθηκε ο νεαρός μαθηματικός περί Ιστορίας και μέσης εκπαίδευσης. Εμεινα περισσότερο στην κοινότοπη διαπίστωση περί αποτυχίας του σχολείου, ότι αυτό το τυπολατρικό σχολείο, ο διάδρομος για τα ΑΕΙ, έχει καταντήσει να παράγει ημιμαθείς και αγράμματους, να στραβώνει ακόμη και τα πιο προικισμένα
παιδιά. Μήπως είμαι υπερβολικός;
Θυμήθηκα όσα μου λένε κατά καιρούς φίλοι εκπαιδευτικοί, λαμπροί επιστήμονες και έμπειροι δάσκαλοι. Η Δ., χημικός με μάστερ επιστημολογίας, περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα τα σχολικά εγχειρίδια: Τα περισσότερα είναι για πολτοποίηση, γραμμένα στο πόδι, ή από ανθρώπους που δεν έχουν πατήσει ποτέ το πόδι τους σε σχολική αίθουσα, απευθύνονται σε 13χρονα, ενδεχομένως αλλοδαπά με ελλιπή γνώση ελληνικών, και τους μιλάνε σαν να είναι φοιτητές πανεπιστημίου… Η Δ. περιφρονεί το αναλυτικό πρόγραμμα και εφαρμόζει το δικό της: Πέντε πράγματα, να τους μείνουν, μήπως και μάθουν να σκέφτονται…Πέντε πράγματα… Ναι, αυτά που δεν κατορθώνουν να διδάξουν σε έξι χρόνια τα καλά ιδιωτικά σχολεία, πότε πέφτει η Αναγέννηση, πότε ο Διαφωτισμός, και γιατί φυλακίστηκε ο Κολοκοτρώνης, πώς διαβάζεται ο χάρτης, πού βρίσκεται η Βιρμανία
και πού τα Γιαννιτσά.
Ο Θ., πτυχιούχος του Φιλοσοφικού-Παιδαγωγικού-Ψυχολογικού τμήματος της Φιλοσοφικής, μου έλεγε πως τον έβαζαν να διδάσκει Αρχαία Ελληνικά στο γυμνάσιο που υπηρετεί. Καταλαβαίνεις τώρα, εγώ δεν έχω διδαχτεί Αρχαία στο πανεπιστήμιο, και πρέπει να διδάξω Ομηρο και Θουκυδίδη στο πρωτότυπο, με συντακτικό,
αναγνωρίσεις και λοιπά. Στα Νέα τουλάχιστον επιστρατεύω τις γνώσεις μου και το ψώνιο μου για τη λογοτεχνία…
Ο φιλόλογος Δ., διδάκτωρ νεοελληνιστής του Καποδιστριακού, μεταφέρει τη δική του εμπειρία από τα ακριβά σχολεία των βορείων προαστίων αλλά και από τα εσπερινά των λαϊκών συνοικιών. Το μέγα ζητούμενο είναι να αποκτήσουν τα παιδιά γλωσσικό αίσθημα, να συνδέσουν το κείμενο που διδάσκεται με τη γλώσσα που
μιλάνε, να δώσουν ονόματα στη σκέψη τους, στα αισθήματά τους. Είναι απαισιόδοξος: Κάθε χρονιά βλέπω ότι μπορώ να προσφέρω λιγότερα. Και κανείς δεν μου ζητά να είμαι καλύτερος, κανείς δεν αξιολογεί την εργασία μου, ο θεσμός του επιθεωρητή έχει καταργηθεί, οι σχολικοί σύμβουλοι δεν έχουν αποφασιστικό ρόλο, η
επιμόρφωση είναι ανύπαρκτη ή μαϊμού, οι καθηγητές βαριούνται ή απλώς είναι ανεπαρκείς…
Ο Δ., ο Θ., η Δ., άνθρωποι βαθιά καλλιεργημένοι, αφοσιωμένοι στα γράμματα και την επιστήμη, λόγιοι, με κοινωνική συνείδηση του ρόλου τους, δάσκαλοι εξ επιλογής, είναι όλο και πιο σκεπτικιστές καθώς περνούν τα χρόνια. Μιλούν με πόνο για το δημόσιο σχολείο, και περιγράφουν μια ιστορική καταστροφή: για μία και δύο γενιές παιδιών ημιμαθών, χωρίς εγκύκλια παιδεία, χωρίς στοιχειώδη εγγραμματοσύνη.
Σκεφτόμουν: Ο Δ., ο Θ., η Δ. είναι στα σαράντα ή τα πενήντα. Μήπως γκρινιάζουν, μήπως είναι υπερβολικά απαιτητικοί, υπερβολικά απαισιόδοξοι; Οχι, τους ξέρω χρόνια πολλά, είναι άνθρωποι φύσει αισιόδοξοι, δοτικοί, διεισδυτικοί, επιεικείς, ουσιαστικά κοινωνικοί και μοντέρνοι. Αλλωστε, η διερώτηση και η αμφισβήτηση
φωλιάζουν πια στους φρεσκοαπόφοιτους των λυκείων, αυτοί ανακαλύπτουν ότι έξι χρόνια αποστήθιζαν μόνο εξεταστέα ύλη. Και τώρα ανακαλύπτουν εμβρόντητοι ότι η γνώση δεν ήταν ποτέ στα SOS.