Ασφυκτική είναι πλέον η κατάσταση στα δημόσια ταμεία, όπως προδίδει η απόφαση για εσωτερικό δανεισμό 3 δισ. από τους φορείς της γενικής κυβέρνησης. Η ΕΚΤ αναγνωρίζοντας κίνδυνο εκτροχιασμού του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και προσπαθώντας να προλάβει «έμφραγμα» στο δεύτερο 6μηνο του έτους κατεβάζει το πλαφόν για τις εκδόσεις εντόκων γραμματίων. Το πρωτογενές πλεόνασμα που τόσα έχουν γραφεί δεν είναι παρά μόνο… λογιστικό καθώς στον υπάρχει διογκούμενο έλλειμμα.
Το ΥΠΟΙΚ δανείζεται –υποχρεωτικά- από φορείς του Δημοσίου με κεφαλαιακό απόθεμα μέσω έκδοσης repos 3 δισ. τα οποία θα είναι στη διάθεση του ΟΔΔΗΧ, για την εξυπηρέτηση του Δημοσίου χρέους. Όπερ σημαίνει ότι το ΥΠΟΙΚ στραγγίζει την εσωτερική αγορά ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις προς τους δανειστές.
Όλα αυτά ενώ οι κεντρικές τράπεζες δεν έχουν επιστρέψει τα ANFA’s, τα κέρδη δηλαδή από την αγορά και διακράτηση ελληνικών ομολόγων.
Ενώ οι διαδικασίες φαίνονται περισσότερο τεχνικές και λιγότερο πολιτικές εγκυμονούν πολλαπλούς κινδύνους. Το ενδεχόμενο καθυστέρησης αποπληρωμής ελληνικών ομολόγων λόγω ανεπάρκειας διαθεσίμων είναι ορατό καθώς ο Μάιος πλησιάζει.
Παράλληλα η «αποστράγγιση» των διαθεσίμων της γενικής κυβέρνησης δίνει σαφές στίγμα ότι το Δημόσιο όχι μόνο δεν πληρώνει αλλά βρίσκεται τα πρόθυρα της κατάρρευσης, ένδειξη που πλήττει το κύρος της χώρας διεθνώς και αποκαλύπτει ότι η κυβέρνηση δεν έχει ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης ρευστότητας.
Εκτός αυτών οι εξελίξεις προδίδουν και μια διαρκώς εντεινόμενη κόντρα με τους πιστωτές η οποία θα μπορούσε να οδηγηθεί στα άκρα αν δεν υπάρξει άμεσα συμφωνία με την τρόικα.
Με τις δόσεις να εκταμιεύονται με μεγάλη καθυστέρηση και τις χρηματοροές να παραμένουν αρνητικές στα τρίμηνα οι επιλογές του οικονομικού επιτελείου περιορίζονται δραματικά.
Η Ελληνική κυβέρνηση καλείται τώρα να αντιμετωπίσει μια κρίση ρευστότητας η οποία μπορεί να δυναμιτίσει την προσπάθεια ανατροπής του αρνητικού κλίματος και την αναπτυξιακή δυναμική.
Οι συσχετισμοί είναι πλέον οριακοί, όπως και οι προθεσμίες, ενώ οι κινήσεις του οικονομικού επιτελείου προδίδουν πανικό και έλλειψη πλάνου διαχείρισης ρευστότητας.
Όπως επισημαίνουν καλά πληροφορημένες πηγές πριν φτάσει το Δημόσιο στον εσωτερικό δανεισμό έκλεισε τις στρόφιγγες πληρωμών προς τους ιδιώτες προσπαθώντας να βελτιώσεις τις ταμειακές ροές και να αποκτήσει μαξιλάρι ασφαλείας.
Ετσι κεφάλαια που θα διοχετεύονταν σε αναπτυξιακές δράσεις και σε αποπληρωμή υποχρεώσεων έχουν παγιδευτεί. Όσο συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις και οι δόσεις παραμένουν παγωμένες η κατάσταση θα εντείνεται.
Η απόφαση της ΕΚΤ να περιορίσει δραστικά το πλαφόν για τα έντοκα γραμμάτια έχει πολλαπλά μηνύματα:
Αφ ενός προσπαθεί να αποτρέψει ενδεχόμενη δημοσιονομική εκτροπή, καθώς η Ελλάδα αποπληρώνει τοκοχρεολύσια και πολυετή ομόλογα με βραχυχρόνιο δανεισμό, ο οποίος επιβαρύνει τις μηνιαίες δαπάνες και παράλληλα στραγγίζει τις τράπεζες.
Αφ ετέρου καθιστά σαφές ότι οι διαπραγματεύσεις πρέπει να ολοκληρωθούν άμεσα γιατί κανείς δεν αντέχει.
Το πρόβλημα αναμένεται να κορυφωθεί τον Μάιο, οπότε και λήγουν ομόλογα και τόκοι 9,8 δισ. ευρώ.
Σπάει τον κουμπαρά
Το οικονομικό επιτελείο σε μια προσπάθεια να προλάβει τα χειρότερα, προχωρά σε εσωτερικό δανεισμό .αξιοποιώντας τα ταμειακά διαθέσιμα διαφόρων φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, όπως το «Πράσινο Ταμείο», οι Ανεξάρτητες Αρχές (Τηλεπικοινωνιών, Ενέργειας, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κ.α.), τα Πανεπιστήμια, το Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλλεγγύης Γενεών κλπ.
Μόνο το «Πράσινο Ταμείο» και οι Ανεξάρτητες Αρχές, διαθέτουν περισσότερα από 2 δισ. ευρώ, τα οποία θα δανειστεί με μικρό επιτόκιο το υπουργείο Οικονομικών, για να αντιμετωπίσει πρόσκαιρα το πρόβλημα ρευστότητας.
Τα επιτόκια αγοράς για προτεινόμενο διάστημα 15 ημερών, κυμαίνονται στα επίπεδα του 1,70%-1,75%.
Μ’ αυτό τον τρόπο, θα συγκρατηθούν λογιστικά και οι δαπάνες αποπληρωμής τόκων δημοσίου χρέους και το Δημόσιο θα δανείζεται χωρίς να επηρεάζεται το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος! Οι τόκοι που θα πληρώνει το Ελληνικό Δημόσιο δεν θα επιβαρύνουν καθόλου το έλλειμμα και το χρέος της γενικής κυβέρνησης, δεδομένου ότι θα αποτελούν ταυτόχρονα δαπάνη της κεντρικής κυβέρνησης και έσοδο των φορέων της γενικής κυβέρνησης, θα είναι δηλαδή «δημοσιονομικά ουδέτεροι».