Συνεχείς εκροές που εντείνονται όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές της 17ης Ιουνίου, αφαιρούν από το τραπεζικό σύστημα πολύτιμες καταθέσεις, στη δυσκολότερη περίοδο για τις τράπεζες και την οικονομία.
Τις τελευταίες 15 – 20 ημέρες το φαινόμενο των εκροών καταθέσεων είναι καθημερινό και βαίνει κλιμακούμενο, ενώ στις τράπεζες εκτιμούν ότι η επόμενη εβδομάδα, η εβδομάδα των εκλογών, η εκροή ρευστότητας θα ενταθεί.
Οι εκροές γίνονται κατά κύριο λόγο μέσω απόσυρσης μετρητών υπό το φόβο εξόδου της χώρας από το ευρώ και επειδή οι περισσότεροι θεωρούν πως θα είναι πιο ασφαλείς εφόσον διαθέτουν χαρτονομίσματα σε ευρώ αφενός και, αφετέρου επειδή η απόσυρση μετρητών δεν αφήνει «ίχνη» όπως γίνεται στην περίπτωση των διατραπεζικών συναλλαγών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το τελευταίο διάστημα «μπαίνει χέρι» ακόμη και σε εταιρικούς λογαριασμούς από τους οποίους αποσύρονται σχετικά μεγάλα ποσά, ενώ την τελευταία εβδομάδα παρατηρήθηκε ξανά το φαινόμενο, καταθέτες να ζητούν σε μετρητά ποσά πολλών χιλιάδων που μπορούν να ξεπερνούν και τις 80.000 – 100.000 ευρώ. Στις περιπτώσεις αυτές οι τράπεζες ζητούν από τους πελάτες τους προειδοποίηση μερικών ημερών, για να πραγματοποιήσουν τη συναλλαγή, ενώ μικρότερα ποσά έως 30.000 ή 40.000 ευρώ τα εξυπηρετούν αυθημερόν.
Σύμφωνα με πρόχειρες εκτιμήσεις το τελευταίο δεκαπενθήμερο πιθανολογείται ότι μπορεί να έχουν αποσυρθεί από το τραπεζικό σύστημα ακόμη και 6-7 δισ. ευρώ, ανεβάζοντας το συνολικό ποσό των εκροών σε πάνω από 80 δισ. την τελευταία διετία.
Η μείωση αυτή των καταθέσεων αποτελεί δραματική εξέλιξη για το τραπεζικό σύστημα, παρά την προκαταβολή των 18 δισ. ευρώ που έλαβαν οι τέσσερεις μεγάλες τράπεζες από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, μειώνοντας κατακόρυφα τις δυνατότητες του συστήματος να στηρίξει με ρευστότητα την πραγματική οικονομία, εφόσον ένα μέρος της ενίσχυσης χρησιμοποιείται για να καλύψει τις απώλειες των καταθέσεων.
Η μεγάλη αβεβαιότητα και η αμφισβήτηση που επικρατεί στο εξωτερικό για την Ελλάδα, προσθέτει βαθμούς δυσκολίας στις τράπεζες, οι οποίες σύμφωνα με πληροφορίες βρίσκονται αντιμέτωπες με «επαχθείς» όρους στην προσπάθειά τους να κλείσουν συμφωνίες swap με ξένες τράπεζες, χρησιμοποιώντας τα ομόλογα του EFSF στο πλαίσιο της πρόσφατης ενίσχυσής τους. Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι το περιβάλλον είναι εξαιρετικά αρνητικό όπως άλλωστε προκύπτει και από το γεγονός ότι οι ξένες τράπεζες προκειμένου να κλείσουν συμβόλαια, δέχονται τα απολύτως ασφαλή ομόλογα του EFSF αν όχι στο 100 ή έστω έως 90 αλλά στο 50 ή 60, περιορίζοντας ακόμη περισσότερο τη ρευστότητα που μπορεί να αντληθεί.
Την ίδια στιγμή, εξ ίσου δραματικές είναι οι εξελίξεις στον τομέα των δανείων, με τις επισφάλειες να συνεχίζουν να αυξάνονται υποχρεώνοντας τις τράπεζες σε αύξηση και των προβλέψεων που δεσμεύει κεφάλαια. «Δεν υπάρχει επιχείρηση σήμερα, ακόμη κι αν δεν αντιμετωπίζει προβλήματα ρευστότητας, που να αποπληρώνει κανονικά και με συνέπεια τις δανειακές της υποχρεώσεις» επισημαίνει τραπεζικό στέλεχος με μακρά εμπειρία στον τομέα επιχειρηματικής πίστης. «Μετά τις εκλογές και βλέπουμε» είναι η συνήθης απάντηση, προσθέτει το ίδιο στέλεχος, εξηγώντας παράλληλα πως το μοναδικό θέμα για το οποίο το ενδιαφέρον των πελατών παραμένει αμείωτο είναι το ερώτημα «τι να κάνω τα λεφτά μου;»
Η Τράπεζα της Ελλάδος αλλά και το ΤΧΣ είναι αποφασισμένοι να στηρίξουν το τραπεζικό σύστημα, διοχετεύοντας τη ρευστότητα που είναι αναγκαία, ώστε να μπορούν οι τράπεζες να εξυπηρετούν τους καταθέτες που αποσύρουν τα χρήματά τους. Εν τούτοις η εντεινόμενη αβεβαιότητα και ιδίως η πιθανότητα επιστροφής στη δραχμή αποτελεί εφιάλτη για το κοινό αλλά και τους τραπεζίτες οι οποίοι όσο αυξάνονται οι εκροές τόσο πιο πολύ ανησυχούν για την ικανότητα του συστήματος να συνεχίσει να καλύπτει απρόσκοπτα την τρύπα στις καταθέσεις, που μαζί με τι επισφάλειες, απειλεί να εξαλείψει τα οφέλη από τη νέα στήριξη των 18 δισ. ευρώ, η καταβολή των οποίων βελτίωσε τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας αποκαθιστώντας τις επιπτώσεις του PSI+ .
[sc:Πηγή id=”http://www.protothema.gr/economy/article/?aid=202972″ ]