Αυξάνεται μέρα με τη μέρα ο κίνδυνος να εξαναγκαστεί η Ελλάδα να αποχωρήσει από την ευρωζώνη με αφορμή τη διακοπή της χρηματοδότησης του οικονομικού της προγράμματος, όσο η Ισπανία, η Κύπρος και άλλες χώρες προσεγγίζουν την πόρτα του EFSF για τους δικούς τους λόγους.
Η δήλωση Σόιμπλε ότι «η Ισπανία έπραξε τα πάντα άριστα, αλλά δέχεται τις επιπτώσεις της ελληνικής κρίσης», αντηχεί στους διαδρόμους της Κομισιόν και του Συμβουλίου ως άμεση υπόνοια του τι πρόκειται να συμβεί.
Προς το παρόν η Κομισιόν διαψεύδει ότι έχει δεχθεί κάποιο αίτημα για προσφυγή της Κύπρου στον EFSF για να προβεί σε τραπεζικές διασώσεις και ταυτόχρονα ζητά ψυχραιμία για το θέμα της Ισπανίας. Εις «εκ των ψυχραιμοτέρων κοινοτικών» έλεγε χθες δημόσια το αυτονόητο “one step at a time”. Θα προηγηθεί ο υπολογισμός του μεγέθους της απαιτούμενης ανακεφαλαιοποίησης, θα εξαντληθούν όλα τα άλλα περιθώρια (κεφάλαια από τους μετόχους, από τις αγορές, συγχωνεύσεις κτλ) και μετά θα δούμε τι θα γίνει.
Είναι βέβαια γνωστό ότι η ψυχραιμία δεν είναι το προτέρημα της πλειονότητας των επενδυτών και ως εκ τούτου το ευρώ αποδυναμώνεται, τα χρηματιστήρια καταρρέουν, τα spreads αυξάνονται, τα δημόσια οικονομικά πέφτουν έξω και οι εναλλακτικές προτάσεις Μπαρνιέ για τις εγγυημένες τραπεζικές εκκαθαρίσεις έχουν ακόμα δρόμο μπροστά τους.
Η ποιότητα της δημόσιας συζήτησης γύρω από τη προσφυγή της Κύπρου ή της Ισπανίας στον EFSF αποδεικνύει περίτρανα ότι ο EFSF έχει αποτύχει. Ακόμα και μετά τη χρηματοδότηση και την υπαγωγή των χωρών αυτών σε πρόγραμμα η αβεβαιότητα θα συνεχιστεί, όπως περίπου συνέβη στην περίπτωση της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και προφανώς της Ελλάδας.
Το επικίνδυνο στην όλη υπόθεση είναι πως στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο αναπτύσσεται μια ρητορική που χρεώνει μόνο στην Ελλάδα αυτήν την αποτυχία. Το σκεπτικό της διάχυσης του κινδύνου εδράζεται στη διαπίστωση πως η αποτυχία της Ελλάδας να εφαρμόσει το πρόγραμμα συνεπάγεται μια εγγενή αποτυχία της διακυβέρνησης στην ευρωζώνη, παραγνωρίζοντας το ακόμα χειρότερο δεδομένο – που παρεμπιπτόντως προτάσσουν οι ιδιώτες αναλυτές, S&P, Moody’s, Goldman Sachs – ότι δυστυχώς ή Ελλάδα πάσχει από κακοδιοίκηση σε τέτοιο βαθμό και έκταση που ο μέσος Ευρωπαίος αρνείται να παραδεχθεί.
Αντιθέτως, στελέχη της Κομισιόν που ενημερώνουν τακτικά το Real.gr είχαν επισημάνει από την πρώτη μέρα τους κινδύνους της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων λόγω της κακοδιοίκησης, ενώ παράλληλα αποκάλυπταν και τον εσωτερικό πόλεμο που είχαν δεχθεί από τους προϊσταμένους τους στην ίδια την Κομισιόν που μέχρι πριν δύο χρόνια θεωρούσαν τα ευρήματα των ελέγχων τους στην Ελλάδα μέχρι και ως προϊόντα εμπάθειας (σήμερα αυτά τα στελέχη παίρνουν την μία προαγωγή μετά την άλλη).
Σε σχέση πάλι με τα εργαλεία αντιμετώπισης της κατάστασης, αν μη τι άλλο η καγκελαρία πέτυχε στο 100% αυτό ακριβώς που επιθυμούσε: να προσδώσει στο μηχανισμό σταθεροποίησης του ευρώ ένα κάποιο «στίγμα». Η συζήτηση περί προσφυγής της Κύπρου ή της Ισπανίας, αντί να έχει το χαρακτήρα της σωτήριας δυνατότητας, έχει το χαρακτήρα του στίγματος ή του ξεπεσμού.
Συνεπώς για τους πολίτες, πολύ περισσότερο για τις αγορές είναι κατανοητό ότι ο EFSF δεν είναι μηχανισμός αλληλεγγύης. Δεύτερον η πολιτική φόρτιση γύρω από την προσφυγή δημιουργεί έντονες αμφιβολίες στα εμπλεκόμενα μέρη για τη μονιμότητα των ρυθμίσεων. Και τρίτον δεν επιτελεί τον ουσιαστικό σκοπό που είναι η σταθεροποίηση του ευρώ.
Την ίδια στιγμή οι εμπορικοί εταίροι της ΕΕ έχουν αρχίσει να δείχνουν τον εκνευρισμό τους. Ο Ιάπωνας Υπουργός Οικονομικών, εκνευρισμένος από τις επιπτώσεις της ευρωπαϊκής οικονομίας στο γεν, κάλεσε τους Ευρωπαίους «να εφαρμόσουν σοβαρά μέτρα ώστε να κατευναστούν οι φόβοι σε παγκόσμιο επίπεδο» ενώ ο Αμερικανός Πρόεδρος απέδωσε τα υψηλά ποσοστά ανεργίας των ΗΠΑ «στην Ευρώπη και στο σύννεφο που φθάνει (στις ΗΠΑ) από τον Ατλαντικό».
Παρόμοια ήταν και η αίσθηση κατά την έκτακτη τηλεδιάσκεψη μεταξύ των Υπουργών Οικονομικών των χωρών G7. Ο Ιάπωνας και ο Αμερικάνος έβαλαν την ΕΕ στη γωνία και απερίφραστα ζήτησαν οικονομική και δημοσιονομική ολοκλήρωση. Καθώς όμως αυτή θα αργήσει έκλεισαν το μάτι και στην πρόταση της Κομισιόν οι πόροι του ESM να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών χωρίς κρατικό αίτημα. Η Γερμανία, το αρνείται χωρίς την προηγούμενη επιβολή προγράμματος λιτότητας στα ίδια τα κράτη.
Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα η συνάντηση Μόντι – Ολλάντ στη Ρώμη για τις 14 Ιουνόυ κρίθηκε μάλλον επιβεβλημένη. Η όλη κατάσταση μοιάζει πάλι να έχει «στολάρει» όμως για να επανέλθει σε «πτήση ευθεία – κανονική» πρέπει να μάθουμε πρώτα το κόστος διάσωσης των Ισπανικών και Κυπριακών τραπεζών, το που θα κάτσει η μπίλια μεταξύ Βερολίνου και Γάλλο – Ιταλικού άξονα, όπως και φυσικά το αποτέλεσμα των ελληνικών εκλογών…
[sc:Πηγή id=”http://www.real.gr/DefaultArthro.aspx?page=arthro&id=151849&catID=2″ ]