«Ο υπουργός Σόιμπλε είπε κατηγορηματικά στον κ. Τσίπρα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή από την… εφαρμογή του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής. Ο υπουργός Σόιμπλε κάλεσε τον κ. Τσίπρα να υποστηρίξει τον δρόμο που έχει υιοθετηθεί».
Αυτή ήταν, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Reuters από το Βερολίνο, η διαρροή μετά τη συνάντηση του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας με τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην Ελλάδα. Σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ ο Σόιμπλε είπε στον Τσίπρα ότι «η Ελλάδα θα μπορέσει να μείνει στο ευρώ μόνον εάν το πρόγραμμα προσαρμογής εφαρμοστεί επιτυχώς».
Κατ’ άλλη εκδοχή, το ΥΠΟΙΚ της Γερμανίας χρησιμοποίησε διπλωματικάηπιότερη έκφραση. Όμως η απαίτηση παραμένει: πιστή εφαρμογή των μνημονίων χωρίς «ανεπιθύμητες» παρεκκλίσεις.
Η υπενθύμιση του Σόιμπλε ήταν μάλλον περιττή, δεδομένου ότι ήδη ισχύει το περίφημο Δημοσιονομικό Σύμφωνο, το οποίο ορίζει επακριβώς την τήρηση των δρακόντειων κανόνων δημοσιονομικής προσαρμογής ως όρο παραμονής στο ευρώ – για να μην… ξεχνιόμαστε.
Αν μη τι άλλο η Γερμανία είναι απολύτως συνεπής στην πολιτική που έχει επιλέξει – υποτίθεται ως διέξοδο από την κρίση του ευρώ.
Η ηγέτιδα δύναμη της Ευρώπης ωστόσο δεν είναι συνεπής στις άλλες πολιτικές επιλογές της, όπως η ελάφρυνση των κρατών από τα βάρη των αμαρτωλών τραπεζών του ευρωσυστήματος. Τον περασμένο Ιούνιο, επί παραδείγματι, είχε αποφασιστεί ότι στο εξής η αναχρηματοδότηση των τραπεζών δεν θα γινόταν με ευθύνη των κρατών, αλλά από τον μηχανισμό ESM, τον οποίο χρηματοδοτούν και τα 17 κράτη της ευρωζώνης.
Τώρα, σύμφωνα με δισέλιδο έγγραφο της Κομισιόν, το οποίο αποκάλυψαν οιFinancial Times, τα κράτη της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν κίνδυνο κατάρρευσης τραπεζών θα πρέπει να επωμιστούν μεγάλο μέρος από το κόστος της στήριξής τους εάν θέλουν στο μέλλον να λάβουν βοήθεια από τον ESM.
Σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα, «το σχέδιο παρουσιάστηκε τον προηγούμενο χρόνο σε αξιωματούχους των υπουργείων Οικονομικών καιαναγκάζει τις χώρες που βρίσκονται στη δίνη της κρίσης είτε να επενδύσουν από κοινού με τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης (ESM) σε τράπεζες που αντιμετωπίζουν προβλήματα είτε να εξασφαλίσουν τον ESM έναντι κινδύνου ζημιών».
Κι όμως, ήδη δύο χώρες της ευρωζώνης, η Ιρλανδία και η Κύπρος, που αντιμετώπιζαν πρόβλημα κυρίως με το χρηματοπιστωτικό τους σύστημα, αφού το στήριξαν εις βάρος των προϋπολογισμών τους, ξετίναξαν τα δημόσια οικονομικά τους και αναγκάστηκαν να ενταχθούν στους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς της τρόικας. Στον ίδιο δρόμο βαδίζει, για τους ίδιους λόγους, και η Ισπανία. Σημειωτέον ότι, όπως επισημαίνουν οι Financial Times, «στην περίπτωση της Ιρλανδίας η στήριξη των τραπεζών αντιστοιχούσε στο 40% του ΑΕΠ».
Προσέξτε όμως τώρα τι σημαίνει αυτή η υπαναχώρηση της Κομισιόν από το καλοκαιρινό σχέδιο, σύμφωνα πάντα με το ρεπορτάζ:
● Οι χώρες θα πρέπει, εφόσον μπορούν, να χρησιμοποιήσουν κρατικάκονδύλια για τις προβληματικές τράπεζες, ώστε αυτές να γίνουν βιώσιμεςπροτού καταβληθούν κεφάλαια από τον ESM.
● Αν, εξ αιτίας της στήριξης των τραπεζών ή, απλώς, ύστερα από αυτήν, αντιμετωπίσει κίνδυνο χρεοκοπίας, «η εθνική κυβέρνηση θα πρέπει και πάλι νααποζημιώσει τον ESM για οιαδήποτε μελλοντική ζημία ή να εξασφαλίσει ότι ο ESM θα αποπληρωθεί πλήρως».
Με απλά λόγια η στήριξη των τραπεζών από τα κράτη θα είναι απαραίτητος όρος για τη δική τους «στήριξη» από τον ESM. Έτσι όλα τα θερινά πανηγύρια περί αποσύνδεσης των τραπεζικών ζημιών από τα βάρη στους εθνικούς προϋπολογισμούς και περί δανεισμού από την ευρωζώνη και την τρόικα για τη στήριξη των χωρών ώστε να μην χρεοκοπήσουν ήταν απλώς φούμαρα.
Οι λαοί της ευρωπεριφέρειας θα συνεχίσουν να αιμοδοτούν τις τράπεζες με κόστος οικονομικό, περιουσιακό, ανθρώπινο και με κορυφαίο αυτό της πλήρους απώλειας εθνικής κυριαρχίας – μια ακόμη επισημοποίηση της οποίας είχαμε και τώρα από τη Βουλή.
Όποιος λοιπόν είχε έστω και την ελάχιστη απορία για το τι ζήτησε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας από τον Τσίπρα, τώρα μπορεί να αισθάνεται… πληροφορημένος. Την αδιάκοπη μετακύλιση της Ελλάδας σε καθεστώς αποικίας για χάρη του γερμανικού, κυρίως, τραπεζικού συστήματος. Αυτόζήτησε ο άνθρωπος και ήταν σαφέστατος.
Το πώς θα αντιδράσουν ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρός του σε αυτές τις απαιτήσεις, αν γίνουν κυβέρνηση, κανείς δεν μπορεί να το προβλέψει, προφανώς, σήμερα. Όπως κανείς δεν μπορεί να προβλέψει αν και πότε ο ελληνικός λαός θα αναγκαστεί ή θα επιλέξει να δώσει τη δική του απάντηση. Όλα είναι ανοιχτά.