Μέχρι στιγμής υπήρξε πολλή συζήτηση για τις πιθανές επιπτώσεις της ελληνικής εξόδου από την ευρωζώνη στην παγκόσμια οικονομία. Λιγότερο πολυσυζητημένες είναι οι επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει σε τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας μία επιβράδυνση της κινεζικής ζήτησης, ιδιαίτερα για πρώτες ύλες.
Μια κινεζική επιβράδυνση είναι πιθανό να είναι λιγότερο δραματική από την ελληνική έξοδο. Αυτός είναι πιθανώς ο λόγος που κανείς δεν έχει εφεύρει ακόμη ένα ανόητο όρο για να ταιριάζει με τον εξίσου δραματικό Grexit. Ο όρος Chindown (στα αγγλικά αναφέρεται στο «πηγούνι προς τα κάτω» ως έκφραση κατήφειας) μπορεί να είναι δόκιμος στην περίπτωση αυτή. Δεδομένης της σπουδαιότητας της οικονομίας της Κίνας και τη σημασία της για συγκεκριμένους εξαγωγείς, ίσως θα πρέπει να εξεταστεί το όλο θέμα προσεχτικά.
Σε αντίθεση με τη Grexit, την οποία κανείς δεν θέλει, το Πεκίνο έχει ανακοινώσει πράγματι την πρόθεσή του να ‘προκαλέσει’ οικειοθελώς ένα Chindown. Το πενταετές σχέδιο της Κίνας, το οποίο καλύπτει μέχρι και το 2015, αναφέρεται συγκεκριμένα στον απογαλακτισμό της οικονομίας της χώρας από μια ανάπτυξη υποβοηθούμενη από τις επενδύσεις και τις αγορές βασικών προϊόντων και την ήπια προσαρμογή της οικονομίας σε ρυθμούς ανάπτυξης γύρω στο 8%, και όχι στα διψήφια ποσοστά των τελευταίων ετών.
Για πολλές οικονομίες το διακύβευμα είναι υψηλό. Κατά τα τελευταία 20 χρόνια, για πολλές χώρες το εμπόριο με την Κίνα έχει διογκωθεί. Το 1992 η Κίνα αντιπροσώπευε ένα ευτελές 0,9% των εμπορικών συναλλαγών της Βραζιλίας. Μέχρι το 2010 αυτό είχε εκτιναχθεί στο 14%. Άλλοι παραγωγοί βασικών προϊόντων έχουν σημειώσει παρόμοια ανοδική τάση. Το εμπόριο του Πακιστάν με την Κίνα αυξήθηκε από 2,9% σε 13,5% και της Ινδίας από 0,4 στο 10,5%.
Καθώς η Ευρώπη και οι ΗΠΑ βρίσκονται σε στασιμότητα, η Κίνα έχει μετατραπεί σε μια εναλλακτική μηχανή ανάπτυξης. Δημιουργήθηκε έτσι μια κυκλική σχέση ανάδρασης κατά την οποία η Κίνα αγόραζε προϊόντα από χώρες που χρησιμοποιούσαν τα χρήματα για να αγοράσουν με τη σειρά τους προϊόντα κινεζικής κατασκευής.
Ως αποτέλεσμα, η Κίνα έχει καταστεί ο κύριος εμπορικός εταίρος πολλών χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας, της Νότιας Κορέας, της Ιαπωνίας, των Φιλιππίνων, της Βραζιλίας, της Χιλής, του Περού, της Ανγκόλα και της Νότιας Αφρικής. Μερικές από αυτές τις χώρες θα είχαν σοβαρές επιπτώσεις σε περίπτωση που η Κίνα άρχιζε να επιβραδύνεται. Δε θα σημείωνε πτώση μόνο η κινεζική ζήτηση, αλλά και οι τιμές των αγαθών που έχει ανάγκη όπως πετρελαίο, χαλκός και σιδηρομεταλλεύμα.
Μία χώρα που θα έχανε πολλά είναι η Βραζιλία. Άρθρο του Ruchir Sharma, επικεφαλής αναδυόμενων αγορών της Morgan Stanley, στο Foreign Affairs υποστηρίζει ότι η πρόσφατη επιτυχία της Βραζιλίας «στηρίζεται σε μια εξαιρετικά ασταθή προϋπόθεση: τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων». Δηλαδή στηρίζεται, σε ανησυχητικό βαθμό, στην Κίνα. Το Chindown θα μπορούσε να σημάνει το τέλος της «μαγική στιγμής» της Βραζιλίας, αναφέρει ο κ. Sharma. Το ίδιο ισχύει και για άλλα κράτη. «Η επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης της Κίνας σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής στην οποία οι αναδυόμενες αγορές παρουσίασαν ασυνήθιστα ταχεία επέκταση.»
Μια άλλη αναδυόμενη αγορά με παρόμοια χαρακτηριστικά είναι η Μογγολία. Η Κίνα αντιπροσωπεύει περίπου το 92% των εξαγωγών της, ποσοστό που μπορεί να αυξηθεί κι άλλο καθώς ένα τεράστιο ορυχείο χαλκού έρχεται σε λειτουργία εντός του τρέχοντος έτους. Η Μογγολία κάνει προσπάθειες να διαφοροποιηθεί. Θέλει να στείλει χιλιάδες προϊόντα στην ακτογραμμή του Ειρηνικού στη Ρωσία, ακόμη και αν τα ορυχεία της βρίσκονται κατά μήκος των συνόρων της με την Κίνα. Το πολυδάπανο σχέδιο της Ουλάν Μπατόρ να καλύψει τα νώτα της δείχνει πόσο δύσκολο μπορεί να είναι για κάποιες χώρες να μεταβάλουν τη σχέση τους με την Κίνα.
Ο κατάλογος των εξαρτώμενων από την Κίνα δεν περιορίζεται όμως στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η Αυστραλία είναι επίσης άρρηκτα συνδεδεμένη με την Κίνα – ή, ακριβέστερα, με τις υψηλές τιμές των εμπορευμάτων που προκαλούνται από την κινεζική ζήτηση. Πράγματι, μερικές από τις μεγάλες επενδύσεις που σχεδιάζονται από εταιρείες εξόρυξης, με βάση την ακόρεστη δίψα της κινεζικής αγοράς έχουν ήδη μπει στο συρτάρι. Ο Marius Kloppers, διευθύνων σύμβουλος της BHP Billiton, ομολόγησε πρόσφατα πως τα οικονομικά ορισμένων έργων εξόρυξης έχουν αλλάξει, υποχρεώνοντάς τον να τα αναβάλει. Ο Dylan Grice της Societe General τόνισε ότι: «αν η κινεζική ζήτηση πόρων παραμένει υψηλή, μάλλον όλα θα πάνε καλά. Σε αντίθετη περίπτωση, όλα δε θα πάνε καλά.»
Η επιβράδυνση της Κίνας δεν χρειάζεται απαραίτητα να είναι κακό για όλους. Ο Frederic Neumann, περιφερειακός οικονομολόγος της HSBC, κάνει διάκριση μεταξύ ‘σκληρών’ και ‘μαλακών’ αγαθών. Μια κινεζική εξισορρόπηση θα μπορούσε πράγματι να είναι καλό για τα μαλακά αγαθά, όπως το σιτάρι και τη σόγια, αν οι δαπάνες των νοικοκυριών ήταν να αυξηθούν. Η απώλεια της Βραζιλίας, με άλλα λόγια, θα μπορούσε να είναι το κέρδος της Αργεντινής. Άλλα προϊόντα, όπως το φοινικέλαιο, που χρησιμοποιείται σε επεξεργασμένα τρόφιμα, μπορεί επίσης να έχει καλύτερη πορεία. Αυτό θα μπορούσε να ωφελήσει χώρες όπως τη Μαλαισία, η οποία έχει επεκτείνει την παραγωγή φοινικέλαιου τα τελευταία χρόνια, και την Ινδονησία – αν και η Ινδονησία παράγει επίσης και σκληρά αγαθά, μεταξύ άλλων και άνθρακα. Ορισμένοι μεγάλοι εισαγωγείς πετρελαίου θα μπορούσαν να ωφεληθούν από τις χαμηλότερες τιμές που θα επέφερε η επιβράδυνση της Κίνας.
Εάν η Ελλάδα αποχωρήσει, σχεδόν όλοι θα υποφέρουν. Αλλά καθώς η Κίνα μειώνει τους ρυθμούς ανάπτυξης της, οι επιπτώσεις είναι πιθανό να είναι πιο περίπλοκες. Μόνο για ορισμένους θα σημάνει το τέλος της μαγικής στιγμής τους.
[sc:Πηγή id=”http://www.banksnews.gr/portal/home-page/124-top-story/7284—grexit——” ]