Μπαίνοντας στην τελική ευθεία της διαπραγμάτευσης και ανεξαρτήτως αν αυτή θα έχει τελικώς αίσιο αποτέλεσμα, ο χρόνος που πέρασε από το περασμένο φθινόπωρο και ειδικά το τελευταίο τρίμηνο θα αφήσουν βαθιές πληγές στον τραπεζικό τομέα. Η παρατεταμένη αβεβαιότητα και η αδράνεια της αναμονής στην πραγματική Οικονομία έχουν πλήξει τις τράπεζες σε τρία «μέτωπα» με την κατάσταση να θεωρείται δύσκολα αναστρέψιμη και να καθιστά το 2015 μία χαμένη χρονιά.
– Το πρώτο πλήγμα από την παράταση της εκκρεμότητας στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους αφορά τα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τραπεζιτών στο Capital.gr, ο δείκτης επισφαλειών των τραπεζών εκτινάχθηκε στο 45% το «έντονο» δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου όπου η πραγματική οικονομική αδυναμία μεγάλης μερίδας δανειοληπτών συνδυάστηκε με αύξηση των στρατηγικών κακοπληρωτών εξαιτίας των προσδοκιών για «σεισάχθεια» που καλλιέργησε η κυβέρνηση. Αν και από τον Μάρτιο, η κατάσταση δείχνει να βελτιώνεται, εντούτοις η «ψαλίδα» στην αύξηση των επισφαλειών έχει ανοίξει ανησυχητικά από το περίπου 37% στα τέλη Δεκεμβρίου και χωρίς σημαντικές ελπίδες επιστροφής της στα επίπεδα αυτά όσο βαθαίνει η κρίση και δυσχεραίνεται η ανάπτυξη.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τις νέες επί τα χείρω προβλέψεις της Κομισιόν για την πορεία της ελληνικής Οικονομίας, η τελευταία φλερτάρει με την ύφεση και τα πρωτογενή ελλείμματα. Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα μεγεθυνθεί φέτος μόλις κατά 0,5%, όταν η προηγούμενη πρόβλεψή της ήταν για ρυθμό ανάπτυξης 2,5%. Επίσης, το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι σχεδόν στο μισό από ό,τι εκτιμούσε αρχικά και θα ανέλθει στο 2,1% του ΑΕΠ ή περίπου στα 3,8 δισ. ευρώ, εφόσον εφαρμοστούν όλα τα μέτρα που έχουν ήδη ψηφιστεί, ενώ θεωρεί ότι θα πρέπει να υιοθετηθούν και νέα μέτρα. Αντιστοίχως αναμένεται να ψαλιδιστούν και οι προβλέψεις του προϋπολογισμού για μεγέθυνση της οικονομίας κατά 2,9% φέτος, με τον πήχυ να φαίνεται ότι θα προσαρμοστεί πολύ κοντά στο 1%. Σημειώνεται ότι ύστερα από μια πολυετή κρίση που οδήγησε σε σωρευτική πτώση του ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 26% και επιστροφή στην ισχνή ανάπτυξη (0,7%) το 2014, η χώρα επανήλθε το α΄ τρίμηνο του 2015 εκ νέου σε θολά νερά που εκτιμάται πως θα οδηγήσουν σε μείωση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,4% με 0,6% σε τριμηνιαία βάση.
– Η δεύτερη «πληγή» για τις τράπεζες έρχεται από το «μέτωπο» των καταθέσεων. Ύστερα από μια πενταετία συνεχούς συρρίκνωσης, οι καταθέσεις έχουν υποχωρήσει πλέον κάτω από τα 130 δις. ευρώ, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να έχουν απόλυτη ανάγκη την ΕΚΤ για τη χρηματοδότησή τους. Με την τελευταία ανανέωση του ορίου του ELA κατά 2 δις. ευρώ, η χρηματοδότηση των τραπεζών από τον ELA ανέρχεται στα 78,9 δις. ευρώ και η συνολική χρηματοδότησή τους από το ευρωσύστημα αγγίζει τα 115 δις. ευρώ. Πρόκειται για κατάσταση που δεν μπορεί να συνεχιστεί επί μακρόν, ενώ την ίδια στιγμή οι τράπεζες είναι αδύνατον να ανακτήσουν τη ρευστότητα που έχουν χάσει από καταθέσεις.
– Τέλος, η επιδείνωση της ποιότητας των δανειακών χαρτοφυλακίων συνεπεία του κλίματος αβεβαιότητας και οικονομικής αδυναμίας, μαζί με παραμέτρους όπως οι σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις στο καθεστώς που ισχύει για τον αναβαλλόμενο φόρο ή οι επικείμενες μεγαλύτερες απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας για τις τράπεζες με την Βασιλεία ΙΙΙ, δημιουργούν κεφαλαιακή «τρύπα» στις τράπεζες. Αυτή, με συντηρητικές εκτιμήσεις ανέρχεται σε τουλάχιστον 10 δις. ευρώ και, υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν μπορεί να καλυφθεί από ιδιώτες και ξένους μετόχους, οδηγώντας έτσι τις τράπεζες σε κρατικοποίηση.