Με πρόσφατη απόφασή του ο Άρειος Πάγος απέρριψε την ασκηθείσα πρόσθετη παρέμβαση από την εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις Intrum ως απαράδεκτη ελλείψει νομιμοποιήσεως (ΑΠ 822/2022).
Κατά την κρίση του ανωτάτου δικαστηρίου, η πρόσθετη παρέμβαση της Intrum είναι απαράδεκτη ελλείψει νομιμοποιήσεως, διότι η μόνη νομιμοποιούμενη να ασκήσει πρόσθετη αυτοτελή παρέμβαση υπέρ της Τράπεζας είναι η αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού που κατέστη ειδική διάδοχος αυτής, ως δικαιούχος της ένδικης απαίτησης.
Πιο αναλυτικά, όπως διαπιστώθηκε από το δικαστήριο, η προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία είναι διαχειρίστρια απαιτήσεων της πρώτης αναιρεσίβλητης τραπεζικής εταιρείας από χορηγήσεις δανείων και πιστώσεων προς οφειλέτες, που οι οφειλές τους έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες και έχουν καταγγελθεί από την αναιρεσίβλητη. Η τραπεζική εταιρεία, στο πλαίσιο τιτλοποίησης αξιώσεων, έχει μεταβιβάσει τις απαιτήσεις αυτές στην αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού “VEGA III NPL FINANCE DAC”, η οποία, ακολούθως, ανέθεσε την διαχείριση των ως άνω απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στην παρεμβαίνουσα ανώνυμη εταιρεία.
Το δικαστήριο έκρινε ότι η παρεμβαίνουσα εταιρία διαχείρισης δεν δύναται να επιδιώξει την εκπλήρωση της ένδικης απαίτησης στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρίας που κατέστη δικαιούχος της απαίτησης με εκχώρηση, αφού ο Ν. 3156/2003 δεν απονέμει στην εταιρία διαχείρισης την ιδιότητα του κατ’ εξαίρεση νομιμοποιούμενου διαδίκου (μη δικαιούχου), όπως ρητά πράττει για τις εταιρίες διαχειρίσεως του Ν. 4354/2015 στο άρθρο 2 § 4 αυτού.
Ειδικότερα, με την παρ. 4 του άρθρου 2 του Ν. 4354/2015 ιδρύεται μία κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση, βάσει της οποίας οι ΕΔΑΠΔ νομιμοποιούνται να ενεργούν διαδικαστικές πράξεις αντί του δικαιούχου της απαίτησης, δηλαδή των ΕΑΑΔΠ, που μετά την κατ’ άρθρο 3 Ν. 4354/2015 κτήση των δανειακών απαιτήσεων με εκχώρηση από την αντίστοιχη (εκχωρήτρια) Τράπεζα καθίστανται ειδικοί διάδοχοι της Τράπεζας. Η ανάθεση της διαχείρισης στην, επιλεγόμενη από την ΕΑΑΔΠ, εταιρεία ΕΔΑΠΔ θα γίνει με σύμβαση κατά τους όρους του άρθρου 2 §§ 1-3 Ν. 4354/2015. Πηγή της νομιμοποιήσεώς της ΕΔΑΠΔ είναι η προαναφερόμενη συγκεκριμένη, ειδική, νομοθετική ρύθμιση, η οποία “απονέμει” στις εν λόγω εταιρίες την ιδιότητα του μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου με πανηγυρική διατύπωση. Αντιστοίχως, από την παράγραφο 14 του άρθρου 10 του Ν. 3156/2003, καθίσταται σαφές ότι οι προβλεπόμενες εκεί εταιρείες ενεργούν πράξεις διαχειρίσεως ως αντιπρόσωποι και για λογαριασμό της εταιρείας ειδικού σκοπού (αποκτήσεως), χωρίς να απονέμεται σε αυτές όμως η ιδιότητα του μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου, έστω και έμμεσα χωρίς πανηγυρική διατύπωση ώστε ως μη δικαιούχος διάδικος, κατά παραχώρηση του νομοθέτη, να μπορούν να ασκούν αγωγές και άλλα ένδικα βοηθήματα ενώπιον των δικαστηρίων για τα δικαιώματα της εταιρείας αποκτήσεως, αιτούμενες έννομη προστασία στο όνομά τους.
Η διάταξη του άρθρου 10 παρ. 14 του Ν. 3156/2003 δεν απονέμει στις προαναφερόμενες εταιρίες διαχειρίσεως ενεργητική κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση προκειμένου να ασκήσουν τις ένδικες αυτοτελείς πρόσθετες παρεμβάσεις, παρά μόνο ρυθμίζουν τους όρους και το πλαίσιο της εκτελέσεως εξώδικων διαχειριστικών (νομικών ή υλικών) πράξεων με σκοπό την είσπραξη (για λογαριασμό της εντολέως της, δικαιούχου) των απαιτήσεων από τους οφειλέτες.
Τέλος, οι διατάξεις του Ν. 4354/2015 για την κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση (ως μη δικαιούχων διαδίκων) των εταιρειών διαχείρισης δανείων δεν μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικώς και επί των εταιρειών διαχείρισης του Ν. 3165/2003, διότι η εταιρεία διαχείρισης του άρθρου 10 Ν. 3156/2003 αναλαμβάνει με σύμβαση εντολής τη διαχείριση των αποκτώμενων απαιτήσεων χωρίς να έχει ορισθεί εκ του νόμου μη δικαιούχος, κατ’ εξαίρεση νομιμοποιούμενος, διάδικος. Επομένως δεν νομιμοποιείται να ενεργεί διαδικαστικές πράξεις για λογαριασμό της εντολέως της εταιρείας, ούτε η μεταξύ τους σύμβαση και η παροχή πληρεξουσιότητας μπορεί να καθιδρύσει κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση.
Πρόκειται για διαφορετικές νομοθετικές ρυθμίσεις που εξακολουθούν και ισχύουν παράλληλα για τις μεταβιβάσεις απαιτήσεων που γίνονται με τους δικούς τους όρους και διαδικασία. Με το ν. 4354/2015 δεν καταργήθηκε η καθιερωθείσα με το ν. 3156/2003 δυνατότητα αποκτήσεως και διαχειρίσεως επιχειρηματικών δανείων κ.λπ. με τιτλοποίηση αλλά συνεχίζει ισχύουσα παράλληλα με το δικό της όμως νομοθετικό πλαίσιο.
Απόσπασμα απόφασης
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η εδρεύουσα στην Αθήνα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ” και το διακριτικό τίτλο “INTRUM HELLAS A.E.Δ.Α.Δ.Π”, με ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Αρείου Πάγου στις 8-10-2020 και επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, κατά σύντμηση της προθεσμίας, στον αναιρεσείοντα και τις αναιρεσίβλητες άσκησε το πρώτον ενώπιον του Αρείου Πάγου, πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της πρώτης αναιρεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ”, επικαλούμενη ως έννομο συμφέρον της το γεγονός ότι είναι νόμιμη διαχειρίστρια της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία “VEGA III NPL FINANCE DAC”, ειδικής διαδόχου της προαναφερθείσης αναιρεσίβλητης τραπεζικής εταιρείας, κατόπιν μεταβίβασης στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, η τελευταία ως ειδική διάδοχος της εφεσίβλητης τραπεζικής εταιρείας, υπέρ και κατά της οποίας ισχύει το δεδικασμένο από την παρούσα δίκη (αρθρ. 325 ΚΠολΔ).
Ειδικότερα, όπως από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει, η προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία, η οποία έχει νόμιμα αδειοδοτηθεί και ελέγχεται από την Τράπεζα της Ελλάδος ως εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων είναι διαχειρίστρια απαιτήσεων της πρώτης αναιρεσίβλητης τραπεζικής εταιρείας από χορηγήσεις δανείων και πιστώσεων προς οφειλέτες, που οι οφειλές τους έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες και έχουν καταγγελθεί από την αναιρεσίβλητη, η οποία, στο πλαίσιο όμως τιτλοποίησης αξιώσεων, δυνάμει της από 21-7-2020 συμβάσεως πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, αντίγραφο της οποίας έχουν νομίμως καταχωρηθεί στο Δημόσιο Βιβλίο του Ν.2844/2000 και ειδικότερα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό Πρωτοκόλλου …./22-7-2020, έχει μεταβιβάσει τις απαιτήσεις αυτές στην αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία “VEGA III NPL FINANCE DAC”, ανώνυμη εταιρεία ειδικού σκοπού, με έδρα το Δουβλίνο Ιρλανδίας και αριθμό μητρώου 672240, η οποία, ακολούθως, ανέθεσε την διαχείριση των ως άνω απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στην παρεμβαίνουσα ανώνυμη εταιρεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 14 του Ν. 3156/2003, δυνάμει της από 21-7-2020 σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης απαιτήσεων, αντίγραφο της οποίας έχει νομίμως καταχωρισθεί στο Δημόσιο Βιβλίο του Ν. 2844/2000 κατά τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 16 του Ν. 3156/2003 και ειδικότερα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου …/22-7-2020.
Στις ως άνω μεταβιβασθείσες απαιτήσεις περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και οι απαιτήσεις της πρώτης αναιρεσίβλητης – υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση Τράπεζας σε βάρος της Κυπριακής εταιρείας με την επωνυμία “ΜΕXDRAS LIMITED”, που απορρέουν από την υπ` αριθμ. 17332-00/3/19-10-2007 σύμβαση δανείου, κατά της οποίας (εταιρείας), δυνάμει της ανωτέρω σύμβασης, εκδόθηκε η υπ` αριθμ. 26806/2013 διαταγή πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ακολούθως δε επέβαλλε αναγκαστική κατάσχεση σε ακίνητο της οφειλέτριας εταιρείας, το οποίο εκτέθηκε σε αναγκαστικό πλειστηριασμό συνταγέντος του με αριθμό …/6-3-2015 πίνακα κατάταξης δανειστών του συμβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου Στεφανάκου , που προσβλήθηκε με την ένδικη ανακοπή του αναιρεσείοντος. Ωστόσο, η ως άνω πρόσθετη παρέμβαση της “INTRUM HELLAS A.E.Δ.Α.Δ.Π”, είναι απαράδεκτη ελλείψει νομιμοποιήσεως, διότι σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην προπαρατιθέμενη νομική σκέψη, η μόνη νομιμοποιούμενη να ασκήσει πρόσθετη αυτοτελή παρέμβαση υπέρ της δικαιοπαρόχου της πρώτης αναιρεσίβλητης Τράπεζας είναι (ως ειδική διάδοχος αυτής) η αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία “VEGA III NPL FINANCE DAC”, ως δικαιούχος της ένδικης απαίτησης. Αντίθετα, σύμφωνα με τις ίδιες αιτιολογίες, η ως άνω παρεμβαίνουσα εταιρία διαχείρισης δεν δύναται να επιδιώξει την εκπλήρωση της ένδικης απαίτησης στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρίας που κατέστη δικαιούχος της απαίτησης με εκχώρηση αφού ο ν. 3156/2003 δεν απονέμει στην εταιρία διαχείρισης την ιδιότητα του κατ’ εξαίρεση νομιμοποιούμενου διαδίκου (μη δικαιούχου), όπως ρητά πράττει για τις εταιρίες διαχειρίσεως του ν. 4354/2015 στο άρθρο 2 § 4 αυτού. Ειδικότερα, με την παρ. 4 του άρθρου 2 του 4354/2015 ιδρύεται μία κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση, βάσει της οποίας οι ΕΔΑΠΔ νομιμοποιούνται να ενεργούν διαδικαστικές πράξεις αντί του δικαιούχου της απαίτησης, δηλαδή των ΕΑΑΔΠ, που μετά την κατ’ άρθρο 3 ν. 4354/2015 κτήση των δανειακών απαιτήσεων με εκχώρηση από την αντίστοιχη (εκχωρήτρια) Τράπεζα καθίστανται ειδικοί διάδοχοι της Τράπεζας.
Η ανάθεση της διαχείρισης στην, επιλεγόμενη από την ΕΑΑΔΠ, εταιρεία ΕΔΑΠΔ θα γίνει με σύμβαση κατά τους όρους του άρθρου 2 §§ 1-3 ν. 4354/2015. Πηγή της νομιμοποιήσεώς της ΕΔΑΠΔ είναι η προαναφερόμενη συγκεκριμένη, ειδική, νομοθετική ρύθμιση, η οποία “απονέμει” στις εν λόγω εταιρίες την ιδιότητα του μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου με πανηγυρική διατύπωση. Αντιστοίχως, από την παράγραφο 14 του άρθρου 10 του ν. 3156/2003, καθίσταται σαφές ότι οι προβλεπόμενες εκεί εταιρείες ενεργούν πράξεις διαχειρίσεως ως αντιπρόσωποι και για λογαριασμό της εταιρείας ειδικού σκοπού (αποκτήσεως), χωρίς να απονέμεται σε αυτές όμως η ιδιότητα του μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου, έστω και έμμεσα χωρίς πανηγυρική διατύπωση ώστε ως μη δικαιούχος διάδικος, κατά παραχώρηση του νομοθέτη, να μπορούν να ασκούν αγωγές και άλλα ένδικα βοηθήματα ενώπιον των δικαστηρίων για τα δικαιώματα της εταιρείας αποκτήσεως, αιτούμενες έννομη προστασία στο όνομά τους. Η διάταξη του άρθρου 10 παρ. 14 του ν. 3156/2003 δεν απονέμει στις προαναφερόμενες εταιρίες διαχειρίσεως ενεργητική κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση προκειμένου να ασκήσουν τις ένδικες αυτοτελείς πρόσθετες παρεμβάσεις παρά μόνο ρυθμίζουν τους όρους και το πλαίσιο της εκτελέσεως εξώδικων διαχειριστικών (νομικών ή υλικών) πράξεων με σκοπό την είσπραξη (για λογαριασμό της εντολέως της, δικαιούχου) των απαιτήσεων από τους οφειλέτες.
Τέλος, οι διατάξεις του ν. 4354/2015 για την κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση (ως μη δικαιούχων διαδίκων) των εταιρειών διαχείρισης δανείων δεν μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικώς και επί των εταιρειών διαχείρισης του ν. 3165/2003, διότι η εταιρεία διαχείρισης του άρθρου 10 ν. 3156/2003 αναλαμβάνει με σύμβαση εντολής τη διαχείριση των αποκτώμενων απαιτήσεων χωρίς όπως προειπώθηκε να έχει ορισθεί εκ του νόμου μη δικαιούχος, κατ’ εξαίρεση νομιμοποιούμενος, διάδικος και επομένως δεν νομιμοποιείται να ενεργεί διαδικαστικές πράξεις για λογαριασμό της εντολέως της εταιρείας, ούτε η μεταξύ τους σύμβαση και η παροχή πληρεξουσιότητας μπορεί να καθιδρύσει κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση. Πρόκειται για διαφορετικές νομοθετικές ρυθμίσεις που εξακολουθούν και ισχύουν παράλληλα για τις μεταβιβάσεις απαιτήσεων που γίνονται με τους δικούς του όρους και διαδικασία.
Με το ν. 4354/2015 δεν καταργήθηκε η καθιερωθείσα με το ν. 3156/2003 δυνατότητα αποκτήσεως και διαχειρίσεως επιχειρηματικών δανείων κ.λπ. με τιτλοποίηση αλλά συνεχίζει ισχύουσα παράλληλα με το δικό της όμως νομοθετικό πλαίσιο. Κατ’ ακολουθίαν, των ανωτέρω η ως άνω πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να απορριφθοεί ως απαράδεκτη ελλείψει νομιμοποιήσεως, ενώ πρέπει να συμψηφισθεί στο σύνολό της μεταξύ των διαδίκων η δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, λόγω του ότι η ερμηνεία των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου υπήρξε ιδιαιτέρως δυσχερής ( άρθρα 179 και 183 ΚΠολΔ ).
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο areiospagos.gr.
Χρόνια τώρα το λέμε ότι έχουν πρόβλημα νομιμοποίησης που νομικά προσβάλλεται πολύ εύκολα.
Η ουσία του πράγματος είναι ότι η προσφυγή στη δικαιοσύνη είναι ακριβό σπορ για λίγους.
Αν υποθέσουμε ότι υπήρχε ένας ζάμπλουτος παλαβός και έλεγε ότι θα πληρώσει τα δικαστικά έξοδα κάθε δανειολήπτη, εφόσον αυτός στραφεί νομικά εναντίον της τράπεζας, οι τράπεζες θα είχαν φαλιρίσει από την αρχή των μνημονίων και το δικαστικό σύστημα θα είχε μπλοκάρει για τα επόμενα 50 χρόνια.
Η δύναμη της τράπεζας αντλείται από την οικονομική αδυναμία των οφειλετών.
Έτσι ακριβώς.