Η έλευση του 2012 σηματοδοτεί την είσοδο της ελληνικής οικονομίας στην πέμπτη συνεχόμενη χρονιά ύφεσης, έστω και αν αναμένεται αυτή να είναι ηπιότερη σε σχέση με το 2011 – που καταγράφεται ως η χειρότερη χρονιά ύφεσης των τελευταίων 36 ετών.
Σήµερα, πέρα από την ανάγκη δηµοσιονοµικής προσαρµογής, αναζητούνται πλέον µε επιτακτικό τρόπο οι προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής τροχιάς της οικονοµίας, πριν η κρίση οδηγήσει το παραγωγικό σύστηµα της χώρας σε οριστική αποδιάρθρωση. Η χαρτογράφηση της σηµερινής εικόνας του βασικού πυρήνα του εγχώριου παραγωγικού-επιχειρηµατικού δυναµικού της χώρας µπορεί να συνεισφέρει τεκµηριωµένα στη δηµόσια γνώση και συζήτηση για τις προϋποθέσεις αναζωογόνησης της δυναµικής του. Σε αυτή την κατεύθυνση συµβάλλουν τα αποτελέσµατα της ευρείας έρευνας πεδίου στις 2.000
µεγαλύτερες επιχειρήσεις της χώρας την οποία εκπόνησε το ΙΟΒΕ µε το Εργαστήριο Βιοµηχανικής και Ενεργειακής Οικονοµίας του ΕΜΠ για λογαριασµό του ΣΕΒ. Υλοποιήθηκε µε τη βοήθεια της εταιρείας Public Issue.
Στην έρευνα αναδεικνύεται µια δυϊστική εικόνα. Υπάρχει ένα τµήµα των επιχειρήσεων που βραδυπορεί, δυσκολεύεται να προσαρµοστεί, ενδεχοµένως επειδή δεν είχε προετοιµαστεί κατάλληλα και ένα άλλο τµήµα που ανθίσταται και προσπαθεί να διατηρήσει τη δυναµική του. Πιο συγκεκριµένα:
1. Το 28% των µεγαλύτερων επιχειρήσεων της χώρας – που απασχολούν όµως το 1/3 του συνόλου των εργαζοµένων στις επιχειρήσεις που συµµετείχαν στην έρευνα – φαίνεται να αντέχει στην κρίση (κατηγορία Α). Πρόκειται για επιχειρήσεις που είχαν κέρδη το 2010-2011, µε ταυτόχρονη αύξηση των πωλήσεών τους. Οι µισές περίπου επιχειρήσεις εµφανίζουν ανάµεικτες τάσεις (Κατηγορία Β), ενώ το υπόλοιπο 20% – που απασχολεί το 14% των εργαζοµένων – εµφάνισε ζηµιές το 2010 και το 2011 (Κατηγορία Γ). Τα χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν τις πρώτες από τις τελευταίες είναι σαφή και τεκµηριώνονται στην έρευνα: είναι εξωστρεφείς, καινοτοµούν και εκπαιδεύουν το προσωπικό τους, προσπαθούν να βρίσκονται σε επαφή µε φορείς έρευνας και παρουσιάζουν κάποιας µορφής ερευνητική δραστηριότητα, δηλώνουν µάλιστα εκτεθειµένες σε µικρότερο βαθµό στην κρίση ρευστότητας. Βασικός προσδιοριστικός παράγοντας των καλών οικονοµικών επιδόσεων των επιχειρήσεων είναι η εξωστρέφεια. Οσοι εξάγουν, κατορθώνουν να εµφανίζουν υψηλότερες αντοχές στην οικονοµική κρί ση και να υποκαθιστούν µέρος των εγχώριων απωλειών τους. Ενδεικτικό είναι ότι οι επιχειρήσεις µε αύξηση πωλήσεων το 2011 είναι κυρίως εξαγωγικές, οι οποίες µάλιστα επιτυγχάνουν και αύξηση των εξαγωγών. Υπάρχουν όµως σηµαντικά περιθώρια βελτίωσης τόσο του αριθµού των εξαγωγικών επιχειρήσεων όσο και της έντασης των εξαγωγών: µόνο το 45% των µεγαλύτερων επιχειρήσεων εξάγει (αλλά το 70% των µεταποιητικών επιχειρήσεων).
2.Το 22% των επιχειρήσεων (30% σε απασχόληση) µπορεί να χαρακτηριστεί ως υψηλής καινοτοµικής επίδοσης (Κατηγορία Α). Πρόκειται για επιχειρήσεις που την προηγούµενη διετία εισήγαγαν κάποια καινοτοµία προϊόντος ή παραγωγικής διαδικασίας. Εξάλλου, περίπου οι µισές επιχειρήσεις έχουν ήπια καινοτοµική επίδοση (Κατηγορία Β), ωστόσο υπάρχει και ένα 30% (27% σε απασχόληση) που δεν εµφανί ζει ούτε µια καινοτοµία (ΚατηγορίαΓ). Οι επιχειρήσεις υψηλών καινοτοµικών επιδόσεων ασκούν κάποιου είδους ερευνητική δραστηριότητα (αυτοτελή είτε µέσω ερευνητικής συνεργασίας), προσπαθούν να αναπτύξουν τις τεχνολογικές τους ικανότητες, ενώ επενδύουν µε συστηµατικό τρόπο σε εκπαιδευτικά προγράµµατα για το προσωπικό τους. Κατορθώνουν έτσι να ανθίστανται στην κρίση σε µεγαλύτερο βαθµό σε σχέση µε τις υπόλοιπες. Η εικόνα αυτή µπορεί να θεωρηθεί ανάµεικτη. Οι µισές επιχειρήσεις παρήγαγαν την τελευταία διετία καινοτοµικά προϊόντα, ωστόσο οι καινοτοµίες αναφέρονταν σε νέα µόνον για την ίδια την επιχείρηση προϊόντα. Εξάλλου, µόνο µία στις τρεις επιχειρήσεις αναφέρει ότι εισήγαγε καινοτόµο διαδικασία στις µεθόδους παραγωγής και στη χρήση Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ). Το 38% εισήγαγε οργανωσιακή καινοτοµία κυρίως στις µεθόδους πώλησης και ορ γάνωσης της εργασίας. Οι υστερήσεις αυτές φαίνεται να συνδέονται µε τις περιορισµένες ερευνητικές επενδύσεις. Αν και µία στις τρεις επιχειρήσεις δηλώνει ότι διαθέτει οργανωµένο τµήµα έρευνας, η διεξαγωγή εσωτερικής ή συνεργατικής έρευνας είναι περιορισµένη, όπως άλλωστε και συνολικά η δικτύωση µε φορείς όπως τα πανεπιστήµια.
3. Το 30% των επιχειρήσεων (44% σε όρους απασχόλησης) χαρακτηρίζεται από έντονη δραστηριότητα σε θέµατα εκπαίδευσης και κατάρτισης του προσωπικού της (Κατηγορία Α), καθώς εφαρµόζει συστηµατικά διάφορες µορφές τυπικής και άτυπης εκπαίδευσης. Λιγότερες από τις µισές εστιάζονται κυρίως σε άτυπες µορφές εκπαίδευσης (Κατηγορία Β), ενώ µία στις τέσσερις επιχειρήσεις δεν εφαρµόζει καµία εκπαίδευση (Κατηγορία Γ). Οι επιχειρήσεις της πρώτης κατηγορίας εµφανίζουν τελικά και σηµαντικά καλύτερες επιδόσεις σε όρους εξαγωγών και καινοτοµίας, ενώ πλήττονται από την κρίση σε µικρότερο βαθµό σε σχέση µε τις υπόλοιπες.
Η ποσοτική σχέση αυτών των τριών οµάδων επιχειρήσεων είναι εξαιρετικά κρίσιµη σήµερα. Αν η «κατηγορία Γ» κυριαρχήσει στον πυρήνα του παραγωγικού συστήµατος, τότε η προοπτική του επιχειρηµατικού συστήµατος είναι δυσοίωνη.
Αν πάλι επικρατήσει η «κατηγορία Α» τότε ίσως να διαµορφώνονται στέρεες προϋποθέσεις εξόδου από την κρίση. Την τελική εικόνα εποµένως θα καθορίσει αυτή η ευρεία, µεσαία οµάδα επιχειρήσεων που είναι και η πλειονότητα στο σύστηµα. Είναι, όµως, σε θέση αυτές οι επιχειρήσεις να ενισχύσουν τους παράγοντες που φαίνεται να λειτουργούν θετικά στην αναπτυξιακή δυναµική τους και τώρα τεκµηριώνονται και ποσοτικά; Οσες περισσότερες το καταφέρουν, τόσο περισσότερο ο επιχειρηµατικός τοµέας µπορεί να συµβάλει στη µετάβαση σε ένα ποιοτικότερο αναπτυξιακό πρότυπο.
Πέραν τωνπαραγόντων που διαµορφώνουνοι ίδιες οι επιχειρήσεις δεν θα πρέπει να αγνοούνται οι εξωγενείς παράγοντες που δεν ελέγχονται από αυτές. Με δεδοµένες τις συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας, είναι προφανές ότι παρεµποδίζεται η αναπτυξιακή δυναµική του επιχειρηµατικού τοµέα. Αλλά και χωρίς ένα ευφυές και αποτελεσµατικό κράτος η ανάδυση της καινοτόµου και ποιοτικής επιχειρηµατικότητας δυσχεραίνεται. Αλλά και οι ίδιες επιχειρήσεις πρέπει να κινηθούν πιο δυναµικά:
* αξιοποιώνταςλειτουργικά τις ΤΠΕ,
* αναλαµβάνοντας νέες πρωτοβουλίες που αξιοποιούντη γνώση,
* αναπτύσσοντας συνεργασίες που διαµορφώνουν δυναµικά παραγωγικά και τεχνολογικά οικοσυστήµατα,
* προωθώντας την εξωστρέφεια µέσω µιαςστρατηγικής κατάκτησης νησίδων αγοράς σε παγκόσµια κλίµακα,
* επιδιώκονταςδιεθνείς συνεργασίες για νέεςεπενδυτικές πρωτοβουλίες στην παραγωγή και στην ανάπτυξη υποδοµών,
* υιοθετώντας την καινοτοµία ως τρόπο σκέψης και δράσης. Η ενθάρρυνση της επιχειρηµατικότητας εντάσεως γνώσης, µε επένδυση στη γνώση και τον ανθρώπινο παράγοντα και µε αιχµή την ποιότητα, τη διαφοροποίηση και την κάλυψη των αναγκών απαιτητικών χρηστών, αποτελεί τη µόνη βιώσιµη επιλογή σήµερα.
Η προώθηση της καινοτοµίας, η αξιοποίηση της τεχνολογίας παντού και γιαόλους σε συνδυασµό µε τηνανάπτυξη και αναβάθµιση του ανθρώπινου δυναµικού, την καλλιέργεια µιας κουλτούρας δηµιουργικότητας, ανοιχτών οριζόντων και οργανωµένης προσπάθειας, αποτελούν τους βασικούς πυλώνες µιας αναγκαίας εθνικής κινητοποίησης και ενός νέου κοινωνικού συµβολαίου για την ανάπτυξη.
Ο κ. Γιάννης Καλογήρου είναι καθηγητής Τεχνολογικής, Οικονοµικής & Βιοµηχανικής Στρατηγικής, ΕΜΠ, και ο κ. Αγγελος Τσακανίκας υπεύθυνος Ερευνας ΙΟΒΕ
www.tovima.gr