Από συμπληγάδες, αποτελούμενες από την «έκρηξη» των κόκκινων δανείων στα 44 δισ. ευρώ και τη δραματική υποχώρηση της καταθετικής βάσης στα 160 δισ. ευρώ, καλείται να περάσει το πιστωτικό σύστημα εν όψει της κρίσιμης εκλογικής αναμέτρησης της 17ης Ιουνίου.
Επικεφαλής ιδιωτικής τράπεζας τονίζει στην «Ε» ότι «η πίεση προς τις τράπεζες είναι διπλή, καθώς από τη μια πλευρά συνεχίζονται οι εκροές καταθέσεων, ενώ από την άλλη καθημερινά αυξάνονται τα “κόκκινα” δάνεια».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τραπεζικών στελεχών, τα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται στο τέλος Μαρτίου του 2012 ανέρχονται στο 18% του συνόλου από 15,9% στο τέλος Δεκεμβρίου του 2011.
Μάλιστα στο σύνολό τους οι Έλληνες τραπεζίτες συμφωνούν ότι είναι θέμα χρόνου τα «κόκκινα» δάνεια ακόμη και να ξεπεράσουν το φράγμα του 20% του συνόλου. Πρακτικά η εξέλιξη αυτή σημαίνει ότι 44 δισ. ευρώ δάνεια δεν εξυπηρετούνται ήδη από τους κατόχους τους, ποσό που ίσως και μέσα στη χρονιά να προσεγγίσει ακόμη και τα 50 δισ. ευρώ.
Στο τέλος Μαρτίου ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (άνω των 90 ημερών) διαμορφώθηκε στο 14% για την Εθνική Τράπεζα, στο 17,2% για τη Eurobank EFG, στο 15,7% για την Alpha Bank (συνεκτιμώντας τις επιπτώσεις του PSI για τα δάνεια που είναι με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου) και στο 16% για την Τράπεζα Πειραιώς.
«Σχεδόν ένα στα πέντε δάνεια δεν εξυπηρετείται» τονίζει έμπειρος τραπεζίτης και προσθέτει ότι «περισσότερα από 10 δισ. ευρώ νέα “κόκκινα” δάνεια προστέθηκαν στο σύστημα το τελευταίο τρίμηνο του 2011 και το πρώτο τρίμηνο του 2012». Ο ίδιος μάλιστα επισημαίνει ότι το ποσοστό των «κόκκινων» δανείων στην Ελλάδα αποτελεί το υψηλότερο μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, υπερβαίνοντας ακόμη και αυτό της Ιρλανδίας, που εφαρμόζει επίσης πρόγραμμα σταθερότητας και το χρέος των ιδιωτών είναι από τα υψηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Είναι προφανές ότι το δύσκολο εξάμηνο που μεσολάβησε από το Σεπτέμβριο του 2011, με την εκτίναξη της ανεργίας στον ιδιωτικό τομέα, τις μειώσεις αποδοχών στο Δημόσιο και την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου, έχει οδηγήσει στην περαιτέρω ενίσχυση των επισφαλειών, που ανέρχονται πλέον στο 18% του συνόλου των δανείων, παρά τα προγράμματα αναχρηματοδότησης που εφαρμόζουν οι τράπεζες.
20 δισ. προβλέψεις για το 2007 – 2011
Η κατάσταση θα ήταν σαφώς χειρότερη εάν δεν υπήρχαν και οι μαζικές ρυθμίσεις δανείων από πλευράς των τραπεζών. Οι ρυθμίσεις των δύο τελευταίων χρόνων, που υπολογίζεται ότι έχουν εφαρμοστεί στο 25% του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, συμβάλλουν στη συγκράτηση των δανείων που δεν εξυπηρετούνται, αλλά ταυτόχρονα υποκρύπτουν αφανείς επισφάλειες, που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις φθάνουν το 25%.
Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα στην προσπάθειά τους να θωρακίσουν τους ισολογισμούς από τις συνέπειες των «κόκκινων» δανείων έχουν προχωρήσει στο σχηματισμό μαζικών προβλέψεων της τελευταίας τετραετίας, με το σύνολό τους να υπερβαίνει για το εξεταζόμενο διάστημα τα 20 δισ. ευρώ.
Πολιτική που συνεχίζεται να υιοθετείται από δις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών με αμείωτη ένταση και για φέτος, καθώς ήδη για το πρώτο τρίμηνο του 2012 το σύνολο των προβλέψεων από τις ελληνικές τράπεζες (δεν συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα της ATEbank και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου) ανήλθε στα 2,1 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 35% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.
Πάνω από 5 δισ. οι εκροές καταθέσεων το Μάιο
Την ίδια στιγμή στα 160 δισ. ευρώ «προσγειώθηκε» η καταθετική βάση των τραπεζών αφού, σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζιτών, οι εκροές του Μαΐου υπερέβησαν τα 5 δισ. ευρώ. Οι καταθέσεις ιδιωτών και επιχειρήσεων επέστρεψαν στο επίπεδο του Μαρτίου 2006 και έχασαν περί τα 77 δισ. ευρώ από το υψηλότερο σημείο τους, το Δεκέμβριο του 2009.
Αν και η ανησυχία μετά την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης σε κάποιο βαθμό εκτονώθηκε, οι εκροές καταθέσεων συνεχίζονται. Τις τελευταίες ημέρες, όπως σημειώνουν στελέχη τραπεζών, η ανησυχία ενισχύεται λόγω της συγκρουσιακής διάθεσης που επικρατεί και της συζήτησης για το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Πλέον, οι αναλήψεις αφορούν μικρότερα ποσά από ό,τι στο παρελθόν αφού οι μεγάλοι καταθέτες έχουν αποχωρήσει σε προηγούμενες περιόδους αναταραχής και τα ποσά που αποσύρονται κατευθύνονται στα συρτάρια και σε μικρότερο βαθμό σε άλλες τοποθετήσεις, όπως για παράδειγμα σε ομόλογα του γερμανικού Δημοσίου ή λογαριασμούς σε ξένο νόμισμα. Οι τραπεζίτες είδαν το οριακά βελτιωμένο κλίμα του Μαρτίου και Απριλίου να ανατρέπεται, τη στιγμή που χάρη στην ολοκλήρωση του PSI Plus υπήρχε η προσδοκία ανάκαμψης.
[sc:Πηγή id=”http://www.e-forologia.gr/cms/viewContents.aspx?id=122058″ ]