Η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls) αντιμετωπίζεται από τον Αλέξη Τσίπρα ως ένα ακόμη προεκλογικό χαρτί. Κι αυτό διότι η συγκεκριμένη κίνηση εκτιμά ότι ταιριάζει γάντι στο αφήγημά του, ότι δηλαδή έβγαλε τη χώρα από την κρίση και την οδήγησε στην κανονικότητα.
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα σχετικής ανάλυσης που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της γερμανικής οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt, υπό τον τίτλο «Οι ελληνικές τράπεζες φοβούνται ένα νέο κύμα φυγής κεφαλαίων».
Η ουσία, ωστόσο, είναι ότι δεν συμφωνούν όλοι με αυτή την εκτίμηση, ούτε έχουν όλοι τις ίδιες ανησυχίες με τον Έλληνα πρωθυπουργό. Για την ακρίβεια, οι επικεφαλής των συστημικών τραπεζών ανησυχούν ότι η πλήρης άρση των περιορισμών είναι βιαστική και μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη.
Ειδικά σε μια περίοδο που τα «κόκκινα δάνεια» ασκού ασφυκτικές πιέσεις στον χρηματοπιστωτικό κλάδο και απειλούν να τον «πνίξουν». Αυτή ακριβώς ήταν και η άποψη την οποία μετέφεραν στον επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννη Στουρνάρα, στη συνάντηση που είχαν μαζί του την περασμένη Παρασκευή.
«Τα capital controls ήταν η ζώνη ασφαλείας που έσωσε τις ελληνικές τράπεζες από την καταστροφή το καλοκαίρι του 2015. Τη νύχτα 27-28 Ιουνίου, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έκλεισε την κάνουλα των χρημάτων στους Έλληνες. Οι τράπεζες έκλεισαν για τρεις εβδομάδες, στα ΑΤΜ υπήρχαν διαθέσιμα μόνο 60 ευρώ την ημέρα» αναφέρει χαρακτηριστικά η γερμανική εφημερίδα.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα το 2015 ο Πρωθυπουργός Τσίπρας και ο υπουργός Οικονομικών του, Γιάνης Βαρουφάκης, αναγκάστηκαν να επιβάλουν περιορισμούς στην ανάληψη χρημάτων καθώς λόγω της καταστροφικής τους πολιτικής οδήγησαν τη χώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. «Φοβούμενοι την επιστροφή στη δραχμή οι Έλληνες πολίτες απέσυραν μαζικά τις καταθέσεις τους», υπογραμμίζει η εφημερίδα.
Οι εταιρείες ζητούν περαιτέρω χαλάρωση των capital controls
«Οι μεγάλες συναλλαγές πρέπει να εγκρίνονται κατά περίπτωση από τις τράπεζες και από το Υπουργείο Οικονομικών – μια γραφειοκρατική και χρονοβόρα διαδικασία. Συνεπώς, οι επιχειρήσεις επιθυμούν περαιτέρω χαλάρωση των ελέγχων. Ωστόσο, οι τράπεζες ανησυχούν ότι πολλοί Έλληνες θα μεταφέρουν τα κεφάλαιά τους στο εξωτερικό εάν αρθούν οι περιορισμοί», αναφέρει το δημοσίευμα.
Όπως υπενθυμίζει η Handelsblatt, κατά τη διάρκεια των ετών της κρίσης, οι τράπεζες έχασαν σχεδόν το ήμισυ των καταθέσεων τους. Οι καταθέσεις μειώθηκαν από 237,5 δισ. ευρώ σε μόλις 122,2 δισ. ευρώ από το 2009 έως τα μέσα του 2015. Σήμερα, αυξήθηκαν και πάλι σε 134,5 δισ. ευρώ. Αλλά τραπεζικοί κύκλοι εκτιμούν ότι οι Έλληνες εξακολουθούν έχουν περίπου 28 δισεκατομμύρια ευρώ σε μετρητά σε θυρίδες, λόγω του φόβου για το μέλλον των τραπεζών.
«Στην πραγματικότητα, οι τράπεζες εξακολουθούν να απέχουν από το κανονικό. Ως αποτέλεσμα της οκταετούς ύφεσης, τα πιστωτικά ιδρύματα είναι αντιμέτωπα με με τεράστιους κινδύνους. Σχεδόν το 47% όλων των χορηγηθέντων δανείων δεν εξυπηρετούνται. Πρόκειται για αξιώσεις σχεδόν 85 δις ευρώ. Από το ποσό αυτό, 27 δισεκατομμύρια είναι στεγαστικά δάνεια αναφέρει η εφημερίδα και συνεχίζει.
Ποιος θα πληρώσει το κόστος;
Σε περίπτωση που οι περιορισμοί αρθούν και προκληθεί ατύχημα, το ερώτημα είναι ποιος θαν πληρώσει το κόστος. «Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης έχει ήδη κρούσει τον κώδωνα του για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες μέρες, ότι οι τράπεζες, οι οποίες έχουν ήδη ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές κατά τα έτη της κρίσης, ενδέχεται να χρειαστούν νέα κεφάλαια. Από που θα βρεθούν τα χρήματα είναι τελείως ασαφές», σημειώνει η εφημερίδα.
Και συνεχίζει: «Το να πληρώσουν οι μέτοχοι των τραπεζών είναι ένα αμφισβητήσιμο σενάριο. Οι μετοχές των τραπεζών έχουν ήδη χάσει το 80% της αξίας τους από την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση στο τέλος του 2015.[…] Είναι επίσης απίθανο οι να χορηγήσουν νέες ενισχύσεις στην Ελλάδα οι Ευρωπαίοι εταίροι της.
Στη χειρότερη περίπτωση, θα μπορούσε να γίνει ένα bail – in. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν τα χρήματα όσων διαθέτουν καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ. Σε ένα τέτοιο σενάριο φρίκης, είναι κατανοητό ότι οι τράπεζες δεν θέλουν να ακούσουν τίποτα για άρση των περιορισμών στα capital controls».