Υπάρχουν λευκές στήλες και μηδενικοί λογαριασμοί;Πρέπει να ξαναζητηθεί το CD από τη Γαλλία για να συγκριθεί με το στικάκι που έδωσε ο Βενιζέλος Δεν είναι προϊόν κλοπής η λίστα, έκρινε ο Πεπόνης, αδειάζοντας τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και τον ΔιώτηΝέα τροπή στο σίριαλ της περιφοράς και της πιθανολογούμενης απόπειρας απόκρυψης της λίστας Λαγκάρντ δίνουν οι πληροφορίες από έγκυρες πηγές ότι υπάρχουν κενά -λευκά σημεία- σε πολλές από τις καταγραφές της. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, λευκές στήλες και μηδενικοί λογαριασμοί κατά τόπους δημιουργούν προβληματισμό, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν εκτιμήσεις ότι οι συνολικές καταγραφές της αρχικής λίστας ήταν 3.000 και όχι οι 1.991 που περιλαμβάνονται σήμερα.
Ξεκάθαρα πλέον, αν όλα αυτά επαληθευθούν, τίθεται ζήτημα απόπειρας ευθείας αλλοίωσης του περιεχομένου της λίστας Φαλτσιάνι-Λαγκάρντ.
Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει αμέσως να ζητηθεί από τον αρμόδιο Εισαγγελέα αντίγραφο της λίστας από τις γαλλικές αρχές προκειμένου να γίνει αντιπαραβολή με τη λίστα που παραδόθηκε από τον Ευάγγ. Βενιζέλο στον πρωθυπουργό.
Τα στοιχεία αυτά εντείνουν την αίσθηση ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια οργανωμένη απόπειρα συγκάλυψης, καθώς και την υποψία ότι στην περίφημη λίστα περιλαμβάνονται μεγάλα ονόματα της ελληνικής δημόσιας και οικονομικής ζωής.
Την ίδια στιγμή, από την πορεία τόσο των εργασιών της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής όσο και της έρευνας που διεξάγει ταυτόχρονα ο οικονομικός Εισαγγελέας κ. Γρηγόρης Πεπόνης στοιχειοθετείται όλο και περισσότερο ότι όσοι διαχειρίστηκαν τη λίστα έχουν τεράστιες ποινικές ευθύνες.
Να σημειωθεί πως δεν θεωρείται καθόλου τυχαίο ότι στην εισαγγελική παραγγελία που απέστειλε ο κ. Πεπόνης στο ΣΔΟΕ, ζητώντας την πλήρη αξιοποίηση της λίστας, ξεκαθαρίζει ότι η λίστα δεν αποτελεί υποκλαπέν υλικό αλλά νόμιμο, καθώς δόθηκε επισήμως από το γαλλικό υπουργείο Οικονομικών.
Τριγμοί στα θεμέλια του πολιτικού συστήματος
Σεισμό που προκαλεί τριγμούς στα θεμέλια του, ούτως ή άλλως, απαξιωμένου πολιτικού μας συστήματος και κινδυνεύει να το παρασύρει σε κατάρρευση προκαλούν οι συνεχείς αποκαλύψεις για τα ακριβή περιστατικά της οδύσσειας της λίστας Φαλτσιάνι-Λαγκάρντ στα χέρια των αρμόδιων ελληνικών αρχών.
Οι ακατανόητοι στο πλαίσιο της νομιμότητας και της ορθής λειτουργίας του κράτους χειρισμοί και οι επιλογές των πρώην υπουργών Οικονομικών, Παπακωνσταντίνου και Βενιζέλου, οι συνεχείς παλινωδίες στις δηλώσεις τους για το τι πραγματικά έγινε, καθώς και η προσπάθεια να μετατεθεί το σύνολο της ευθύνης για τον ανεκδιήγητο χειρισμό της υπόθεσης στο ΣΔΟΕ και στους Διώτη και Καπελέρη, (οι οποίο έπαιξαν επίσης σημαντικό ρόλο στην όλη υπόθεση) προκαλούν τον δίκαιο θυμό της ελληνικής κοινωνίας, που διαπερνά τις κομματικές γραμμές, και εντείνουν την απονομιμοποίηση του ελληνικού πολιτικού κόσμου.
Οργή και απογοήτευση για τη λειτουργία του ελληνικού κράτους υπό τις επιταγές των πολιτικών του υπευθύνων δημιουργούν οι περιγραφές για το cd που έγινε στικάκι και περιφερόταν από τον Άννα στον Καϊάφα με αδιαφανείς διαδικασίες. Χωρίς πρωτοκόλληση πουθενά, χωρίς καμία επίσημη καταγραφή της ύπαρξης του, της παραλαβής του, της πορείας και της πιθανής επεξεργασίας του ανάμεσα σε γραφεία υπουργών, το ΣΔΟΕ, ιδιωτικά αρχεία πολιτικών και ποιος ξέρει πού αλλού.
Περιγραφές που έδωσαν την ευκαιρία στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Τσίπρα να κατηγορεί ΠΑΣΟΚ και ΝΔ στη Βουλή για πολιτική ομερτά, εξαπολύοντας επίθεση τόσο συνολικά στην κυβέρνηση για την πολιτική της, όσο και προσωπικά στον Ευάγγελο Βενιζέλο.
Σημαντικοί παράγοντες της δημόσιας ζωής στη λίστα;
Την ίδια στιγμή επιμένουν οι πληροφορίες ότι στο τμήμα της λίστας Φαλτσιάνι που αφορά έλληνες υπήκοους (λίστα Λαγκάρντ) υπάρχουν και ιδιαίτερα σημαντικά πρόσωπα της ελληνικής δημόσια ζωής (οι ίδιοι ή και συγγενείς τους) που ανήκουν όχι μόνο στον οικονομικό, αλλά πιθανά και στον πολιτικό κόσμο. Εξετάζοντας εκ των υστέρων τα γεγονότα όπως σταδιακά αποκαλύπτονται, βρίσκει κανείς όλο και λιγότερα επιχειρήματα για να απορρίψει την εκτίμηση ότι έγινε μια οργανωμένη απόπειρα «εξαφάνισης» της λίστας Λαγκάρντ. Το επόμενο βήμα σ’ αυτόν το συλλογισμό είναι γιατί συνέβη αυτό, καθώς και ποια ήταν η χρήση που έγινε στη λίστα από όσους την είχαν στα χέρια τους την περίοδο που έμεινε «κρυφή». Μ’ άλλα λόγια εύλογα γεννάται το ερώτημα του ποιος εκβίασε ποιον. Αν δηλαδή η λίστα έμεινε κρυφή επειδή οι πολιτικοί υπεύθυνοι εξαναγκάστηκαν στην πράξη αυτή από ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες που περιλαμβάνονταν στη λίστα ή αν κάποιοι την έκρυψαν προκειμένου να τη χρησιμοποιήσουν για τους δικούς τους σκοπούς.
Νόμιμη η λίστα
Πέραν του οικονομικού Εισαγγελέα κ. Πεπόνη, που ξεκαθάρισε ότι η λίστα μπορεί νομίμως να γίνει αντικείμενο επεξεργασίας καθώς νομίμως παρελήφθη, και άλλοι υψηλόβαθμοι δικαστικοί υποστηρίζουν ότι όταν εύλογα τίθεται ζήτημα δημόσιου συμφέροντος και τέλεσης αξιόποινων εγκληματικών πράξεων η προάσπιση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων υποχωρεί, έρχεται σε δεύτερη μοίρα.
Επισημαίνουν επίσης ότι από τη στιγμή που ο πρώην υπουργός Οικονομικών κ. Παπακωνσταντίνου έδωσε τα 10 ονόματα στον κ. Καπελέρη για έλεγχο, αυτόματα νομιμοποίησε τη λίστα. Επίσης, εξετάζοντας το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, υπογραμμίζεται ότι ούτε οι ρυθμίσεις της κοινοτικής οδηγίας 95/46 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών που έχει ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο, ούτε ο νόμος 2472/97 που ασχολείται με τα σχετικά ζητήματα και θεσμοθέτησε την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα αμφισβητούν τη νομιμότητα της επεξεργασίας της λίστας Λαγκάρντ.
Υποστηρίζεται ότι όσον αφορά την κοινοτική οδηγία, οι διατάξεις της δεν εφαρμόζονται όταν τίθενται ζητήματα προάσπισης της εθνικής και δημόσιας ασφάλειας και του δημοσίου συμφέροντος, όπως επίσης και στην περίπτωση της τέλεσης ποινικών αδικημάτων, ενώ σύμφωνα με τον νόμο 2472/97 οι δικαστικές αρχές δεν χρειάζεται να πάρουν άδεια για να επεξεργαστούν προσωπικά δεδομένα όταν πρόκειται ν’ αποκαλύψουν εγκληματικές πράξεις.
Να σημειωθεί τέλος ότι και οι ελβετικές αρχές τροποποίησαν τη σχετική τους νομοθεσία τον Ιανουάριο του 2011 και πλέον επαφίεται στην κρίση του δικαστή το αν κατά περίπτωση προέχει η υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος ή η προστασία των προσωπικών δεδομένων.
Το Παρόν της Κυριακής