Αντιμέτωποι με την υποχρέωση πληρωμής φόρου υπεραξίας θα βρεθούν από το 2018 όσοι αποφασίσουν να πουλήσουν σπίτια, λοιπά κτίσματα, οικόπεδα ή αγροτεμάχια. Από τον Ιανουάριο επανέρχονται σε ισχύ οι διατάξεις του άρθρου 41 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος για την επιβολή φόρου υπεραξίας στις μεταβιβάσεις ακινήτων.
Οι διατάξεις για την επιβολή φόρου υπεραξίας στις πωλήσεις ακινήτων τέθηκαν σε ισχύ, για πρώτη φορά, το 2014 αλλά στη συνέχεια λόγω πλήθους προβλημάτων που ανέκυψαν κατά την εφαρμογή τους, ανεστάλησαν για την περίοδο από την 1η-1-2015 έως 31-12-2016 και στη συνέχεια και για την περίοδο από 1ης-1-2017 έως 31-12-2017 με νομοθετικές ρυθμίσεις που ψηφίστηκαν από τη Βουλή στα τέλη του 2016 αντίστοιχα.
Νέα αναστολή στην εφαρμογή των διατάξεων αυτών δεν πρόκειται όμως να δοθεί πλέον καθώς η κυβέρνηση και εκπρόσωποι των δανειστών συμφώνησαν να τις επαναφέρουν σε ισχύ από το νέο έτος.
Η εξέλιξη αυτή θα έχει ως συνέπεια να υποστεί άλλο ένα ισχυρό πλήγμα η ήδη καταβαραθρωμένη αγορά ακινήτων της χώρας μας. Εφόσον ο πωλητής έχει διακρατήσει το ακίνητο που μεταβιβάζει για πέντε τουλάχιστον έτη από τη στιγμή της απόκτησής του η υπεραξία που προκύπτει σύμφωνα με τα όσα προαναφέρθηκαν θα είναι αφορολόγητη μέχρι το ποσό των 25.000 ευρώ.
Πώς θα υπολογίζεται
Ο φόρος υπεραξίας θα επιβάλλεται από την 1η-1-2018 σε κάθε μεταβίβαση ακινήτου εφόσον η τιμή πώλησής του είναι μεγαλύτερη από την τιμή κτήσης του. Ο φόρος θα επιβάλλεται με συντελεστή 15% σε ένα ποσό υπεραξίας το οποίο θα προσδιορίζεται με βάση τη διαφορά μεταξύ τιμής κτήσης και τιμής πώλησης και με συνυπολογισμό συντελεστών απομείωσης της διαφοράς αυτής ανάλογα με το χρόνο που θα έχει παρέλθει μεταξύ της απόκτησης και της πώλησης του ακινήτου. Ο φόρος θα επιβαρύνει τον πωλητή του ακινήτου ενώ ο αγοραστής θα εξακολουθεί να επιβαρύνεται με φόρο μεταβίβασης 3% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
Ο συντελεστής απομείωσης θα κλιμακώνεται από 98,2% για δύο χρόνια διακράτησης έως 60% για περισσότερα από 26 έτη.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος