Τι θα γίνει αν καταρρεύσει μία τράπεζα στην Ευρώπη; Για τα τρία τελευταία χρόνια, η απάντηση σε αυτό το ερώτημα οδηγούσε κυβερνήσεις σε κατάρρευση, φορολογούμενους πολίτες σε εξαντλητική λιτότητα και την οικονομία στον πάγο καθώς η μία χώρα μετά την άλλη -από την Ιρλανδία, στην Ισπανία και την Κύπρο- προσπαθούσαν να αντέξουν το βάρος της μαζικής στήριξης των δικών τους χρηματοοικονομικών οργανισμών.
Οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών πιστεύουν ότι μέχρι τα τέλη της επόμενης εβδομάδας θα έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα νέο σύστημα που θα μεταφέρει το βάρος από τις εθνικές κυβερνήσεις σε έναν νέο «ενιαίο μηχανισμό εκκαθαρίσεων» στις Βρυξέλλες, ο οποίος θα λειτουργεί τόσο σαν δήμιος των τραπεζών όσο και ως ταμείο διάσωσης.
Στη θεωρία, ο νέος μηχανισμός σπάει τον δεσμό μεταξύ της χρηματοοικονομικής κατάστασης των εθνικών κρατών της ευρωζώνης και των τραπεζικών τους κλάδων. Αν και οι λεπτομέρειες του σχεδίου μπορεί να αλλάξουν, οι υπουργοί Οικονομικών βρίσκονται κοντά σε συμφωνία που μπορεί να αποτελέσει τη μεγαλύτερη μεταβίβαση κυριαρχίας στην Ε.Ε. από τη σύσταση του ευρώ.
Ποιος θα αποφασίζει εάν θα κλείνει μία τράπεζα;
Η Γερμανία, μετά από πολύμηνη αντίσταση σε μία κεντρική αρχή που θα κλείνει τις τράπεζες, συμφώνησε τώρα ότι ο βασικός εκτελεστής θα είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς θα χρειαζόταν πλήρης αλλαγή των συνθηκών της Ε.Ε. για να δοθεί τόση ισχύ σε οποιονδήποτε άλλον θεσμό. Η αρχική πρόταση της Γερμανίας για ένα χαλαρό δίκτυο των εθνικών κυβερνήσεων απορρίφθηκε από το Παρίσι, τις Βρυξέλλες και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που έχει έδρα στη Φρανκφούρτη.
Το Βερολίνο εξακολουθεί να προσπαθεί να μετριάσει την ισχύ της Κομισιόν. Βάσει του νέου συμβιβασμού, θα δημιουργηθεί ένα νέο «συμβούλιο εκκαθάρισης» που θα απαρτίζεται από εθνικές αρχές, οι οποίες θα σηκώσουν το βαρύ φορτίο και θα μεταφέρουν τις συστάσεις τους στην Επιτροπή, η οποία θα μπορεί να τις εγκρίνει ή όχι. Ακόμη κι αν η Κομισιόν διαφωνήσει με το συμβούλιο, τότε θα υπάρχει η δυνατότητα έφεσης στο συμβούλιο των υπουργών.
Ποιος θα πληρώνει για τη στήριξη των τραπεζών;
Η αρχική πρόταση ήταν να δημιουργηθεί ένα ταμείο που θα χρηματοδοτηθεί από ετήσια τέλη στις ευρωπαϊκές τράπεζες. Η Γερμανία μπλόκαρε την πρόταση επειδή έχει ήδη το μεγαλύτερο και καλύτερα χρηματοδοτούμενο ταμείο στην Ευρώπη.
Επιπλέον, το Βερολίνο δέχεται έντονες πιέσεις από τα μικρά, περιφερειακά ταμιευτήρια της χώρας, που ζητούν να μείνουν εκτός σχήματος, καθώς δεν θέλουν να πληρώνουν τόσο το γερμανικό, όσο και το ευρωπαϊκό ταμείο. Οι επικριτές υποστηρίζουν επίσης ότι οι συγκεκριμένες τράπεζες προτιμούν τη χαλαρή σχέση που έχουν με τις εγχώριες ρυθμιστικές αρχές.
Βάσει του συμβιβασμού, θα δημιουργηθεί ένα υβριδικό ταμείο που θα είναι μεν ευρωπαϊκό, αλλά θα απαρτίζεται από δεξαμενές εθνικών κεφαλαίων τα οποία θα παραμένουν διαχωρισμένα υπό μία ευρωπαϊκή ομπρέλα. Εάν μία τράπεζα καταρρεύσει, θα πρέπει πρώτα να εξαντληθεί η δεξαμενή των εθνικών κεφαλαίων της εκάστοτε χώρας για να υπάρξει πρόσβαση και στα υπόλοιπα κεφάλαια που συνεισέφεραν οι άλλες χώρες. Ακόμη και τότε όμως, θα υπάρχουν όρια στην πρόσβαση που θα έχει κάθε κράτος στα «κοινά» κεφάλαια.
Υπάρχει ακόμα μία νομική διαφωνία ως προς το πώς ακριβώς θα δημιουργηθεί αυτό το ταμείο. Το Βερολίνο επιμένει ότι μερικές, τουλάχιστον, από τις εξουσίες του δεν καλύπτονται από τις ισχύουσες συνθήκες και πως θα πρέπει να υπάρξει ξεχωριστή διακρατική συμφωνία, ώστε να είναι νομικά άτρωτο.
Πότε θα επιτρέπεται η πρόσβαση στο ταμείο;
Εδώ είναι το πιο επικίνδυνο σημείο. Με τις γερμανικές πιέσεις, ενδέχεται να αποδειχθεί πολύ δύσκολο για μία χρεοκοπημένη τράπεζα να αποκτήσει κάποτε πρόσβαση σε κεφάλαια πέραν της εθνικής δεξαμενής -και είναι εξίσου αβέβαιο εάν το Βερολίνο θα επιτρέψει ποτέ τη χρήση άλλων κοινών κεφαλαίων, όπως του μηχανισμού διάσωσης της ευρωζώνης των 500 δισ. ευρώ ως τελικού μέσου ανάσχεσης σε περίπτωση που ξεσπάσει μία τραπεζική κρίση παρόμοιου μεγέθους.
Βάσει των νέων κανόνων bail-in, που θεωρητικά θα τεθούν σε εφαρμογή το 2018, αλλά μπορεί να επισπευστούν για το 2016, πρώτα θα διαγραφούν κεφάλαια που οφείλει η τράπεζα σε ιδιώτες επενδυτές, προτού υπάρξει οποιαδήποτε πρόσβαση σε κονδύλια στήριξης.
Επιπλέον, για τη χρήση μεγάλων κεφαλαίων διάσωσης θα πρέπει να υπάρξει σαφής έγκριση από το σύνολο του «συμβουλίου εκκαθαρίσεων» ώστε να δοθεί έστω και 1 σεντς, εξέλιξη που δίνει τη δυνατότητα για δημιουργία συνασπισμών κρατών που θα μπλοκάρουν τις σχετικές κινήσεις. Θα υπάρχουν επίσης όρια στο ποσό που θα μπορεί να χρησιμοποιεί κάθε τράπεζα.
Πώς θα τα είχε καταφέρει ένα τέτοιο ταμείο κατά τη διάρκεια της υφιστάμενης κρίσης; Αναλογιστείτε ότι το νέο ταμείο θα έχει 55 δισ. ευρώ και μετά από μία δεκαετία συλλογής τελών από τις τράπεζες. Η ευρωπαϊκή στήριξη των ισπανικών τραπεζών -αν και με διαφορετικούς όρους- στοίχισε 40 δισ. ευρώ, των ελληνικών τραπεζών 40 δισ. και μόνο της Anglo Irish Bank 30 δισ. ευρώ.
Ποιες τράπεζες θα καλύπτονται;
Όπως ισχύει και με την ενιαία εποπτική αρχή της Ε.Ε., που εδρεύει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όλες οι χώρες της ευρωζώνης θα πρέπει να μετέχουν στο συγκεκριμένο σύστημα. Οι χώρες εκτός ευρώ μπορούν να επιλέξουν εάν θα συμμετάσχουν ή όχι.
Η Γερμανία όμως, έχει κατ’ επανάληψη διαφωνήσει με τη συμμετοχή όλων τραπεζών της, τονίζοντας ότι μόνο οι συστημικά σημαντικές χρειάζονται τέτοια ευρωπαϊκά συστήματα στήριξης.
Η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζουν ότι η «τραπεζική ενοποίηση» δεν μπορεί να λειτουργήσει εάν δεν περιλαμβάνει όλες τις τράπεζες. Ο Μισέλ Μπαρνιέ, ο αρμόδιος επίτροπος, έχει συχνά τονίσει ότι οι μικρές και όχι οι συστημικά σημαντικές τράπεζες -όπως η Anglo Irish στην Ιρλανδία, οι τοπικές cajas στην Ισπανία και η Λαϊκή στην Κύπρο- οδήγησαν εθνικές οικονομίες στην καταστροφή.
Το σχέδιο συμβιβασμού που βρίσκεται ακόμη επί τάπητος θα είναι αντίστοιχο με όσα ισχύουν με τη νέα εποπτική αρχή. Οι μεγαλύτερες τράπεζες θα βρίσκονται υπό την εξουσία του νέου συστήματος εκκαθαρίσεων και οι μικρές τράπεζες θα παραμείνουν στις εθνικές αρχές. Όμως, θα πρέπει να ζητείται η γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις αποφάσεις για τις μικρότερες τράπεζες.
Βάσει του συμβιβασμού, οι μικρότερες πιθανότατα θα κληθούν να πληρώσουν λιγότερα στο ευρωπαϊκό ταμείο. Οι πληρωμές αυτές θα βασιστούν στο πόσο ριψοκίνδυνες είναι οι δραστηριότητές τους. Τα μικρά, τοπικά ταμιευτήρια που συνήθως χορηγούν μικρά δάνεια σε ιδιώτες δανειστές, θα καταφέρουν κατά συνέπεια να πληρώσουν πολύ λιγότερα.
Πηγή: Financial Times