Είναι σαφές πλέον πως η εμφάνιση των νεοάστεγων είναι επακόλουθο της εμφάνισης μίας ολόκληρης γενιάς νεόπτωχων. Η φτώχεια πλήττει πλέον και τα «μεσαία» κοινωνικά στρώματα, πληθυσμούς που είχαν υψηλό ή επαρκές βιοτικό επίπεδο.
0 μέσος Έλληνας, κάποιες φορές, κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπος με την κατάσταση της ακραίας φτώχειας. Όπως σημειώνει η Άντα Αλαμάνου από την Κλίμακα – ΜΚΟ για την Ανάπτυξη του Ανθρώπινου και του Κοινωνικού Κεφαλαίου για την Αντιμετώπιση του Κοινωνικού Αποκλεισμού -, «υπάρχει σαφής αυξητική τάση του αριθμού των αστέγων, της τάξης του 25%, ενώ παράλληλα αλλάζει και το προφίλ των ατόμων που διαβιούν στον δρόμο ή σε ακατάλληλες συνθήκες στέγασης».
Μόνο τον Οκτώβριο οι αιτήσεις για την παροχή στέγης στους ξενώνες του Δήμου Αθηναίων κατέγραψαν αύξηση 26% συγκριτικά με τον Οκτώβριο του 2010, όπως μας ενημερώνει ο πρόεδρος του Ιδρύματος Αστέγων του Δήμου Αθηναίων, δημοτικός σύμβουλος Γιώργος Αποστολόπουλος.
Ως νεοάστεγοι, σύμφωνα με την Κλίμακα, ορίζονται οι πληθυσμοί που μέχρι πρότινος είχαν ένα ικανοποιητικό – επαρκές βιοτικό επίπεδο και οι οποίοι διαβιούν εκτός στέγης ή σε επισφαλείς συνθήκες στέγασης εξαιτίας της ανεργίας, των περιορισμένων έως ανύπαρκτων εισοδημάτων τους ή της αδυναμίας στήριξής τους από το οικογενειακό και το ευρύτερο περιβάλλον τους.
Είναι άνθρωποι που δεν περίμεναν ποτέ στη ζωή τους να αντιμετωπίσουν τόσο ακραία προβλήματα επιβίωσης.
Άλλωστε, ας έχουμε κατά νου, όπως επισημαίνει και η Κλίμακα, ότι η έλλειψη στέγης και ο αποκλεισμός από την κατοικία αναγνωρίζονται παγκοσμίως ως η πιο ακραία μορφή φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Μέσα στους νεοάστεγους θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τους ανθρώπους που φιλοξενούνται σε φίλους, γνωστούς ή γείτονες επειδή έχασαν το σπίτι τους, επισημαίνουν οι Γιατροί του Κόσμου.
Η κλίμακα της φτώχειας
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κλίμακας, είναι
♦ άτομα παραγωγικών ηλικιών από 30 έως 45 ετών,
♦ νέοι με μισθούς των 500 ευρώ που δεν μπορούν να συντηρήσουν μια κατοικία, καθώς επίσης και
♦ άτομα που έχασαν τη δουλειά τους λίγο πριν από τη σύνταξη (οι αλλοδαποί που εντάσσονται σε αυτήν την κατηγορία, είναι άτομα που είχαν ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία και εξαιτίας της ανεργίας βρέθηκαν σε κατάσταση φτώχειας και έλλειψης στέγης).
Συγκριτικά με τους «παραδοσιακούς πληθυσμούς» αστέγων, είναι άνθρωποι οι οποίοι:
♦ έχουν μέτριο έως και υψηλό μορφωτικό επίπεδο,
♦ δεν παρουσιάζουν άμεσα προβλήματα ψυχοπαθολογίας,
♦ δεν έχουν κάποιας μορφής εξάρτηση.
Δυστυχώς τα χειρότερα είναι μπροστά μας, εάν σκεφτούμε πόσοι ακόμα συνάνθρωποί μας κινδυνεύουν άμεσα
να χάσουν την κατοικία τους, εξαιτίας της βαθιάς ύφεσης και της ανεργίας που αυτή συνεπάγεται, καθώς και λόγω επαπειλούμενης δήμευσης των περιουσιακών τους στοιχείων, εξαιτίας της αδυναμίας αποπληρωμής των δανείων που είχαν πάρει.
Η κεντρική πολιτική διοίκηση, όπως και η δημοτική, φαίνεται να στρουθοκαμηλίζουν απέναντι στο ολοένα και αυξανόμενο πρόβλημα.
Η παροχή βοήθειας στους άστεγους και στους νεοάστεγους περιορίζεται σε φιλανθρωπικού τύπου παροχές, ενώ οι δράσεις της πολιτείας, που θα έπρεπε να στοχεύουν αφενός στην πρόληψη του φαινομένου και αφετέρου στην αποκατάσταση των αστέγων – π.χ, με την εύρεση εργασίας -, είναι ανύπαρκτες. Στο σημείο αυτό, πρέπει να σημειώσουμε ότι η Κλίμακα εστιάζει στις αυξημένες δυνατότητες που εμφανίζουν αυτοί οι πληθυσμοί για αποκατάσταση και κοινωνική επανένταξη.
Τους διώχνουν
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν οι καταγγελίες για προσπάθεια εκδίωξης των αστέγων από το ιστορικό κέντρο. Άστεγοι καταγγέλλουν ότι η δημοτική αστυνομία πετάει τα υπάρχοντα – σκεπάσματά τους και ότι ο δήμος έκοψε το νερό σε κάποιες πλατείες, με αποτέλεσμα να διψούν.
«Δεν έχουν υποπέσει στην αντίληψή μου τέτοιες ενέργειες εκ μέρους της Δημοτικής Αστυνομίας» υποστηρίζει ο πρόεδρος του Ιδρύματος Αστέγων, επισημαίνοντας πως σε κάθε περίπτωση τέτοιου είδους συμπεριφορές, όπως αυτές που αποδίδονται στη Δημοτική Αστυνομία, είναι ανεπίτρεπτες και καταδικαστέες.
«Βγαίνουμε για streer work και δεν βρίσκουμε ανθρώπους» θα αναφέρουν χαρακτηριστικά οι άνθρωποι της Κλίμακας, οι οποίοι δεν διαφωνούν με τον «εξωραϊσμό» του ιστορικού κέντρου, αρκεί, όπως τονίζουν, «αυτοί οι άνθρωποι κάπου να πάνε». «Δεν μπορεί να ισχύσει η αρχή ‘‘ό,τι δεν βλέπουμε, δεν υπάρχει’’» συμπληρώνουν.
Στους ξενώνες του Δήμου Αθηναίων φιλοξενούνται μόλις 160 άτομα, όταν, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ΜΚΟ, οι άστεγοι στη χώρα μας είναι 20.000.
«Ο αριθμός των ατόμων που φιλοξενούμε είναι μικρός» παραδέχεται ο Γ. Αποστολόπουλος, «αλλά οι δυνατότητες του δήμου είναι περιορισμένες»
Όπως μας εξηγεί, σύμφωνα με τους κανονισμούς λειτουργίας των ξενώνων, δεν επιτρέπεται να στεγαστούν άτομα εξαρτημένα από ουσίες, πάσχοντα από μολυσματικές νόσους ή ψυχοπαθολογία, καθώς εκτιμάται πως κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα στη λειτουργία τους.
«Αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται μια ειδική μέριμνα, οργανωμένη κεντρικά από το κράτος» επισημαίνει.
«Ο ξενώνας ‘‘Εστία των Αθηνών’’, στην Πατησίων, δυναμικότητας 65 κλινών, που προορίζεται να φιλοξενεί ανθρώπους μεγάλης ηλικίας, είναι σχεδόν έτοιμος» μας πληροφορεί ο Γ. Αποστολόπουλος.
Σταγόνα στον ωκεανό θα σκεφτεί κανείς…
«Ο Δήμος Αθηναίων κάνει μια μεγάλη προσπάθεια με τους ξενώνες, τα συσσίτια, το κοινωνικό παντοπωλείο, τη διανομή τροφίμων και ρούχων, ώστε οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης να διατηρηθούν στη ζωή. Για να υπάρξει, όμως, φως στην άκρη του τούνελ και να ξεφύγουν από αυτήν την κατάσταση, χρειάζεται μια ευρύτερη προσπάθεια, η οποία πρέπει να οργανωθεί από την κεντρική εξουσία» μας εξηγεί.
Φιλανθρωπίες
«Το ουσιώδες είναι να βρουν αυτοί οι άνθρωποι δουλειά, να αποκατασταθούν στον κοινωνικό ιστό, να μπορέσουν να πάρουν μία σύνταξη, ένα προνοιακό επίδομα» επισημαίνει ο πρόεδρος του Ιδρύματος Αστέγων, κινούμενος στο ίδιο μήκος κύματος με όλες τις ΜΚΟ και τους φορείς στους οποίους απευθυνθήκαμε. «Είναι η κεντρική κρατική εξουσία που οφείλει να επιλύσει το πρόβλημα. Το φιλανθρωπικό έργο έχει κάποια όρια» τονίζει, ενώ θεωρεί πολύ σημαντικό να δοθεί ένα μέρος από τη φορολόγηση σε κεντρικά προγράμματα, ούτως ώστε οι άστεγοι και οι νεοάστεγοι να επανενταχθούν στον κοινωνικό ιστό και όχι απλώς να συντηρούνται από φιλανθρωπίες.
Ο φιλοξενούμενος στον ξενώνα της Κλίμακας κ. Γιώργος, 60 χρόνων, ίσως να εντάσσεται στον πληθυσμό των νεοάστεγων. Όταν τον συναντήσαμε, νομίζαμε πως απλώς δουλεύει στον ξενώνα. Δεν μπορούσε να μας περάσει από το μυαλό ότι ήταν φιλοξενούμενος.
Έμεινε άνεργος, έπειτα από πολλά χρόνια εργασίας ως μουσικός παραγωγός και τεχνικός δικτύων. Λίγο πριν βρεθεί στον δρόμο, κατάφερε και εντόπισε, όπως μας ανέφερε, τον ξενώνα της Κλίμακας, όπου και έγινε δεκτός.
Τώρα, προσπαθεί να βγάλει μια πρόωρη σύνταξη, είναι εθελοντής για τους άστεγους στην Κλίμακα και υπεύθυνος του web-radio της οργάνωσης.
«Είναι βασικό να έχεις κάτι να ασχολείσαι, να νιώθεις χρήσιμος, διαφορετικά χάνεις την αυτοεκτίμησή σου και τον αυτοσεβασμό σου» σχολιάζει.
Η Κλίμακα είναι η οικογένειά του, υπήρξε γι’ αυτόν «το φως στο σκοτάδι», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και αυτό γιατί χάρη στις δομές της οργάνωσης κατάφερε να ξεπεράσει σοβαρά προβλήματα που αντιμετώπιζε και να ατενίζει πλέον με μεγαλύτερη αισιοδοξία, σε προσωπικό επίπεδο τουλάχιστον, το μέλλον.
Η αγωνία του όμως είναι μεγάλη για όλους εκείνους που βρίσκονται στον δρόμο. Με πόνο ψυχής αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν σήμερα να αφήνουμε κάποιον να πεθάνει στον δρόμο… «Δεν είμαστε στην κατοχή…» σχολιάζει.
Είναι θυμωμένος με τη συμπεριφορά ορισμένων δημοτικών αστυνομικών απέναντι στους άστεγους «Δεν είναι σκουπίδια οι άνθρωποι, να τους πετάς» αναφέρει. «Ας τους αφήσουν τουλάχιστον σε έναν χώρο, να είναι όλοι μαζί, να αλληλοβοηθούνται… Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι αύριο μπορεί να είναι οι ίδιοι σε αυτήν τη θέση;» αναρωτιέται.
«Δεν είμαστε clossar, όπως μας παρουσίασε ένα δημοσίευμα. Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν clossar» υπογραμμίζει. Εστιάζει και αυτός στην ανάγκη παροχής βοήθειας για την εύρεση εργασίας στους νεοάστεγους, προκειμένου να μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους και «να μην είναι βάρος σε κανέναν».
Σύμφωνα και με τις στατιστικές, οι πολίτες που είναι άστεγοι για διάστημα μικρότερο των 6 μηνών, έχουν τη δυνατότητα να επανενταχθούν γρηγορότερα στην κοινωνία από κάποιον που «εθίστηκε» σε φιλανθρωπικές παροχές ή εγκαταλείφθηκε στην κατάθλιψη,
απόρροια ίσως δευτερογενώς και της απώλειας σταθερότητας, της ακραίας φτώχειας, της έλλειψης προοπτικής.
«Ας μη φτάσουν οι άστεγοι τους 40.000, ας παραμείνουν στους 20.000» εύχεται ο κ. Γιώργος.
Σύμφωνα με τις ΜΚΟ, κρίνονται ως απολύτως απαραίτητα:
♦ η δημιουργία καταφυγίων νύκτας,
♦ η κατασκευή δημόσιων λουτρών,
♦ η επέκταση των ιατρείων που θα περιθάλπουν άστεγους, σε συνεργασία με τα δημοτικά ιατρεία,
♦ η θεσμοθέτηση στοιχειωδών μηχανισμών κοινωνικής μέριμνας και φυσικά
♦ η θεσμική αναγνώριση των αστέγων, ως ειδικής ευάλωτης κοινωνικής ομάδας.