Την ύπαρξη δικαστών οι οποίοι εθελοτυφλούν σε βάρος δανειοληπτών και… εκδίδουν διαταγές πληρωμής εκ μέρους των τραπεζών, καταπατώντας διατάξεις του ελληνικού και του Ευρωπαϊκού δικαίου, κατήγγειλε ο Μάριος Μαρινάκος δικηγόρος Κορίνθου μιλώντας στο Radio1d.gr και στην εκπομπή «Βαριά και ανάλαφρα», των Βασίλη Παπαναστασούλη και Δέσποινας Κρητικού.
Ο κύριος Μαρινάκος έκανε λόγο για πλειοψηφία δικαστών οι οποίοι όπως είπε, παρακάμπτουν συγκεκριμένες διατάξεις και υπογράφουν τις διαταγές πληρωμής των τραπεζών σε βάρος των δανειοληπτών χωρίς να μελετήσουν τις δανειακές συμβάσεις προκειμένου να εντοπίσουν τυχόν καταχρηστικότητες μέσα σε αυτές.
Παράλληλα, ο Μ. Μαρινάκος εξήγησε ότι οι καταχρηστικότητες των τραπεζών έχουν αναγνωριστεί με δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν από συλλογικές αγωγές και σύμφωνα με το άρθρο 10 του νόμου (ν. 2251/1994) περί προστασίας καταναλωτών «αναπτύσσουν ισχύ έναντι πάντων, δηλαδή έχουν ισχύ ενός ουσιαστικού νόμου»
. Επιπλέον, σύμφωνα με τον κύριο Μαρινάκο, το 2008 εκδόθηκε σχετική υπουργική απόφαση με την οποία οι τράπεζες απαγορεύεται να χρησιμοποιούν καταχρηστικούς όρους στις δανειακές τους συμβάσεις. «Επειδή στην Ελλάδα κάποια κράτη είναι ισχυρότερα από το Ελληνικό, οι τράπεζες εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τις ίδιες καταχρηστικότητες και την ίδια στιγμή οι δικαστές, όχι όλοι βέβαια, άλλα μια μεγάλη πλειοψηφία, των δικαστών κλείνουν τα μάτια απέναντι σε αυτές τις καταχρηστικότες, κλείνουν τα μάτια και απέναντι στο ελληνικό δικαιακό σύστημα και εκδίδουν διαταγές πληρωμής σε βάρος δανειοληπτών, οι οποίοι από εκείνο το σημείο και μετά έχουν να παλέψουν μ’ ένα ολόκληρο τραπεζικό σύστημα και ένα δικονομικό σύστημα τους λέει ότι εντός 15 ημερών πρέπει ν αποδείξουν ότι η τράπεζα έχει σφάλμα ή λάθος». Όπως μας εξηγεί ο κ. Μαρινάκος «αυτή η πίεση χρόνου και αυτός ο όγκος των διαταγών πληρωμής έχει σαν αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τελεσίδικες απαιτήσεις των τραπεζών οι οποίες στην ουσία τους προέκυψαν από καταχρηστικούς δανειακούς όρους ».
Σύμφωνα με τον κ Μαρινάκο, οι καταχρηστικοί όροι στις δανειακές συμβάσεις οι οποίοι δεν εντοπίζονται από τους δικαστές, έχουν εντοπιστεί και έχουν απαγορευτεί με νόμους, με αποφάσεις του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου ακόμη και με υπουργικές αποφάσεις, που όμως δεν εφαρμόζονται από πολλούς δικαστές, με αποτέλεσμα να εκδίδονται τελεσίδικες αποφάσεις για διαταγή πληρωμής και δανειολήπτες να χάνουν τις περιούσιες τους.
«Οι δικαστές υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη τους, τουλάχιστον σύμφωνα με τις αποφάσεις που έχει εκδώσει το δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (νόμος 93/13 /ΕΟΚ), αυτεπαγγέλτως μάλιστα τις ενδεχόμενες καταχρηστικότητες που υπάρχουν στις δανειακές συμβάσεις των τραπεζών και σε περίπτωση που εντοπιστεί μια τέτοια καταχρηστικότητα οι δικαστές θα όφειλαν να λειτουργήσουν κατά τρόπο ώστε να μην υπόκειται ο καταναλωτής, δηλαδή ο δανειολήπτης τις συνέπειες αυτής της καταχρηστικότητας», κατήγγειλε ο κ. Μαρινάκος. (ακούστε τι είπε στο 16`45«)
Ο Γολγοθάς των δανειοληπτών μετά τις διαταγές πληρωμής
Ο κ. Μαρινάκος ξεκαθάρισε ότι δεν χρεώνει δόλο στους δικαστές ωστόσο όπως αναφέρει, «δεν παραβλέπω ότι τέτοιου είδους σφάλματα έχουν να κάνουν με ζωές ανθρώπων». Ο ίδιος ζητά από τους δικαστές να επιμορφωθούν για τις δυνατότητες που έχουν και χαρακτηρίζει ως λύση την παραγγελία πραγματογνωμοσύνης για την επίλυση των τυχόν δυσκολιών που θα συναντήσουν οι δικαστές σε μια τέτοια υπόθεση. Ως παράδειγμα, ο κ. Μαρινάκος φέρνει υπόθεση του μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης στην οποία δικαστής βρίσκει συγκεκριμένη δανειακή σύμβαση νόμιμη και εκδίδει διαταγή πληρωμής λέγοντας ότι το δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να αναγνωρίσει τον Ευρωπαϊκό νόμο, ενώ ένα μήνα αργότερα άλλος δικαστής ακυρώνει τη διαταγή πληρωμής. «Πρόκειται για εξόφθαλμη παραβίαση του ευρωπαϊκού δικαίου» τονίζει ο κ Μαρινάκος ο οποίος αποκαλύπτει ότι μαζί με άλλους νομικούς εξετάζουν το ενδεχόμενο της προσωπικής αγωγής σε βάρος του δικαστή, ζητώντας ως αποζημίωση το ποσό της διαταγής πληρωμής. «Αυτοί οι άνθρωποι μόνο αν μπουν στη θέση του δανειολήπτη θα καταλάβουν τι γίνεται» καταλήγει ο κ. Μαρινάκος
Τέλος, ο κύριος Μαρινάκος παραθέτει έναν όρο ο οποίος χαρακτηρίστηκε καταχρηστικός σε δανειακές συμβάσεις. Πρόκειται για τον εκτοκισμό δανείων για 360 και όχι 365 ημέρες (ημέρες έτους). Με αυτόν τον τρόπο η χρέωση σύμφωνα με τον κ. Μαρινάκο είναι υψηλότερη κατά 1,3889% επί του επιτοκίου, δηλαδή ο τόκος είναι προσαυξημένος. Επίσης επικαλείται το άρθρο 88 του νόμου 3601/ 2007 που προβλέπει ότι μετά από το 6μηνο παύσης πληρωμών οι τόκοι θα πρέπει να σταματάνε να λογίζονται.
Επειδή το παραπάνω θέμα αποτελεί αντικείμενο συζήτησης επί χρόνια:
Ο δικαστής, για να εκδώσει διαταγή πληρωμής, ελέγχει αν ο αιτών την έκδοσή της έχει όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά, που προβλέπονται από τη νομοθεσία. ΔΕΝ μπαίνει στην ουσία της απαίτησης, δηλ αν τα λεφτά που απαιτεί η τράπεζα είναι τόσα ή λιγότερα ή περισσότερα.
Αυτό θα κριθεί από το δικαστήριο κατά την εκδίκαση της ανακοπής.
Θα αναρωτηθεί κανείς γιατί δεν το πρόβλεψε ο νομοθέτης. Γιατί αν το έκανε, θα άφηνε άνεργους πολλούς δικηγόρους.
Ο κ. Μαρινάκος αναφέρεται αφ’ ενός σε όλους εκείνους τους δανειολήπτες που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να κάνουν ανακοπή (και είναι πάρα πολλοί ειδικά στις μέρες μας) και οι οποίοι με συνοπτικές διαδικασίες χάνουν ότι περιουσιακό στοιχείο διαθέτουν και αφ’ ετέρου σε αυτούς που καταφεύγουν στην ανακοπή, με ότι οικονομικές και ψυχολογικές επιβαρύνσεις αυτό συνεπάγεται και μάλιστα με εντελώς αμφίβολη κατάληξη. Όλος αυτός ο κόσμος (όλοι μας δηλαδή) μπαίνουμε σε μία τεράστια περιπέτεια επειδή οι δικαστές ασκούν πλημμελώς ή μάλλον μεροληπτικά υπέρ των τραπεζών τα καθήκοντά τους, ενώ θα έπρεπε να σκανάρουν τις συμβάσεις για τυχόν παράνομους και καταχρηστικούς όρους, πριν εκδώσουν τη διαταγή πληρωμής και πριν μας βάλουν σε όλους αυτούς τους μπελάδες.
Συμφωνώ μαζί σου στο τι θα έπρεπε να γίνεται.
Από την άλλη, αν ο δικαστής απέρριπτε την έκδοση ΔΠ, θα αναγκαζόταν η τράπεζα να κάνει τακτική αγωγή. Εκεί τα πράγματα θα δυσκόλευαν αφάνταστα για τον δανειολήπτη, διότι η απόφαση θα έβγαινε ΠΑΝΤΑ σε βάρος του, με απλή διαφοροποίηση του οφειλόμενου ποσού.
Αν π.χ. η τράπεζα εκδώσει ΔΠ με απαίτηση 10.000 ευρώ και στην ανακοπή αποδείξεις ότι είναι 8.000, πετυχαίνεις την ακύρωση της ΔΠ και είσαι εκεί που βρισκόσουν πριν την έκδοση της ΔΠ.
Αν η τράπεζα κάνει τακτική αγωγή για 10.000 και εσύ αποδείξεις ότι το χρέος είναι π.χ. 8.000, τότε η απόφαση σε διατάζει να πληρώσεις 8.000 και όχι τίποτα.
Εκεί πλέον την πάτησες γιατί με την απόφαση, η τράπεζα μπορεί να ξεκινήσει κατασχέσεις.
Έχω προσωπική εμπειρία από αστικό δικαστήριο όπου εγώ διεκδικούσα με αγωγή ένα ποσό (Χ), όχι από τράπεζα πάντως, και την έχασα λόγω αοριστίας του πώς προέκυπτε το ποσό που ζητούσα. Θέλω να πω δηλαδή πως τίποτα δεν είναι δεδομένο όταν πρόκειται για δικαστική απόφαση, συν το ότι η αγωγή εκδικάστηκε μετά από πέντε χρόνια και ακόμα περιμένω το εφετείο. Δηλαδή πολύ χρονοβόρα διαδικασία, η οποία παρακάμπτεται με το κόλπο της διαταγής πληρωμής που είναι ένας τίτλος εκτελεστός άμεσα.
Στην Αθήνα μπορεί οι προθεσμίες να είναι όπως τις περιγράφεις. Εδώ που είμαι εγώ, οι προθεσμίες είναι γρήγορες.
Για να καταλάβεις, όταν καταθέτεις μια ανακοπή εναντίον ΔΠ, η ημερομηνία εκδίκασης είναι σε 50 μέρες το πολύ. Αν καταθέσεις έφεση, η ημερομηνία εκδίκασης είναι σε 60 μέρες το πολύ.
Ενώ στην Αθήνα, μια ημερομηνία ανακοπής μπορεί να είναι μετά από 2 χρόνια.
Δεν αποκλείω την ύπαρξη παραδικαστικών κυκλωμάτων. Δεν πείθομαι οτι μόνο ο Γιοσάκης ή ο Βαβύλης είναι μπλεγμένοι. Η δικαστική εξουσία σίγουρα δεν αφήνει ασυγκίνητες τις τράπεζες. Διαφθορά υπάρχει παντού. Όταν κάποιος είναι κράτος εν κράτει και σφυρίζει αδιάφορα επανειλλημένα απέναντι έστω στους λίγους νόμους που προστατεύουν τους δανειολήπτες, σημαίνει οτι έχει πλάτες που δεν είναι απαραίτητα πολιτικές. Αποδείξεις δεν υπάρχουν αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί ως υπόθεση.
Α καλά. Αυτό ξαναπέστο.
Η εμπιστοσύνη κερδίζεται και οι έλληνες δικαστές ΔΕΝ έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου.