Δύο νόμοι που είχαν ψηφισθεί το 2011 και το 2013 επί κυβερνήσεων Παπαδήμου και Σαμαρά αντίστοιχα, είναι το κλειδί για την επίτευξη συμφωνίας με τους δανειστές και την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Αφορούν την περικοπή κρατικών δαπανών σε περίπτωση δημοσιονομικών αποκλίσεων και η κυβέρνηση καλείται τώρα να τους δώσει ουσιαστικό περιεχόμενο, προσδιορίζοντας τι περικοπές θα γίνουν σε περίπτωση που καταστεί αναγκαία η ενεργοποίηση τους. Αυτό θα είναι το πακέτο πρόσθετων μέτρων «εν αναμονή» που οι δανειστές ζητούν να συμφωνηθεί για να κλείσουν η διαπραγμάτευση και η αξιολόγηση.
Οι δύο νόμοι είχαν ψηφισθεί κατ’ εφαρμογήν τωνΕυρωπαϊκών Κανονισμών οικονομικής διακυβέρνησης Six Pack (που αφορά τον δηµοσιονοµικό συντονισµό των χωρών της Ευρωζώνης) και Two Pack, ο οποίος αφορά τα κράτη-μέλη που λαµβάνουν οικονοµική βοήθεια.
Οι δανειστές ζητούν από την ελληνική πλευρά να προσδιορίσει τώρα ποιες περικοπές θα γίνουν το 2018 – εάν δεν επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα – ώστε να εξοικονομηθούν μέχρι 3,6 δισ. ευρώ και να καλυφθεί η όποια απόκλιση.
Επιμένουν σε περικοπές κρατικών δαπανών, εκτιμώντας ότι το ποσό αυτό δεν μπορεί να προέλθει από νέα φορολογικά μέτρα, καθώς η φοροδοτική ικανότητα φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων έχει εξαντληθεί.
Χωρίς εναλλακτικές
Το μεγάλο πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι ότι αν αποδεχθεί τη φόρμουλα του μηχανισμού διόρθωσης αποκλίσεων, πρέπει να συναινέσει σε (δυνητική μελλοντική) περικοπή μισθών και συντάξεων: Άλλος τρόπος εξοικονόμησης 3,6 δισ. δεν υπάρχει, δεδομένου ότι οι λειτουργικές δαπάνες του Δημοσίου έχουν συρρικνωθεί στα όρια της ομαλής λειτουργίας του κράτους, ενώ οι δημόσιες επενδύσεις αφορούν το ΕΣΠΑ, όπου το «ψαλίδισμα» θα συνεπαγόταν απώλεια κοινοτικών κονδυλίων.
Κατά τις εκτιμήσεις υπηρεσιακών παραγόντων του υπουργείου Οικονομικών, για να προκύψει το ζητούμενο όφελος των 3,6 δισ. ευρώ (εάν δεν επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος), οι μισθοί και οι συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων πρέπει να μειωθούν μεσοσταθμικά κατά 12%. Ανάλογη περικοπή πρέπει να γίνει στα ποσά κρατικής χρηματοδότησης προς τα ασφαλιστικά Ταμεία, με φυσικό επακόλουθο τη μείωση των συντάξεων που καταβάλλουν.
Πολιτικό κόστος
Στο Μαξίμου εκτιμούν ότι μια τέτοια λύση για την επίτευξη συμφωνίας θα ήταν πολύ βαρύ φορίο για την κυβέρνηση – ακόμη κι αν τα μέτρα αυτά δεν πρόκειται να εφαρμοσθούν, διότι δεν θα προκύψει το 2018 απόκλιση από το στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος.
Όπως επισημαίνουν συνεργάτες του πρωθυπουργού, η κυβέρνηση καλείται να επωμισθεί πολιτικό κόστος – και το βάρος πολλαπλών παρενεργειών στην οικονομία και την κοινωνία – για εξαιρετικά επώδυνα μέτρα τα οποία τελικά μπορεί να μην εφαρμοσθούν.
Αν όμως δεν βρεθεί τρόπος να υπερκερασθεί αυτό το ζήτημα και να κλείσει η συμφωνία, θα προκύψει σοβαρή εμπλοκή με αβέβαιες περαιτέρω εξελίξεις στις σχέσεις με τους δανειστές, αλλά και σε πολιτικό επίπεδο.