Με δεμένα χέρια οι τραπεζίτες

Την ώρα που οι χθεσινές δηλώσεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Δ. Στρατούλη περί αξιοποίησης των τραπεζικών καταθέσεων για τόνωση των επενδύσεων και αύξηση της ρευστότητας στην αγορά, προκάλεσαν ποικίλα σχόλια και αντιδράσεις, έμπειρα τραπεζικά στελέχη αναλύουν στο axiaplus.gr την δικαιολογημένη – σύμφωνα με τους ίδιους – αδυναμία του πιστωτικού συστήματος να χρηματοδοτήσει την πραγματική οικονομία.

Στο ερώτημα γιατί οι τράπεζες αδυνατούν να χρηματοδοτήσουν την οικονομία στην παρούσα, εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία, οι διοικήσεις των τραπεζών αναφέρουν τρεις κυρίως λόγους.

Ο πρώτος λόγος σχετίζεται με το γεγονός ότι ένα σημαντικό μέρος της ρευστότητας που κατέχουν οι τράπεζες ήτοι περίπου 115 δις. ευρώ, είναι «δανεική» από την ΕΚΤ και πρέπει σύντομα να επιστραφεί. Πρέπει μάλιστα να σημειωθεί ότι από τα 115 δις ευρώ που έχουν λάβει οι τράπεζες, τα 85 δις ευρώ καλύπτουν τρέχοντα δάνεια ενώ τα υπόλοιπα 30 δις ευρώ καλύπτουν την χρηματοδότηση των υφιστάμενων ομολόγων και βεβαίως ένα απόθεμα ρευστότητας που είναι επιβεβλημένο από την ΤτΕ.

Ο δεύτερος λόγος σχετίζεται με την υφεσιακή κατάσταση της οικονομίας και την αυξανόμενη ανεργία, που συμβάλουν στην κατακόρυφη αύξηση των κόκκινων δανείων. Όπως ισχυρίζονται οι τραπεζίτες ακόμη και αν οι τράπεζες διέθεταν πλεονάζουσα ρευστότητα με ίδια μέσα πάλι θα είχαν μειώσει δραστικά την χρηματοδότηση προς την οικονομία, προκειμένου να περιορίσουν το φαινόμενο των κόκκινων δανείων. Η ανησυχία που εντείνεται στην τραπεζική αγορά είναι ότι η βαθιά ύφεση, εάν δεν αναστραφεί το κλίμα, θα οδηγήσει σε τέλμα την οικονομία, σε βαθμό που θα είναι εξαιρετικά δυσχερής η ανάκαμψη αφού ήδη έχει τρωθεί ο παραγωγικός ιστός.

Ο τρίτος λόγος και ο κατά τεκμήριο σημαντικότερος, σχετίζεται με το σοκ που έχει υποστεί η καταθετική βάση. Όταν οι καταθέσεις έχουν μειωθεί από τις αρχές του 201 κατά 74 δις χωρίς να υπάρχει στον ορίζοντα περίπτωση σοβαρής αναστροφής του κλίματος και όταν έχουν αποτύχει όλες οι προσπάθειες επαναπατρισμού κεφαλαίων, είναι προσφανές ότι το πιστωτικό σύστημα βρίσκεται, σύμφωνα με τους τραπεζίτες σε ομηρία.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι τράπεζες το 2009 είχαν μια διαφορά δανείων προς καταθέσεις μόλις 20 δις ευρώ το οποίο εύκολα ή δύσκολα κάλυπταν από τις αγορές. Σήμερα η διαφορά αυτή έχει εκτοξευτεί στα 85 δις ευρώ.

Το τραπεζικό σύστημα είναι εγκλωβισμένο και όσο δεν υπάρχει αναστροφή τάσης στις καταθέσεις θα πρέπει να θεωρείται αδύνατη η χρηματοδότηση της οικονομίας από τις τράπεζες.

Μόνη αντίδραση των τραπεζών σε αυτή την εξέλιξη – βόμβα είναι η αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων μήπως και καταφέρουν να διατηρήσουν την υπόλοιπη καταθετική τους βάση. Έτσι παρατηρούνται φαινόμενα προσφοράς επιτοκίων καταθέσεων της τάξης του 6% ή 7% ειδικά στις μικρότερες τράπεζες.

Η ομηρία πάντως των τραπεζών δεν φαίνεται να αίρεται σχετικά σύντομα και αυτό γιατί μέχρι το 2015 το εγχώριο πιστωτικό σύστημα θα πρέπει να έχει μειώσει κατά το ήμισυ την ρευστότητα που έχει λάβει από την ΕΚΤ. με δεδομένο λοιπόν ότι οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να επιστρέψουν μέσα στην επόμενη τριετία ρευστότητα στην ΕΚΤ της τάξης των 50 – 60 δις. ευρώ, είναι προφανές ότι κεφάλαια για να στραφούν στην οικονομία δεν περισσεύουν.

Το σημείο κλειδί

Για το τραπεζικό σύστημα η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών είναι καίριο θέμα για την ενίσχυση της ρευστότητας ενώ σε ένα επόμενο στάδιο, η πρόσβαση στις αγορές χρήματος θα επιτρέψει την απεξάρτηση από το ευρωσύστημα.

Σε μακροοικονομικό επίπεδο, έχει γίνει πρόοδος μετά την επιτυχία του PSI Plus και την επίτευξη της δανειακής σύμβασης αλλά όπως επισημαίνει η πλευρά των τραπεζών, είναι κρίσιμο να προκύψει άμεσα ισχυρή κυβέρνηση στη χώρα που επιταχύνει τις κινήσεις δημοσιονομικής προσαρμογής που θα δώσουν ώθηση στην οικονομία.

Η αύξηση της εισροής κοινοτικών πόρων μέσω των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ θα ενισχύσει τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, όπως και η προώθηση των επενδύσεων που συγχρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα επιτρέψει τη βελτίωση των προοπτικών για ανάκαμψη των επενδύσεων, τονίζουν, θεωρώντας ότι η άμεση εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου σε επιχειρήσεις και ιδιώτες και η εκκίνηση των μεγάλων έργων όπως αυτών που αφορούν οδικούς άξονες, θα αποτελέσουν ουσιαστικά βήματα και θα βελτιώσουν το κλίμα.

Για τις τράπεζες, η ολοκλήρωση της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης αναμένεται να ενισχύσει τον κλάδο ώστε να ανοίξει σταδιακά το δρόμο των αγορών. Μετά τον Σεπτέμβριο η εικόνα του κλάδου θα αποτυπώνει ομίλους, με «καθαρούς» ισολογισμούς και ισχυρή κεφαλαιακή βάση, έτοιμους να επιστρέψουν στη χρηματοδότηση από τις διεθνείς αγορές, εκτιμούν τραπεζικά στελέχη.

Του Κώστα Παπαγρηγόρη
axiaplus.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *