8340/2010 Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών – Αναστολή πλειστηριασμού ακινήτου

Τελευταία ενημέρωση την 17 Μαρ 2014 — 13:16

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ευστρατία Πατσάκογλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του, στις 21 Οκτωβρίου 2010, για να δικάσει την αίτηση μεταξύ:                               ,

ΤΟΥ  ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: Χαράλαμπου  Κοκκίνη  του  Ελευθερίου, κατοίκου Βύρωνα Αττικής, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Ευανθίας Στεφανέα, που κατέθεσε σημείωμα.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία «ΣΑΛΙΝΑ ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΑΙ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΕΠΕ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Δ.Β. που κατέθεσε σημείωμα.

Ο αιτών ζητεί να γίνει δεκτή η αίτηση του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου με αριθμό γενικό αριθμό καταθέσεως 182236/2010 και αριθμό καταθέσεως δικογράφου 17321/2010 και προσδιορίστηκε να δικαστεί κατά την ανωτέρω αναφερόμενη δικάσιμο.

ΚΑΤΑ τη συζήτηση της ανακοπής οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικώς τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν γίνουν δεκτοί.                                                                                       

                                          ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά τη διάταξη του άρθρου 938 παρ. 1 ΚΠολΔ, για την χορήγηση της αναστολής απαιτείται συμπλεκτικώς η συνδρομή τριών αυτοτελών προϋποθέσεων, δηλαδή: α) η προηγούμενη ή σύγχρονη με την υποβολή της σχετικής αιτήσεως, άσκηση της, κατ’ άρθρο 933 ΚΠολΔ ανακοπής, η οποία ολοκληρώνεται με την επίδοση της στον καθ’. ου απευθύνεται αυτή, β) η πιθανολόγηση του παραδεκτού αυτής και της βασιμότητας ενός τουλάχιστον λόγου της και γ) η πιθανολόγηση ότι η αναγκαστική εκτέλεση, που είναι ακόμη εκκρεμής, θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα.

Στην προκειμένη περίπτωση, ο αιτών, επικαλούμενος έννομο συμφέρον και ισχυριζόμενος ότι θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη, ζητά ν’ ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως και του ορισθέντος την 1-12-2010 πλειστηριασμού, που επισπεύδεται από την καθ’ ης σε βάρος της ακίνητης περιουσίας του, δυνάμει της από 12-7-2010 επιταγής προς εκτέλεση και της με αριθμό 167/1-10-2010 εκθέσεως αναγκαστικής κατασχέσεως, κάτω από το απόγραφο εκτελεστό της με αριθμό 13314/2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ, που άσκησε νομοτύπως κατά της επισπευδομένης εκτελέσεως, κατά τα εκτιθέμενα ειδικότερα στο δικόγραφο.

Η αίτηση ασκήθηκε εμπροθέσμως (άρθρο 938 παρ. 3 ΚΠολΔ), αρμοδίως δε καθ’ ύλην και κατά τόπον φέρεται για να δικαστεί από το Δικαστήριο αυτό, με την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 933, 938 ΚΠολΔ. Επομένως πρέπει να ερευνηθείπεραιτέρω κατ’ ουσίαν.

Με το άρθρο 1 Ν. 3869/3-8-2010 που αφορά στη «Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις», ορίζονται τα εξής: «1. Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών αυτών και απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής. 2. Δεν επιτρέπεται η ρύθμιση των οφειλών που: α) έχουν αναληφθεί το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη της διαδικασίας κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου και β) που προέκυψαν από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο, διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, τέλη προς τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης. 3. Απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου μπορεί να γίνει μόνο μία φορά».Στις διατάξεις του άρθρου 9 του ιδίου νόμου ορίζεται η διαδικασία ρευστοποιήσεως της περιουσίας και προστασίας της κύριας κατοικίας και ειδικότερα ορίζεται στην παράγραφο 2 ότι ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει στο δικαστήριο πρόταση εκκαθάρισης, ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση βεβαρημένο ή μη με εμπράγματη ασφάλεια ακίνητο, που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, προσαυξημένο κατά πενήντα της εκατό. Στη μεταβατική διάταξη του άρθρου 19 ορίζεται ότι για έξι μήνες από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως απαγορεύεται ο πλειστηριασμός του ακινήτου της παραγράφου 9 παρ. 2 και οι αιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 υποβάλλονται μετά την πάροδο πέντε μηνών από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Τέλος κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 Ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας»,πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι, καθώς και οι ενώσεις προσώπων με νομική προσωπικότητα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό. Η παύση της εμπορίας ή της οικονομικής δραστηριότητας ή ο θάνατος δεν κωλύουν την πτώχευση, εφόσον επήλθαν σε χρόνο κατά τον οποίο ο οφειλέτης είχε παύσει τις πληρωμές του. Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι προϋπόθεση για την πτώχευση εμπόρου που έπαυσε την εμπορία του είναι η παύση της εμπορίας να έγινε μέσα στο χρόνο της παύσεως των πληρωμών του και ο τελευταίος να ανάγεται στο χρόνο κατά τον οποίο ο οφειλέτης είχε την εμπορική ιδιότητα. Η μη πληρωμή χρεών που ήταν προγενέστερα της παύσης της εμπορίας δεν αρκεί για να κηρυχθεί σε πτώχευση, εάν δεν υπάρχει και παύση των πληρωμών κατά το χρόνο παύσης της εμπορίας (βλ Κοτσίρη Πτωχευτικό δίκαιο 7η έκδοση σελ. 99 επ.).

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων Λ.Π. και Μ.Π. που εξετάστηκαν στο ακροατήριο με επιμέλεια του αιτούντος και της καθ’ ης αντίστοιχα και όλων των εγγράφων που νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με επίσπευση της καθ’ ης η αίτηση, προς ικανοποίηση απαιτήσεώς της ύψους 30.000 ευρώ, που απορρέει από τη με αριθμό 35886686-3 τραπεζική επιταγή της ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑΣ, εκδόσεως του αιτούντος σε διαταγή της καθ’ ης η αίτηση, με φερόμενη ημερομηνία εκδόσεως 30-3-2010, για την οποία εκδόθηκε η με αριθμό 13314/2010 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του αιτούντος. Αντίγραφο εξ απογράφου της διαταγής πληρωμής, με την από 12-7-2010 επιταγή προς πληρωμή, επέδωσε η καθ’ ης στον αιτούντα στις 21-7-2010 και με τη με αριθμό 167/1-10-2010 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης  περιουσίας  του  δικαστικού  επιμελητή  στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Γ.Κ., κατασχέθηκε αναγκαστικώς ποσοστό συγκυριότητας του αιτούντος 1/2 εξ αδιαιρέτου, επί του με αριθμό Α4 διαμερίσματος του 1ου ορόφου, αποτελούμενο από δύο υπνοδωμάτια, καθιστικό, διάδρομο, κουζίνα και λουτρό, εμβαδού 86,20 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 27/1000, το οποίο εκτιμήθηκε στο ποσό των 90.000 ευρώ και η τιμή πρώτης προσφοράς ορίστηκε στο ποσό των 60.000 ευρώ, εκτίθεται δε σε πλειστηριασμό την 1-12-2010. Ο αιτών, κατά της επισπευδόμενης σε βάρος του άνω αναγκαστικής εκτελέσεως, άσκησε παραδεκτώς και εμπροθέσμως, ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, την με αριθμό καταθέσεως 11962/19-10-2010 ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ (βλ. τη με αριθμό 4867/19-10-2010 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ιωάννη Παπακωνσταντίνου), η συζήτηση της οποίας ορίστηκε για τη δικάσιμο της 26-11-2013, με την οποία ζητεί την ακύρωση της επιταγής προς πληρωμή και της εκθέσεως αναγκαστικής κατασχέσεως. Ταυτοχρόνως με την εν λόγω ανακοπή άσκησε την κρινόμενη αίτηση αναστολής εκτελέσεως, σύμφωνα με την προμνησθείσα διάταξη του άρθρου 938 ΚΠολΔ. Με τον πρώτο λόγο ανακοπής ο αιτών ισχυρίζεται ότι στο πρόσωπο του συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 και η επισπευδόμενη σε βάρος του αναγκαστική εκτέλεση πρέπει να ακυρωθεί, διότι το ακίνητο που κατασχέθηκε αποτελεί την κύρια κατοικία του και υπάγεται στις ρυθμίσεις του άρθρου 19 παρ. 1 Ν.3869/2010, που απαγορεύει τον πλειστηριασμό της κύριας κατοικίας του οφειλέτη. Ο λόγος αυτός πιθανολογείται ότι θα κριθεί νόμιμος και ουσία βάσιμος. Ειδικότερα ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο, που δεν έχει την πτωχευτική ικανότητα. Ο τελευταίος διατηρούσε μέχρι το έτος 2007 πρακτορείο ταξιδιών, σε μισθωμένο ακίνητο επί της οδού Εσπερίδων αριθμός 104 στην Καλλιθέα Αττικής και η επίδικη οφειλή προέκυψε από την εμπορική του συνεργασία με την καθ’ ης η αίτηση. Ωστόσο την 21-1-2008 διέκοψε πλήρως την εμπορική του δραστηριότητα και παραιτήθηκε από την εμπορία του, από το έτος δε 2009 είναι άνεργος, κατέχοντας σχετική κάρτα του ΟΑΕΔ, η οποία ανανεώνεται διαρκώς. Κατά το χρόνο παύσεως της εμπορίας του δεν είχε περιέλθει σε κατάσταση παύσεως των πληρωμών του, δεδομένου μάλιστα ότι ενώ στις 6-12-2007 η συνολική οφειλή του προς την καθ’ ης ανερχόταν στο ποσό των 99.537,73 ευρώ, αυτή ανέρχεται σήμερα στο ποσό των 30.000 ευρώ, διότι το υπόλοιπο χρέος εξοφλήθηκε από τον αιτούντα εντός του έτους 2008. Η επίδικη οφειλή δεν γεννήθηκε εντός του έτους 2010, αλλά προέρχεται από μεταχρονολογημένη επιταγή, που εκδόθηκε σε αντικατάσταση παλαιότερης ισόποσης επιταγής εκδοθείσας το έτος 2009 και η τελευταία είχε εκδοθεί σε αντικατάσταση προγενέστερης εκδοθείσας το έτος 2008, αφορά δε μέρος του συνολικού χρέους των 99.537,73 ευρώ. Εξάλλου δεν πρόκειται για χρέος που πηγάζει από αδικοπραξία που τελέστηκε με δόλο, αφού η καθ’ ης η αίτηση επέλεξε να ασκήσει την αξίωση της από την επιταγή, προβαίνοντας σε έκδοση διαταγής πληρωμής και όχι την αυτοτελή αξίωση της από αδικοπραξία. Ο αιτών έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμής των χρεών του, αφού, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα έγγραφα, πέραν της οφειλής του προς την καθ’ ης, οφείλει προς την ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ το ποσό των 280.000 ευρώ περίπου, που αφορά κυρίως οφειλή στεγαστικού δανείου και προς την Τράπεζα Κύπρου το ποσό των 3.834,87 ευρώ, πλέον τόκων. Το ακίνητο που κατασχέθηκε αποτελεί τη μοναδική ακίνητη περιουσία του ιδίου και της συζύγου του, σύμφωνα με το Ε9 που προσκομίζεται και η αξία του δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για έγγαμο με δύο τέκνα όπως ο αιτών, που ανέρχεται σε 250.000 ευρώ για τον έγγαμο και 25.000 ευρώ για έκαστο τέκνο και μάλιστα προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτεί ο νόμος. Στο ακίνητο αυτό διαμένει ο ίδιος με την οικογένεια του και αποτελεί την κύρια κατοικία τουΣυντρέχουν συνεπώς στο πρόσωποτου οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στη ρύθμιση του άρθρου 19 παρ .1 και ακύρως επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του, η οποία πιθανολογείται ότι θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη σ’ αυτόν, αφού αδυνατεί να στεγάσει την οικογένεια του σε άλλο ακίνητο, παρέλκει δε η εξέταση των λοιπών λόγων ανακοπής. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και να ανασταλεί η επισπευδόμενη σε βάρος του αιτούντος αναγκαστική εκτέλεση, τα δε δικαστικά έξοδα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του αιτούντος (άρθρο 178 Κώδικα Δικηγόρων).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΙ τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως, που επισπεύδεται εις βάρος του αιτούντος από την καθ’ ης η αίτηση, με τη με αριθμό 167/1-10-2010 έκθεση αναγκαστικής κατασχέσεως ακινήτου του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Γ.Κ., με την οποία ορίστηκε ο πλειστηριασμός της ακίνητης περιουσίας του αιτούντος που περιγράφεται στο σκεπτικό, την 1-12-2010, μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της με αριθμό καταθέσεως δικογράφου 11962/2010 ανακοπής, που άσκησε ο αιτών, υπό τον όρο ότι η ανακοπή του θα συζητηθεί κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 26-11-2013.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αιτούντα στη δικαστική δαπάνη της καθ’ ης, την οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στην Αθήνα στις … Οκτωβρίου 2010.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *