Στη μέγγενη της πιστωτικής ασφυξίας και της πολιτικής αβεβαιότητας βρίσκονται οι τράπεζες οι οποίες – όπως όλα δείχνουν – οδεύουν προς ένα τρίτο γύρο ανακεφαλαιοποίησης προκειμένου να σταθούν στα πόδια τους και να επιβιώσουν. Η έλλειψη ρευστότητας και η αλματώδης αύξηση των «κόκκινων δανείων» τις υποχρεώνουν να αναθεωρήσουν τα επενδυτικά τους σχέδια, να αποφύγουν την όποια πιστωτική επέκταση και να επικεντρωθούν στην επίλυση των εσωτερικών τους προβλημάτων.
Το τι θα γίνει στο μέλλον θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις επαφές του Αλέξη Τσίπρα με την Μέρκελ στο Βερολίνο όπου ελπίζεται να υπάρξει μια πολιτική συμφωνία που θα άρει το ντε φάκτο «εμπάργκο» κατά της Ελλάδας και η οικονομία θα αρχίσει να κινείται με ομαλότερους ρυθμούς. Αν όμως η προσπάθεια δεν καρποφορήσει και το καθεστώς πιστωτικής ασφυξίας διατηρηθεί, τότε είναι βέβαιο ότι οι ελληνικές τράπεζες θα χρειαστούν και άλλα κεφάλαια το αργότερο μέχρι τα μέσα του 2016.
Το πρόβλημα των ελληνικών τραπεζών σε αυτή την φάση είναι η ρευστότητα και τα «κόκκινα δάνεια» (NPLs) αλλά αν το πρόβλημα αυτό δεν επιλυθεί άμεσα, τότε είναι σίγουρο ότι οι τράπεζες θα οδηγηθούν σε μαθηματική ακρίβεια σε νέες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Ρευστότητα
Οι τράπεζες στο τέλος του α΄ τριμήνου του 2015 είχαν υπολογίσει ότι η ρευστότητα που δανείζονται από την ΕΚΤ θα ήταν κάτω του 10% του ενεργητικού τους δηλαδή κάτω των 30-35 δισ. ευρώ. Όμως η πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερη. Οι τράπεζες λόγω της αποτυχίας τους κράτους τέθηκαν εκτός αγορών, έχασαν καταθέσεις έως 25 δισεκ. το τελευταίο διάστημα και υποχρεώνονται το μεγάλο χάσμα ρευστότητας να το καλύπτουν από την ΕΚΤ.
Έχουν δανειστεί 104,2 δισεκ. και έναντι αυτών έχουν υποβάλλει εγγυήσεις 200 δισεκ. ευρώ. Τα 104,2 δισεκ. της ρευστότητας που έχουν δανειστεί από το ευρωσύστημα ELA και ΕΚΤ αντιστοιχεί στο 30% του ενεργητικού. Το προφίλ ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών βρίσκεται στα επίπεδα του Ιουλίου του 2013. Πρόκειται για μεγάλη επιδείνωση που ασφαλώς τρομάζει τους τραπεζίτες και όσους παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στο χώρο.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί με 25 δισεκ. από το ΤΧΣ και με 2,4 δισεκ. από τις προνομιούχες μετοχές του νόμου Αλογοσκούφη. Η διαδικασία ιδιωτικοποίησης έχει νεκρώσει, η διαδικασία ανάκτησης των επενδεδυμένων κεφαλαίων έχει παγώσει και γενικώς οι τράπεζες πρέπει να επιστρέψουν 27 δισεκ. και μέχρι σήμερα ο στόχος αυτό δεν έχει επιτευχθεί.
Για να επιτευχθεί όμως θα πρέπει η Ελλάδα να γίνει επενδυτικός παράδεισος και όχι επενδυτές στρατηγικού χαρακτήρα όπως το Capital Group να αποχωρούν από την Ελλάδα. Το κεφαλαιακό ζήτημα των τραπεζών, πως οι τράπεζες θα ιδιωτικοποιηθούν και πως το ΤΧΣ θα ανακτήσει μέρος των κεφαλαίων που επένδυσε έχει δραματικά επιδεινωθεί. Οι ιδιωτικοποιήσεις σε αυτή την φάση είναι αδύνατες.
NPLs
Στο α΄ τρίμηνο του 2015 οι τράπεζες θα παρουσιάσουν αρνητικές εκπλήξεις καθώς θα σημειωθεί ποιοτική υποβάθμιση των δανειακών χαρτοφυλακίων ή πιο απλά θα αυξηθούν NPLs και προβλέψεις για προβληματικά δάνεια. Με βάση συγκλίνουσες εκτιμήσεις από τις τράπεζες, ο στόχος που είχε τεθεί ότι τα NPLs θα κορυφώσουν το 2015 και θα ξεκινήσει η αποκλιμάκωση τους μετά το β΄ 6μηνο έχει καταρρεύσει.
Τα προβληματικά δάνεια στο σύστημα έχουν φθάσει τα 90 δισεκ. περιλαμβανομένων και περιπτώσεων δανείων που βρίσκονται σε καθεστώς «εικονικής αναδιάρθρωσης».
Τα NPLs θα συνεχίσουν να αυξάνονται, οι προβλέψεις θα συνεχίσουν να αυξάνονται που σημαίνει ζημίες και στο α΄ τρίμηνο του 2015 για τις ελληνικές τράπεζες, περισσότερες από αυτές που έχουν εκτιμηθεί.
Το α΄ τρίμηνο του 2015 που θα ανακοινωθεί τον Μάιο του 2015 θα είναι κακό για τις ελληνικές τράπεζες με εμφανή την ποιοτική υποβάθμιση των λογιστικών καταστάσεων.
Πρόκληση 222 δισ. ευρώ
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν να αντιμετωπίσουν μια πρόκληση 222 δισεκ. που αντιστοιχεί στο 121% του ΑΕΠ. Τα 222 δισεκ. αθροίζονται ως εξής 104 δισεκ. από την ρευστότητα του ευρωσυστήματος, 90 δισεκ. από τα προβληματικά δάνεια και 27 δισεκ. κεφάλαια που πρέπει να επιστραφούν. Το πρόβλημα είναι πολύ πολύ μεγαλύτερο από ότι εκτιμάται ή αξιολογείται.
Έτσι εξηγείται όμως γιατί οι μετοχές των τραπεζών έχουν καταρρεύσει σε ιστορικά χαμηλά.