Ανύπαρκτη η λύση για το ελληνικό χρέος

Μέσα από μια σειρά συνεδριάσεων την επόμενη εβδομάδα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα παλέψουν και πάλι να αποφύγουν μια στάση πληρωμών στην Ελλάδα, αλλά σχεδόν σίγουρα δεν θα λύσουν το πολύ μεγαλύτερο ερώτημα πώς θα περιορίσουν το αυξανόμενο χρέος που πνίγει αργά τη χώρα.

Οι συνέπειες είναι σοβαρές. Η Ελλάδα πρέπει να επωμιστεί ένα τρομακτικό βάρος χρέους, ενώ υφίσταται μια επική ύφεση. Η ζώνη του ευρώ, η οποία είχε κάποτε ελπίσει να ‘επιδιορθώσει’ την Ελλάδα και να προχωρήσουνε μαζί, τώρα αντιμετωπίζει την προοπτική αντιμετώπισης των προβλημάτων για πολλά χρόνια, ή τη μεθόδευση ενός διαζυγίου.

Η Ευρώπη έχει επιλογές για την αντιμετώπιση του πρώτου προβλήματος, αν και καμία δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστική. Δεν υπάρχει σχεδόν καμία πολιτική βούληση για να αντιμετωπισθεί αποφασιστικά το δεύτερο πρόβλημα. Μια επιλογή που εξετάζεται είναι η επαναγορά του χρέους. Αλλά αυτό θα ήταν και πάλι ημίμετρο.

Το ελληνικό χρέος θα φτάσει € 346 δισεκατομμύρια το επόμενο έτος, δήλωσε η κυβέρνηση την Τετάρτη – στο 189% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντο. Το χρέος θα είναι δηλαδή σχεδόν το διπλάσιο από την οικονομική παραγωγή για το επόμενο έτος σύμφωνα με την κυβέρνηση.

Το βάρος του χρέους διαβρώνει την εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση, στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και στην οικονομία. Διώχνει επίσης επενδύσεις και καθιστά αναποτελεσματικά τα πρόσφατα μέτρα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία προσπαθεί να πείσει τους επενδυτές τονίζοντας ότι καμία χώρα δεν θα εγκαταλείψει τη ζώνη του ευρώ, και έτσι είναι ασφαλές να δανείσουν στις κυβερνήσεις και στις επιχειρήσεις τους. Σε ένα βαθμό, αυτή η προσέγγιση έχει φέρει αποτελέσματα για την Ισπανία και την Ιταλία.

Όμως, ο κίνδυνος μιας δεύτερης ελληνικής χρεοκοπίας, μετά από την πρώτη νωρίτερα το 2012, και μια πιθανή έξοδος από το ευρώ «δεν έχει αποσυρθεί από το τραπέζι της ΕΚΤ», λέει ο Ross Pamphilon, συν-επικεφαλής επενδύσεων της ECM, με έδρα το Λονδίνο, που ειδικεύεται στις πιστωτικές αγορές.

Ουσιαστική μείωση του κινδύνου απαιτεί διαγραφή του χρέους στην Ελλάδα σε ένα βιώσιμο επίπεδο. Λίγες είναι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πρόθυμες να συζητήσουν για τη λήψη αυτών των βημάτων. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος του χρέους στην Ελλάδα.

Οι κυβερνήσεις στην ευρωζώνη προχώρησαν σε δάνεια € 53 δισεκατομμυρίων στην Ελλάδα το 2010 και το 2011. Η ΕΚΤ και άλλες κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης κατέχουν περίπου € 45 δισεκατομμύρια σε ελληνικά ομόλογα.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θέλει η ευρωζώνη να παραιτηθεί από μέρος των χρεών. Αλλά ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε τον Οκτώβριο σε συνάντηση του ΔΝΤ στο Τόκιο ότι τα προβλήματα στην Ελλάδα «προκλήθηκαν από την Ελλάδα, και θα πρέπει να επιλυθούν από την Ελλάδα.»

Επιπλέον, η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ αντιμετωπίζει εθνικές εκλογές το φθινόπωρο του 2013 και είναι απρόθυμη να διακινδυνεύσει την ενότητα του συνασπισμού της ή ακόμα και επιθέσεις από ευρωσκεπτικιστές στα γερμανικά μέσα ενημέρωσης με την παραδοχή ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αποπληρώσει το σύνολο του χρέους της προς την Ευρώπη.

Οι Γερμανοί πολιτικοί αποδέχονται μόνο ότι οι Έλληνες πολιτικοί θα πραγματοποιήσουν τις επώδυνες οικονομικές μεταρρυθμίσεις έστω και υπό πίεση. Γι’αυτούς, η διαγραφή του χρέους θα αφαιρέσει την πίεση από την Αθήνα, η οποία θα λοξοδρομήσει και πάλι.

Οι φορείς χάραξης πολιτικής έχουν συζητήσει τη μερική ή συνολική διαγραφή των €53 δισεκατομμυρίων σε δάνεια προς την Αθήνα. Αλλά η κα Μέρκελ και ο κ. Σόιμπλε βλέπουν την πρόταση ως «παράλογη», σύμφωνα με ανώτερο Γερμανό αξιωματούχο.

«Η Βόρεια Ευρώπη δεν θέλει το ελληνικό χρέος να είναι πολύ βιώσιμο. Στο μυαλό τους, χρειάζεται το χρέος στην Ελλάδα να είναι σχεδόν μη βιώσιμο, ώστε να υλοποιεί τις μεταρρυθμίσεις η χώρα», λέει ο Gabriel Sterne, οικονομολόγος στην εταιρεία Exotix Ltd.

Η σκληρή πολιτική λιτότητας που απαιτεί η Γερμανία και οι φίλοι της επιδεινώνουν το πρόβλημα χρέους στην Ελλάδα με τη συρρίκνωση της οικονομίας, μειώνοντας την παραγωγική βάση από την οποία το χρέος μπορεί να αποπληρωθεί, υποστηρίζουν πολλοί οικονομολόγοι.

Οι πιστωτές της Ελλάδας έχουν υποτιμήσει συνεχώς την έκταση της οικονομικής ζημίας. Στην πρώτη διάσωση τους, το 2010, αναμενόταν ότι το ΑΕΠ στην Ελλάδα θα ήταν €235 δισεκατομμύρια το 2013. Η ελληνική κυβέρνηση λέει τώρα ότι θα είναι €183 δισεκατομμύρια.

Το άλλο πρόβλημα της Ελλάδας -η ανάγκη βραχυπρόθεσμων ταμειακών ροών – είναι από πολλές απόψεις πιο εύκολο να λυθεί. Ενώ η Γερμανία και άλλοι αντιστέκονται να δώσουν περαιτέρω κεφάλαια, υπάρχουν και άλλα εργαλεία.

Η Ελλάδα θα μπορούσε να συνεχίσει να εκδίδει υψηλά επίπεδα βραχυπρόθεσμων εντόκων γραμματίων στις τράπεζες της. Οι χώρες μπορούν να συμφωνήσουν να παραδώσει η ΕΚΤ στην Ελλάδα τα κέρδη που θα λάβει από τις συμμετοχές της στα ελληνικά ομόλογα, τα οποία αποπληρώνονται στο ακέραιο παρά το ότι η κεντρική τράπεζα τα έχει αγοράσει σε έκπτωση.

Η ζώνη του ευρώ θα μπορούσε επίσης να δώσει στην Ελλάδα ένα διάλειμμα από τον τόκο που οφείλει. Ως ο μεγαλύτερος πιστωτής, η ζώνη του ευρώ θα λάβει το μεγαλύτερο μέρος των €10 δισεκατομμυρίων που η Ελλάδα θα πληρώσει το επόμενο έτος σε τόκους. Αναλυτές της Credit Suisse λένε πως ένα μορατόριουμ έως το 2016 επί των τόκων που οφείλονται στη ζώνη του ευρώ θα δώσει την Ελλάδα επιπλέον €23,4 δισεκατομμύρια. Στην ουσία, η ζώνη του ευρώ θα αποποιηθεί κάποιων κεφαλαίων για να αποφευχθεί άλλη μια διάσωση. Μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε κάλλιστα να είναι περισσότερο εύπεπτη πολιτικά.

www.banksnews.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *