Τι φοβάται το τραπεζικό σύστημα από το σκάνδαλο του ΤΤ

Τους… μετασεισμούς και τις παράπλευρες απώλειες από το «σκάνδαλο» του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου φοβάται το εγχώριο τραπεζικό και επιχειρηματικό σύστημα.

Η επίτευξη της συστημικής σταθερότητας ήταν η βασική προτεραιότητα των κυβερνήσεων και των θεσμικών παραγόντων, όπως η Τράπεζα της Ελλάδος, από τη στιγμή που ξέσπασε η κρίση στη χώρα και πολλοί είναι εκείνοι που εξέφραζαν στον «ΤτΚ» την αγωνία και το φόβο τους για μια νέα απειλή αποσταθεροποίησης. Τραπεζικές πηγές εκτιμούσαν ότι το κλίμα δεν πρέπει να… χαλάσει κατ’ αρχάς εν όψει της έλευσης της τρόικας στην Αθήνα την εβδομάδα αυτή εκτός απροόπτου και σε δεύτερο χρόνο και καθοριστικό εν όψει της ιδιωτικοποίησης της Eurobank, η οποία απορρόφησε το Τ.Τ. μετά τη διάσπασή του σε «καλή» και «κακή» τράπεζα.

Οι ίδιοι παράγοντες εξέφραζαν την ανησυχία για τις δυνητικές επιπτώσεις που θα μπορούσαν να έχουν οι εξελίξεις αυτές στη λειτουργική ενοποίηση της Eurobank με το Τ.Τ., καθώς πολλά από τα μέλη της υφιστάμενης διοικητικής πυραμίδας του Ταμιευτηρίου εμφανίζονται αντιμέτωπα με κατηγορητήριο.

Αυτό που φοβούνται περισσότερο οι τραπεζικοί και θεσμικοί παράγοντες είναι ότι οι εξελίξεις αυτές θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις επερχόμενες διαπραγματεύσεις με την τρόικα για το νέο νόμο της ανακεφαλαιοποίησης και την ιδιωτικοποίηση της Eurobank, επαναφέροντας το «στίγμα» της διεφθαρμένης Ελλάδας στα στόματα των πιστωτών. Και αυτό γιατί εκτός από πρώην τραπεζικούς, το πόρισμα της Εισαγγελίας φέρνει στη θέση του εν δυνάμει κατηγορούμενου και τρεις τραπεζικούς παράγοντες, οι οποίοι έχουν και σήμερα ρόλο και λόγο στα τραπεζικά τεκταινόμενα: την κυρία Αναστασία Σακελλαρίου, διευθύνουσα σύμβουλο του ΤΧΣ, τον κ. Χάρη Σιγανό, πρώην επικεφαλής του Τ.Τ. και αρμόδιο στην Eurobank για την απορρόφηση της τράπεζας, νυν γενικό διευθυντή Εργασιών, Τεχνολογίας και Οργάνωσης του ομίλου της Eurobank και μέλος της Διοικητικής Επιτροπής και της Εκτελεστικής Επιτροπής αυτής, και τον κ. Σπύρο Παντελιά, σύμβουλο της ΤτΕ.

Η τρόικα θα ήθελε με κάθε τρόπο να κόψει την οποιαδήποτε σχέση ελληνικού δημοσίου/κράτους με τις τράπεζες και ήδη προσπαθεί να τις εποπτεύει με κάθε τρόπο. Εξελίξεις σαν αυτή του Τ.Τ. θα μπορούσε να επιφέρει καταρχήν ακόμη πιο ασφυκτικό έλεγχο στο εγχώριο banking και δευτερευόντως αλλαγή των νόμων έτσι ώστε να περάσουν ταχύτερα σε ξένα -της επιλογής της- χέρια.

Κι άλλος κίνδυνος

Το τραπεζικό σύστημα έρχεται αντιμέτωπο και με έναν άλλο κίνδυνο: να καταστεί εν δυνάμει «ποινικά κολάσιμη» οποιαδήποτε δανειοδότηση ή αναχρηματοδότηση δανείου. Το πρώτο σκέλος στον καιρό της κρίσης τείνει να εξαλειφθεί, όμως το δεύτερο είναι μια πια συνήθης πρακτική και η μόνη ελπίδα για να κρατηθούν στη ζωή επιχειρήσεις.

Πηγές της αγοράς εξέφραζαν την απορία για το εάν εφεξής θα βρεθεί τραπεζικός να εγκρίνει και να υπογράψει αναχρηματοδότηση ή αναδιάρθρωση δανείου -σε καμία περίπτωση χορήγηση νέας χρηματοδότησης- υπό το φόβο των… χειροπεδών, φέροντας χιλιάδες επιχειρήσεις που βρίσκονται σε οικονομικό τέλμα στα όρια του… απαγχονισμού.

Τραπεζικοί παράγοντες δήλωναν στον «ΤτΚ» ότι η Δικαιοσύνη οφείλει να ξεσκεπάζει σκάνδαλα, αλλά εάν ακολουθεί τη λογική «κατηγορώ και συλλαμβάνω χωρίς να έχω καλέσει πρώτα σε απολογία», τότε και οι τραπεζίτες δεν έχουν παρά να παγώσουν κάθε σχέδιο για δανειοδότηση ή αναδιάρθρωση δανείου και να εστιάσουν αποκλειστικά την προσοχή τους στα δάνεια του παρελθόντος, για να μη βρεθούν μπλεγμένοι. Όσο για τις επιχειρήσεις θα κληθούν με κάθε τρόπο να κλείσουν τις πολλές εκκρεμότητες με δάνεια προς τις τράπεζες, για να αποφύγουν ποινικές ευθύνες. Τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό; Για όλους όσοι δεν μπορούν να κάνουν ρύθμιση με την τράπεζα, το έλεος των distress funds είναι η μόνη διέξοδος, πωλώντας την επιχείρησή τους αντί πινακίου φακής.

Γνώστες των νομικών διαδικασιών που βρίσκονται σε εξέλιξη, πάντως, εξέφραζαν την απορία τους για τις κατηγορίες εναντίον στελεχών που κλήθηκαν να διαχειριστούν σε μεταγενέστερη περίοδο δάνεια τα οποία είχαν ήδη συναφθεί από τη διοίκηση Φιλιππίδη. Ιδίως καθόσον οι ρυθμίσεις που έγιναν περιλάμβαναν αυξημένες εξασφαλίσεις για την τράπεζα. Σύμφωνα δε με πληροφορίες που υπάρχουν, στη δικογραφία περιλαμβάνεται και το δεύτερο πόρισμα της Τραπέζης της Ελλάδος για την περίπτωση αυτών των δανείων, από το οποίο δεν φαίνεται να προκύπτουν ανωμαλίες στη διαδικασία.

Αυτό που επισημαίνουν τραπεζικοί κύκλοι που έχουν γνώση του πορίσματος είναι ότι οι δικαστικές αρχές, αναφορικά με το θέμα των αναχρηματοδοτήσεων, δεν έχουν λάβει πλήρως υπόψη τα δεδομένα που δημιούργησε η κρίση ή δεν έχουν σαφή γνώση των τραπεζικών πρακτικών. Η υιοθέτηση των αυστηρών και «άτεγκτων» κριτηρίων που επικαλούνται οι δικαστικοί λειτουργοί, σημειώνουν, μάλλον θα είχε οδηγήσει σε λουκέτο τις μισές επιχειρήσεις της χώρας.

Οι ίδιες πηγές επικαλούνται τα στοιχεία της ΤτΕ από τα οποία προκύπτει ότι ο ιδιωτικός τομέας έχει «στραγγίξει» από χρηματοδότηση και επενδύσεις την πενταετία της βαριάς ύφεσης της ελληνικής οικονομίας (2009-2013), έχοντας χαθεί από την αγορά κατά προσέγγιση 52 έως 67 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση.

Όπως αναφέρει η ενδιάμεση έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος, η συνολική χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας την περίοδο 2000-2008 ήταν, κατά μέσο όρο, 29,4% του ΑΕΠ ετησίως, δηλαδή από 60 έως 75 δισ. ευρώ.

Στο τέλος του δεύτερου τριμήνου 2013, η συνολική χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα μόνο από εγχώριες τράπεζες είχε υποχωρήσει στα 223,8 δισ. ευρώ όταν στα τέλη του 2008 ήταν 249,661 δισ. ευρώ, δηλαδή έχουν φύγει από την αγορά πάνω από 25,8 δισ. ευρώ. Πλέον, η συνολική χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα διαμορφώνεται στο 3,8% του ΑΕΠ ή σχεδόν σε 7,5 δισ. ευρώ.

Ρόη Χάϊκου, στον “Τύπο της Κυριακής”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *