Περιορίζεται ο ρυθμός μείωσης της εξάρτησης των ελληνικών τραπεζών από τον ELA, καθώς στο τελευταίο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, στις 7 Νοεμβρίου 2018 η Τράπεζα της Ελλάδος εισηγήγθηκε μείωση του ανώτατου ορίου μόλις κατά 100 εκατ., συνθήκες έλλειψης ρευστότητας και εγείροντας ανησυχίες για «ασφυξία» του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, το οποίο βιάστηκε να αποπληρώσει κεφάλαια, παρά βραδύ ρυθμό επιστροφής καταθέσεων.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της ΤτΕ το ΔΣ της ΕΚΤ δεν διατύπωσε αντίρρηση στον καθορισμό του ανώτατου ορίου παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες στο ποσό των 4,9 δισ. ευρώ έως και την Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2018, μετά από αίτημα της Τράπεζας της Ελλάδος.
Επίσης, στην ανακοίνωση περιλαμβάνεται η πάγια διατύπωση ότι η μείωση του ανώτατου ορίου κατά 0,1 δισεκ. ευρώ αντανακλά τη βελτίωση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, λαμβανομένων υπόψη των ροών που προέρχονται από καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα και από την πρόσβαση των τραπεζών στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Ωστόσο, η μείωση κατά 100 εκατ., μόλις, είναι ενδεικτική συνθηκών έλλειψης ρευστότητας που αντιμετωπίζει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα και της αδυναμίας των διοικήσεων να ανταποκριθούν στους στόχους για πλήρη απεξάρτηση μέχρι το τέλος του έτους.
Μέχρι στιγμής η Εθνική Τράπεζα και η Τράπεζα Πειραιώς έχουν μηδενίσει την εξάρτηση τους, ενώ Eurobank και Alpha Bank σχεδίαζαν να έχουν απεξαρτηθεί μέχρι το τέλος του έτους, αλλά για την ώρα οφείλουν συνολικά 4,9 δισ., ποσό που θεωρείται πρακτικά αδύνατο να αποπληρώσουν σε δύο μήνες.
Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι στη διατραπεζική αγορά και μέσω άλλων συναλλαγών τα κεφάλαια του ELA διαχέονται σε ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα, γεγονός ενδεικτικό της έκτασης του προβλήματος και της αδυναμίας να προσδιοριστεί μόνο στις τράπεζες που διατηρούν δανεισμό.
Όπερ σημαίνει ότι η απεξάρτηση Εθνικής και Πειραιώς ενδεχομένως να ήταν πρώιμη και με στόχο να ωραιοποιήσει καταστάσεις, όπως άλλωστε και η ταχεία αποπληρωμή από ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα.
Τα γεγονότα αποκαλύπτουν πλέον ότι η πίεση της Τράπεζας της Ελλάδος και των εποπτικών αρχών έχει δημιουργήσει προβλήματα ρευστότητας, όπως αυτά καταγράφονται στις εκθέσεις της EBA.
Το Crisis Monitor έχει εγκαίρως επισημάνει τα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές τράπεζες, καθώς αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στα standards της Βασιλείας ΙΙΙ όσον αφορά τους δείκτες ρευστότητας και μόχλευσης, καθώς και την ποιότητα του παθητικού τους.