Στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) θα συζητηθεί την Παρασκευή μέρος των προσφυγών (ο συνολικός αριθμός τους είναι μεγάλος) κατά της απόφασης του υπουργού Οικονομικών η οποία επιβάλει το τέλος ακινήτων που εισπράττεται μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ.
Ειδικότερα, στην Ολομέλεια του ΣτΕ θα συζητηθούν, μεταξύ των άλλων, οι προσφυγές του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, του Σωματείου «Έλληνες Φορολογούμενοι», ιδιοκτητών ακινήτων και άλλων. Κεντρικός άξονας των επιχειρημάτων όσων έχουν προσφύγει είναι ότι το «χαράτσι» δεν είναι ειδικό τέλος, αλλά επιβολή νέου φόρου που είναι αντίθετο σε πλειάδα συνταγματικών διατάξεων και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) που προστατεύει την ιδιοκτησία.
Κατά την ακροαματική διαδικασία, η σύμβουλος Επικρατείας, Ευαγγελία Νίκα, θα αναπτύξει τους ισχυρισμούς των προσφευγόντων κατά του ειδικού τέλους, χωρίς ωστόσο να λάβει θέση επί των ισχυρισμών τους.
Την Πέμπτη κατατέθηκε μία ακόμη προσφυγή κατά του ειδικού τέλους από 17 ιδιοκτήτες ακινήτων -μεταξύ αυτών και δικηγόροι- οι οποίοι υποστηρίζουν και αυτοί ότι είναι αντισυνταγματικό. Στην προσφυγή αυτή για πρώτη φορά τίθεται ζήτημα για την επιβολή του τέλους στα διατηρητέα.
Συγκεκριμένα, οι προσφεύγοντες αναφέρουν ότι η επίμαχη υπουργική απόφαση προβλέπει ότι τα διατηρητέα απαλλάσσονται από το «χαράτσι» μόνο εφόσον είναι κενά, δεν επιφέρουν εισόδημα και δεν ιδιοκατοικούνται.
Όμως, η πρόβλεψη αυτή, σύμφωνα με τους ιδιοκτήτες ακινήτων, διευκολύνει την εγκατάλειψη και πάντως τη μη τακτική συντήρηση κτιρίων που έχουν ενταχθεί στην κατηγορία των διατηρητέων, με αποφάσεις των αρμόδιων υπουργείων. Ήδη, προσθέτουν, οι ιδιοκτήτες διατηρητέων επιβαρύνονται με μεγάλα χρηματικά ποσά για τη συντήρησή τους.
Με τον τρόπο αυτό, σημειώνουν, «τιμωρούνται οι επιμελείς κύριοι ή νομείς τους, που τα κατοικούν, τα φροντίζουν και τα συντηρούν, ως στοιχεία της εθνικής μας αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, με επιπλέον φορολογικό βάρος, αντί να ενθαρρύνονται προς την κατεύθυνση της διάσωσης και της συντήρησής τους». Και όλα αυτά, υπογραμμίζουν, τη στιγμή που η χώρα μας έχει επικυρώσει με νόμους διεθνείς συμφωνίες (πλέον των συνταγματικών προβλέψεων) για τη διάσωση και τη συντήρηση των διατηρητέων.