Για την αντιμετώπιση των εκροών καταθέσεων, την αγορά τίτλων του ελληνικού δημοσίου, την αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεων προς το εξωτερικό και τον περιορισμό της μείωσης του χαρτοφυλακίου των δανείων προς επιχειρήσεις νοικοκυριά, χρησιμοποιήθηκε η ρευστότητα που άντλησαν οι ελληνικές τράπεζες από το Ευρωσύστημα την τελευταία τριετία, μετά το ξέσπασμα της κρίσης.
Οπως επισημαίνει σε ανάλυσή της η Eurobank, πρόκειται για χρηματοδότηση ύψους 125 δισ. ευρώ, η άντληση των οποίων κατέστη δυνατή με τη χρήση κρατικών εγγυήσεων και άλλων στοιχείων του ενεργητικού των τραπεζών, χωρίς καμία επιβάρυνση στον προϋπολογισμό και με ετήσιο όφελος για το δημόσιο ύψους 1 δισ. ευρώ.
Η ένεση ρευστότητας, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει η τράπεζα, έχει χρησιμοποιηθεί, μεταξύ άλλων, για την κάλυψη των ακόλουθων αναγκών:
- Εκροή τραπεζικών καταθέσεων μεγαλύτερη των 75 δισ. ευρώ την τελευταία τριετία.
- Περί τα 43 δισ. και 15 δισ. ευρώ αντίστοιχα, για την αγορά νέων ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου καθώς και τη χρηματοδότηση υφιστάμενων θέσεων σε ελληνικά ομόλογα στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια.
- Αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεων εξωτερικού (wholesale funding) λόγω μη δυνατότητας ανανέωσης του δανεισμού.
- Διατήρηση του χαρτοφυλακίου δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
Η αδυναμία χρηματοδότησης της οικονομίας
Η Eurobank στην ίδια ανάλυση τονίζει ότι μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης (και ιδιαίτερα μετά τη σοβαρή επιδείνωση της κρίσης χρέους της Ελλάδας στα τέλη του 2009), οι εγχώριες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά έχουν αποσύρει περί το 30% των καταθέσεών τους από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Η μεγάλη αυτή εκροή έλαβε χώρα με σκοπό την κάλυψη τρεχουσών αναγκών λόγω της μεγάλης μείωσης των εισοδημάτων, καθώς επίσης και λόγω των εντεινόμενων φόβων για το ενδεχόμενο άτακτης χρεοκοπίας της χώρας.
Σημειώνεται ότι η συνολική εκροή καταθέσεων από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα την τελευταία τριετία είναι ακόμη μεγαλύτερη, αν σε αυτή συνυπολογιστεί και η απόσυρση καταθέσεων από κατοίκους του εξωτερικού.
«Για την αντιμετώπιση της μεγάλης εκροής καταθέσεων, τη χρηματοδότηση των τοποθετήσεών τους σε ομόλογα και
έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου, καθώς και την αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεών τους στο εξωτερικό, οι ελληνικές τράπεζες αύξησαν την εξάρτησή τους από τα έκτακτα μέτρα ρευστότητας του Ευρωσυστήματος, παρά τις συνεχείς πιέσεις για σημαντική μείωση της εξάρτησης αυτής» αναφέρουν οι οικονομολόγοι της τράπεζας.
Ωστόσο, επισημαίνει η Eurobank, οι ελληνικές τράπεζες δε μείωσαν σημαντικά το συνολικό ύψος των δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, διατηρώντας τα κοντά στα επίπεδα που ήταν στα τέλη του 2009 . Η εξέλιξη αυτή απέτρεψε την περαιτέρω επιδείνωση της ήδη επώδυνης ύφεσης.
Τα περιθώρια χρηματοδότησης από την ΕΚΤ
Οι οικονομολόγοι της τράπεζας προσθέτουν ότι το Ευρωσύστημα δεν δανείζει απεριόριστα τις τράπεζες, διότι διαχειρίζεται τους κινδύνους και τα ενέχυρα χρηματοδότησης, διαμορφώνοντας ανώτατα όρια έκθεσης ανά τράπεζα και ανά τραπεζικό σύστημα.
Συγκεκριμένα, απαιτεί τη διάθεση αποδεκτών ενεχύρων ποιότητας, δανείζει κυρίως για βραχυχρόνιες περιόδους εκτός εκτάκτων εξαιρέσεων και θέτει δεσμευτικά όρια χρηματοδότησης.
«Ως εκ τούτου, το Ευρωσύστημα κάτω από το ισχύον σημερινό καθεστώς δε μπορεί να αποτελέσει μόνιμη πηγή χρηματοδότησης των τραπεζών και της ελληνικής οικονομίας, υποκαθιστώντας τις καταθέσεις πελατών και τη λειτουργία των διεθνών αγορών» αναφέρεται στην ίδια ανάλυση.
Σύμφωνα με την Eurobank, «τυχόν διακοπή της χρηματοδότησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από το Ευρωσύστημα θα οδηγήσει τις τράπεζες, τις επιχειρήσεις, το διεθνές εμπόριο και την εύρυθμη οικονομική λειτουργία σε θανάσιμη ασφυξία».
Οι αναλυτές της συμπερασματικά υπογραμμίζουν ότι τα παραπάνω στοιχεία αποδεικνύουν με σαφήνεια ότι την τελευταία διετία δεν υπήρχε πλεονάζουσα ρευστότητα, αλλά σημαντική στενότητα στην τραπεζική αγορά με αποτέλεσμα τα επιτόκια καταθέσεων και χορηγήσεων να ακολουθούν έντονη αυξητική τροχιά και να υστερεί σημαντικά η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.
Οι εγγυήσεις δεν επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει η Eurobank, το συνολικό ύψος της ενίσχυσης που έχουν ήδη λάβει οι τράπεζες από το Δημόσιο ανέρχεται σε €145 δις περίπου, με το 90% να αφορά εγγυήσεις. Οπως εξηγούν οι οικονομολόγοι της, η παροχή των εγγυήσεων αυτών δεν απαιτεί την καταβολή «πραγματικού χρήματος» από το Δημόσιο προς τις τράπεζες η οποία θα επιβάρυνε τον προϋπολογισμό και, συνεπώς, τους έλληνες φορολογούμενους.
Αντίθετα, έναντι της στήριξης αυτής, οι ελληνικές τράπεζες εκτιμάται ότι καταβάλλουν στο Δημόσιο προμήθειες πάνω από €1 δισ. ετησίως. Εξάλλου, σημειώνεται ότι οι κρατικές εγγυήσεις γίνονται αποδεκτές από το Ευρωσύστημα κατ’ εξαίρεση των σχετικών κανονισμών, καθώς το Ελληνικό Δημόσιο δεν ικανοποιεί τα απαραίτητα κριτήρια φερεγγυότητας.
[sc:Πηγή id=”http://www.exipno.gr/index.php/news/business/34091—–125——-” ]
Ωραια λοιπον, να μας δωσουν οι τραπεζες λιστα με τα ονοματα των καταθετων που εκαναν τις αναληψεις των 75 δις καθως και τα ποσα που αναληφθηκαν ανα λογαριασμο.