Στο επίκεντρο του εγχώριου τραπεζικού συστήματος θα τεθεί η στεγαστική πίστη για το 2014, προκειμένου να μπει “φρένο” στα ολοένα αυξανόμενα κόκκινα στεγαστικά δάνεια, τα οποία “ματώνουν” τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η παρατεταμένη κρίση και η κλιμακούμενη ανεργία έχουν ως αποτέλεσμα την ραγδαία άνοδο κατά 75%(!) των κόκκινων στεγαστικών δανείων στις ελληνικές τράπεζες.
Οι ρυθμοί ανάπτυξης της στεγαστικής πίστης γνώρισαν ιστορική πτώση λόγω των συνεπειών της κρίσης και υποχώρησαν σε αρνητικά επίπεδα τα τελευταία χρόνια, από τα υψηλά επίπεδα ανάπτυξης που ξεπέρασαν και το 25% σε ετήσια βάση στα μέσα της δεκαετίας του 2000.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2013, σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις τραπεζικών στελεχών τα νέα δάνεια στον τομέα της στεγαστικής πίστης σε επίπεδο τραπεζικού συστήματος κυμάνθηκαν μόλις γύρω στα 150 εκατ. ευρώ, περίπου 2.500 δάνεια, όσα περίπου είχαν δοθεί σε μια εβδομάδα την «χρυσή εποχή». Για το 2014 οι τράπεζες προγραμματίζουν να διοχετεύσουν στην αγορά πολλά περισσότερα κεφάλαια στην στεγαστική πίστη.
Στόχος τα νοικοκυριά με υγιή χρηματοοικονομικά στοιχεία
Υπό αυτό το πρίσμα, οι τράπεζες εξετάζουν αλλαγές στην διαδικασία παροχής στεγαστικών δανείων. Στόχος των τραπεζών είναι πλέον να δώσουν έμφαση στη δανειοδότηση των νοικοκυριών που χαρακτηρίζονται από υγιή χρηματοοικονομικά στοιχεία και βρίσκονται σε αναζήτηση αγοράς νέας κατοικίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα επιχειρησιακά σχέδια των τραπεζών για τα επόμενα χρόνια προβλέπουν αυξημένα ποσά για τη χρηματοδότηση των αναγκών των νοικοκυριών στην στεγαστική πίστη. Επισημαίνεται, πάντως, ότι δεν θα πρέπει να αναμένονται ξανά ρυθμοί ανάπτυξης αντίστοιχοι εκείνων που γνώρισε η στεγαστική πίστη τα χρόνια πριν την κρίση, αλλά σε κάθε περίπτωση, όπως τονίζουν οι τραπεζικά στελέχη, ανοίγουν ξανά οι χρηματοδοτικοί κρουνοί για την ικανοποίηση των αναγκών των νοικοκυριών.
“Φρένο” στα δάνεια για το 100% του ποσού που απαιτείται
Οι τράπεζες εξετάζουν να βάλουν “φρένο” στα δάνεια που καλύπτουν το 100% του ποσού που απαιτείται για την αγορά μιας κατοικίας. Η ιδία συμμετοχή των πελατών πρέπει να είναι στο 25% με 30% της αξίας αγοράς της κατοικίας. Οι μελλοντικοί δανειολήπτες θα πρέπει να γνωρίζουν ότι στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής τους ικανότητας λαμβάνονται υπόψη μόνον τα επίσημα δηλωθέντα εισοδήματα, ενώ πριν την κρίση σε αρκετές περιπτώσεις υπήρχε άτυπη αξιολόγηση και εισοδημάτων που δεν είχαν δηλωθεί.
Έμφαση δίνεται και στην συνολική σχέση που διατηρεί ο πελάτης με την τράπεζα του, ενώ θετικά αξιολογείται και το γεγονός της ύπαρξης καταθέσεων. Επίσης, εξακολουθεί να ισχύει το κριτήριο ότι ησυνολική δανειακή επιβάρυνση σε μηνιαία δόση δεν θα πρέπει να πάνω από το 30% με 35% του εισοδήματος.
Ένα αισιόδοξο στοιχείο για την ανάπτυξη της αγοράς της στεγαστικής πίστης και κατ’ επέκταση της αγοράς των ακινήτων αποτελούν και οι εκτιμήσεις ότι τα επιτόκια θα εξακολουθήσουν να κινούνται σε χαμηλά επίπεδα, καθώς το euribor τριμήνου κινείται στο 0,30% και σε αυτό προστίθεται και το περιθώριο ανάλογα με την πιστοληπτική αξιολόγηση.