Απογοητευτικά είναι τα στοιχεία από το πρώτο 20ήμερο λειτουργίας του Ενδιάμεσου Προγράμματος για την προστασία πρώτης κατοικίας, καθώς ελάχιστοι ευάλωτοι δανειολήπτες έχουν υποβάλει αίτημα στην ηλεκτρονική πλατφόρμα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, εχθές Τετάρτη είχαν υποβληθεί στην ειδική πλατφόρμα μόλις 71 αιτήσεις, εκ των οποίων οι 28 βρίσκονται σε στάδιο αξιολόγησης. Το Ενδιάμεσο Πρόγραμμα αποτελεί ένα μεταβατικό καθεστώς προστασίας της α΄κατοικίας μέχρις ότου τεθεί σε λειτουργία ο Φορέας Διαχείρισης Ακινήτων, ο οποίος αναμένεται να δίνει οριστική λύση εκκαθάρισης των κόκκινων οφειλών με ενέχυρο ακίνητα. Σύμφωνα με την ΕΙΔΙΧ, ο Φορέας αναμένεται να λειτουργήσει τον Αύγουστο του 2023.
«Προκαλεί και σε εμάς εντύπωση η περιορισμένη απήχηση που έχει μέχρι στιγμής το Ενδιάμεσο Πρόγραμμα στους οφειλέτες. Εκτιμώ ότι, αφενός βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή της λειτουργίας του και ενδεχομένως οι οφειλέτες να μην γνωρίζουν αυτή τη δυνατότητα και, αφετέρου, ότι η περίμετρος των ευάλωτων οφειλετών είναι περιορισμένη σε σύγκριση με προηγούμενα καθεστώτα προστασίας (νόμος Κατσέλη, προγράμματα «Γέφυρα» κ.α.)», δηλώνει στο BD ο κ. Άρης Αρβανιτάκης, διευθύνων σύμβουλος της UCI Greece LMS και μέλος ΔΣ της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις.
«Οι πιστωτές, δηλαδή οι servicers και οι τράπεζες, ενθαρρύνουμε την προσφυγή των επιλέξιμων οφειλετών στα πλαίσια προστασίας που προσφέρει η Πολιτεία τα οποία διασφαλίζουν αφενός προστασία της πρώτης κατοικίας και αφετέρου σταδιακή θεραπεία των μη εξυπηρετούμενων οφειλών», αναφέρει χαρακτηριστικά. Άλλες πηγές του κλάδου εξηγούν ότι το «μουδιασμένο ξεκίνημα» είναι συνηθισμένο φαινόμενο σε αντίστοιχες πλατφόρμες που έχει λανσάρει το υπουργείο Οικονομικών με στόχο την αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους. Κοινή εκτίμηση του κλάδου, πάντως, είναι ότι μόλις οι οφειλέτες αρχίσουν να λαμβάνουν κατασχετήρια για την πρώτη κατοικία τους, θα σπεύσουν να κάνουν ό,τι απαιτείται προκειμένου να μη βγει στο σφυρί.
Σημειώνεται ότι έως το τέλος του έτους έχουν προγραμματιστεί 7.000 πλειστηριασμοί περίπου, ενώ από την αρχή του έτους έχουν ολοκληρωθεί 28.000 αναγκαστικές εκτελέσεις περίπου. Ενδιαφέρον προκαλεί, πάντως, το γεγονός ότι από αυτούς τους πλειστηριασμούς μόνο 6.500 έχουν κατακυρωθεί ενώ οι υπόλοιποι 21.200 ματαιώθηκαν λόγω έλλειψης πλειοδοτών.
Τι ισχύει με τους ευάλωτους οφειλέτες
Για να χαρακτηριστεί ένας οφειλέτης «ευάλωτος» είναι αναγκαίο να έχει εκδώσει Βεβαίωση Ευάλωτου Οφειλέτη από την ειδική σελίδα του gov.gr. Προϋπόθεση είναι να είναι φυσικό πρόσωπο και να πληροί μία από τις παρακάτω συνθήκες: να έχει κηρυχθεί σε πτώχευση, να έχει κατασχεθεί η κύρια κατοικία του ή να έχει καταρτίσει σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΙΔΙΧ που έχει στη διάθεσή του το BD, σήμερα έχουν λάβει Βεβαίωση Ευάλωτου Οφειλέτη 488 δανειολήπτες, έχουν απορριφθεί 169 αιτήσεις ενώ 2321 αιτήσεις έχουν αποσυρθεί από τους αιτούντες. Ωστόσο, στην πλατφόρμα εκκρεμούν ακόμη 5.788 αιτήσεις οι οποίες βρίσκονται σε αρχικό στάδιο (εκκρεμούν δικαιολογητικά). Εκτίμηση των αρμόδιων αρχών είναι ότι, μόλις οι αιτήσεις προχωρήσουν, θα αυξηθεί αισθητά ο αριθμός των ευάλωτων.
Τα οφέλη του Ενδιάμεσου Προγράμματος
Κύριο πλεονέκτημα του Ενδιάμεσου Προγράμματος είναι η κρατική επιδότηση ύψους από 70 έως 210 ευρώ, η οποία καταβάλλεται στον πιστωτή -τράπεζα ή servicer- έναντι της μηνιαίας δόσης του ρυθμισμένου δανείου. Η ένταξη στο καθεστώς προστασίας συνεπάγεται αναστολή των αναγκαστικών εκτελέσεων (πλειστηριασμών) εις βάρος των ευάλωτων οφειλετών.
Προϋπόθεση για την ένταξη στο πρόγραμμα και την παροχή Κρατικής επιδότησης είναι η πλήρωση των κριτηρίων επιλεξιμότητας – εισοδηματικά, περιουσιακά και λοιπά κριτήρια – που θεσπίστηκαν και ισχύουν στο προνοιακό πρόγραμμα «Επίδομα Στέγασης», σύμφωνα με τα οποία:
α) το συνολικό εισόδημα δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 7.000 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ για κάθε μέλος του νοικοκυριού και έως του ποσού των 21.000 ευρώ ετησίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού.
β) η συνολική φορολογητέα αξία της ακίνητης περιουσίας δεν πρέπει να υπερβαίνει το ποσό των 120.000 για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενη κατά 15.000 ευρώ για κάθε πρόσθετο μέλος και έως του ποσού των 180.000 ευρώ.