Τελευταία ενημέρωση την 11 Φεβ 2014 — 12:20
Περίληψη: Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα . Στο στάδιο μεταξύ της εκδόσεως οριστικής αποφάσεως και άσκησης ένδικων μέσων , δεν προτείνεται παραδεκτά η ένσταση εκκρεμοδικίας . Η απόρριψη προηγούμενης αίτησης ως αόριστης δεν εμποδίζει την άσκηση νέας αίτησης πριν από την πάροδο ενός (1) έτους . Η κομμώτρια δεν ασκεί εμπορική δραστηριότητα . Το δικαστήριο , λόγω των προβλημάτων υγείας και της μεγάλης ηλικίας της αιτούσας , θα ορίσει απευθείας μηνιαίες μηδενικές καταβολές προς τις πιστώτριες τράπεζες , διότι σε διαφορετική περίπτωση θα επέλθει πλήρης εξαθλίωση της αιτούσας , ενώ δεν προβαίνει σε ορισμό νέας δικασίμου για τον επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών εκ μέρους της αιτούσας , διότι κρίνει ότι δεν πρόκειται να βελτιωθεί το εισόδημά της .
H κρινόμενη αίτηση , όπως παραδεκτώς διευκρινίστηκε με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου της αιτούσας στο ακροατήριο που καταχωρήθηκε στα τηρούμενα πρακτικά αλλά και με τις επί της έδρας κατατεθείσες προτάσεις της ( άρθρα 224 και 741 ΚΠολΔ ), εισάγεται νομίμως και αρμοδίως ενώπιον αυτού του δικαστηρίου της περιφέρειας της κατοικίας της αιτούσας κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 επ . ΚΠολΔ ( άρθρο 3 του ν . 3869/2010), μετά την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση των μετέχουσων και παρισταμένων πιστωτριών τραπεζών , και την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου των εγγράφων των §§ 2 και 4 του άρθρου 4 του ν . 3869/2010, ήτοι : α ) της προβλεπομένης από το άρθρο 2 § 2 του ν . 3869/2010 βεβαίωσης περί αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού , που κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του άρθρου 2 § 1 του ν . 3869/2010 από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και β ) της υπεύθυνης δηλώσεως της αιτούσας με ημερομηνία 12.6.2012 για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των κάθε φύσης εισοδημάτων της ίδιας και του συζύγου της , κατάσταση των πιστωτριών τραπεζών της και των απαιτήσεως τους κατά κεφάλαιο , τόκους και έξοδα , καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία . Περαιτέρω , από την αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία , κατ ’ άρθρο 13 § 2 του ν . 3869/2010, προέκυψε ότι έχει εκδοθεί η με αριθμό 3/15.11.2011 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου , η οποία απέρριψε την με αριθμό έκθεση κατάθεσης 6/15.4.2011 αίτηση της αιτούσας κατά των καθ ’ ων πιστωτριών τραπεζών , για τη διευθέτηση των οφειλών της με απαλλαγή της από υπόλοιπα χρεών , λόγω αοριστίας του δικογράφου της αίτησης . Όσον αφορά την υποβληθείσα από τις πιστώτριες ένσταση εκκρεμοδικίας , οι οποίες ισχυρίζονται ότι δεν έχει τελεσιδικήσει η με αριθμό 3/15.11.2011 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου , η οποία απέρριψε οριστικά , λόγω αοριστίας , την με αριθμό 16/15.4.2011 αίτηση της αιτούσας , τούτη είναι απορριπτέα διότι , η εκκρεμοδικία περατώνεται με την έκδοση οριστικής αποφάσεως και αναβιώνει με την άσκηση τακτικών ενδίκων μέσων , εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης ( ΑΠ 1048/2009 ΕΠολΔ 2010. 439, ΑΠ 929/2006 ΝοΒ 2007. 2129, ΑΠ 436/2003 Νόμος , ΑΠ 457/2000 Νόμος , ΑΠ 240/1998 Δ 1998. 719, ΕφΔωδ 168/2004 Νόμος , ΕφΑθ 5646/2002 Αρμ 2003. 1807, ΕφΑθ 8813/2000 ΕπισκΕΔ 2001. 409, ΕφΑθ 2232/1998 ΑρχΝ 1999. 198, ΕφΑθ 2041/1974 ΝοΒ 1974. 527). Επομένως στο στάδιο μεταξύ της εκδόσεως οριστικής αποφάσεως και άσκησης ενδίκων μέσων , δεν προτείνεται παραδεκτά η ένσταση εκκρεμοδικίας ( ΕφΛαρ 361/2001 Δικογραφία 2001. 450). Δεδομένου ότι η με αριθμό 3/15.11.2011 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου είναι οριστική και δεν έχει ασκηθεί εναντίον της κάποιο ένδικο μέσο από κανένα διάδικο , δεν προτείνεται παραδεκτά η ένσταση εκκρεμοδικίας από τις καθ ’ ων , κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα . Πέρα των ανωτέρω , από την ερμηνεία του ν . 3869/2010 προκύπτει ότι μόνο η επί της ουσίας απόρριψης της αίτησης υποχρεώνει σε κατάθεση νέας αίτησης με την πάροδο ενός έτους ( π . χ . ύπαρξη εμπορικής ιδιότητας και επομένως πτωχευτικής ικανότητας , αδυναμία πληρωμής που οφείλεται σε δόλο , μη μόνιμη αδυναμία πληρωμής κ . λπ .). Αντιθέτως οι τυπικοί λόγοι απόρριψης της αίτησης ( π . χ . αοριστία , μη επίδοση αίτησης σε πιστωτές κλπ .) δεν οδηγούν σε τήρηση της προθεσμίας αυτής και ο οφειλέτης μπορεί σε μία τέτοια περίπτωση οποτεδήποτε να καταθέσει τη νέα αίτηση πληρώντας τις τυπικές προϋποθέσεις ( Αθανάσιος Κρητικός , Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων , έκδοση 2012, σ . 183, § 24, Ιάκωβος Βενιέρης και Θεόδωρος Κατσάς , Εφαρμογή του ν . 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα », έκδοση 2011, σ . 255). Αβάσιμος κρίνεται και ο ισχυρισμός της τέταρτης των καθ ’ ων , ότι δεν επιδόθηκε σε αυτή μαζί με την κρινόμενη αίτηση κατάσταση της υπάρχουσας περιουσίας και των εισοδημάτων της αιτούσας , όπως και του σχεδίου διευθέτησης των οφειλών , με πρόσκληση για υποβολή από τη πλευρά τους στη γραμματεία του δικαστηρίου εγγράφως των παρατηρήσεων τους και να δηλώσουν αν συμφωνούν με το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης , καθ ’ όσον μετά τη τροποποίηση του άρθρου 5 ν . 3869/2010 με τη διάταξη του άρθρου 85 στοιχείο Α ́ αρ . 3 του ν . 3996/2011 δεν απαιτείται επίδοση στους πιστωτές ξεχωριστού εγγράφου σχεδίου και χωριστής κατάστασης της περιουσίας και των εισοδημάτων του οφειλέτη , εφόσον αυτά περιλαμβάνοντα στην αίτηση . Η κρινόμενη αίτηση , στην οποία περιλαμβάνονται και τα στοιχεία του άρθρου 4 § 1 του ν . 3869/2010, είναι ορισμένη και νόμιμη , στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 8 και 9 του ιδίου νόμου , απορριπτομένης κατ ’ ακολουθία της προβληθείσας από όλες τις παριστάμενες πιστώτριες τράπεζες ένστασης αοριστίας ως ουσία αβάσιμης . Εφόσον δε δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και των παρισταμένων πιστωτριών τραπεζών , πρέπει η αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ ’ ουσίαν .
Από … αποδείχτηκαν τα ακόλουθα : Η αιτούσα , κάτοικος Αποκορώνου Χανίων , γεννηθείσα το έτος 1945, είναι έγγαμη , 61 ετών , και μητέρα ενός ενηλίκου τέκνου ηλικίας 26 ετών . Σε χρόνους προγενέστερους του έτους από την κατάθεση της κρινόμενης αίτησης (2000, 2003 και 2007), η αιτούσα υπέβαλλε αιτήσεις προς τις παριστάμενες πιστώτριες τράπεζες για τη χορήγηση δανείων και πιστωτικών καρτών , οι οποίες έκαναν δεκτές τις αιτήσεις της και της τα ενέκριναν , δεδομένου ότι αυτή πληρούσε τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση τους . Το Μάιο του 2011 η αιτούσα , που εργαζόταν ως κομμώτρια , υπέβαλλε αίτηση για συνταξιοδότηση και μη έχοντας οικονομικούς πόρους , δήλωσε μόνιμη αδυναμία πληρωμής , έπαυσε να εκπληρώνει τις δανειακές της υποχρεώσεις και την 22.5.2012 κατέθεσε την υπό κρίση αίτηση , ζητώντας τη διευθέτηση των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της . Περαιτέρω αποδεδείχθηκε ότι η αιτούσα υποβάλλεται σε χημειοθεραπεία , ενώ της έχει γίνει σύσταση από τον Διευθυντή του Γενικού Νοσοκομείου « ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ » για άμεση χειρουργική επέμβαση , καθώς πάσχει από διάφορα νεοπλάσματα ( νεόπλασμα NOS, νεοπλασία NOS, όγκο NOS, νεοπλασία του παχέος εντέρου ) και γενικά η κατάσταση της είναι ιδιαίτερα κρίσιμη , γεγονός που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί διότι , εκτός των ιατρικών πιστοποιητικών και βεβαιώσεων που προσκομίζει μετ ’ επικλήσεως η αιτούσα , το Δικαστήριο τούτο κατά την ανωμοτί κατάθεση της ενώπιον του , μετά λύπης , δια – πίστωσε την σοβαρότητα της κατάστασης της . Τα χρέη της αιτούσας ανέρχονται συνολικά σε 104.531,05 ευρώ και ειδικότερα : 1) 5.207,33 ευρώ και 4.613,80 ευρώ στη πρώτη πιστώτρια από πιστωτικές κάρτες , 2) 21.618,31 ευρώ και 32.577,38 ευρώ στη δεύτερη πιστώτρια από στεγαστικά δάνεια και 10.451,75 ευρώ από πιστωτική κάρτα , 3) 7.796,84 ευρώ στη τρίτη πιστώτρια από καταναλωτικό δάνειο και 10.741,67 ευρώ από πιστωτική κάρτα και τέλος 4) 11.523,97 ευρώ στη τέταρτη πιστώτρια από καταναλωτικό δάνειο . Όλες οι παραπάνω οφειλές είναι σε οριστική καθυστέρηση και ως εκ τούτου ληξιπρόθεσμες . Η αιτούσα από τον Ιανουάριο του έτους 2013 λαμβάνει μηνιαίως σύνταξη γήρατος από τον ΟΑΕΕ , η οποία ανέρχεται περίπου στο καθαρό ποσό των 515 ευρώ και αποτελεί το μοναδικό της εισόδημα , ενώ ο σύζυγος της που είναι αγρότης , λόγω της προχωρημένης ηλικίας του (61 ετών ), εργάζεται περιστασιακά , έχοντας σχεδόν μηδενικό εισόδημα . Τα μετ ’ επικλήσεως προσκομιζόμενα φορολογικά στοιχεία από την αιτούσα αποδεικνύουν την άθλια οικονομική κατάσταση της ιδίας και του συζύγου της , καθώς τα δηλωθέντα οικογενειακά εισοδήματα ανήλθαν σε 3.883,91 ευρώ για το οικονομικό έτος 2010, 3.883,91 ευρώ για το 2011 και 1.634,09 ευρώ για το 2012. Ο ισχυρισμός της δεύτερης των καθ ’ ων ότι η ένδικη αίτηση δεν υπάγεται στη ρύθμιση του νόμου διότι η αιτούσα είναι έμπορος , εφ ’ όσον είναι κομμώτρια δεν είναι βάσιμος , καθ ’ ότι δεν αποδείχθηκε ότι η αιτούσα ασκούσε , κατά σύνηθες επάγγελμα , διαρκείς και ομοειδείς , εμπορικές πράξεις , αφού δεν υπήρχε στη δραστηριότητά της , διαμεσολάβηση και ριψοκίνδυνη ανάληψη οικονομικού ή επιχειρηματικού κινδύνου έναντι αμοιβής δηλ . κέρδους ( ΑΠ 473/1997 ΕλλΔνη 1998. 351, ΕφΛαρ 261/2006 ΕπισκΕΔ 2006. 1122, ΕφΙωαν 294/2005 Αρμ 2005. 260, ΕφΘεσ 811/1997 ΕλλΔνη 1998. 162, ΕφΑθ 10335/1981 Αρμ 1982. 363, ΕφΑθ 953/2001 ΔΕΕ 2001. 594 – βλ . και ad hoc ΕιρΕρινέου 2/2012 Νόμος ). Αναπόδεικτη και απορριπτέα κρίνεται και η ένσταση της τέταρτης των καθ ’ ων , η οποία ισχυρίζεται ότι η αιτούσα καταχρηστικά ασκεί το δικαίωμα της , διότι έχει περιουσία την οποία δολίως αποκρύπτει και διότι έχει περιέλθει σε δόλια αδυναμία πληρωμής , καθώς δεν αποδείχθηκε ούτε ότι η αιτούσα έχει αποκρύψει κάποιο περιουσιακό της στοιχείο ούτε ότι έχει περιέλθει με δόλο σε αδυναμία πληρωμής , εξάλλου η τέταρτη των καθ ’ ων δεν προσκόμισε κανένα απολύτως αποδεικτικό στοιχείο που να αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς της αυτούς . Σε κάθε περίπτωση η τέταρτη πιστώτρια αλλά και οι υπόλοιπες , είχαν τη δυνατότητα να διαπιστώσουν κατά το χρόνο λήψης των δανείων , εκτός από την έρευνα των οικονομικών στοιχείων της αιτούσας , μέσω εκκαθαριστικού σημειώματος ή βεβαίωσης αποδοχών και τις τυχόν δανειακές της υποχρεώσεις σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα και την εν γένει οικονομική συμπεριφορά της αιτούσας μέσω του συστήματος « Τειρεσίας » ( ΕιρΑθ 15/2011 αδημοσίευτη , Α . Κρητικός , ν . 3869/2010, έκδοση 2012, σ . 57). Περαιτέρω αποδεδείχθηκε ότι η αιτούσα και ο σύζυγος της διαμένουν σε μια ισόγεια κατοικία επιφανείας 97 τ . μ . που διαθέτει και υπόγειο χώρο 58 τ . μ ., η οποία έχει κτιστεί το έτος 1989 και βρίσκεται στη Πλάκα του Δήμου Αποκορώνου Χανίων και η οποία ανήκει κατά πλήρη κυριότητα , νομή και κατοχή στο σύζυγο της αιτούσας , ενώ διαθέτουν , και ένα επιβατικό αυτοκίνητο που ανήκει 50% εξ αδιαιρέτου στο καθένα τους , μάρκας BMW, 1.600 cc, έτους κυκλοφορίας 2000, αξίας περίπου 2.000 ευρώ . Κατά την κρίση του Δικαστηρίου , το ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου του ανωτέρω αυτοκινήτου που ανήκει στην αιτούσα , πρέπει να εξαιρεθεί της εκποίησης λόγω του ότι χρησιμεύει για τις μετακινήσεις της και της είναι απαραίτητο λόγω της ιδιαίτερα κρίσιμης κατάστασης της υγείας της , αλλά και λόγω του ότι έχει μικρή αξία (2.000 €) και επομένως η προσφορά του προς εκποίηση δεν θα προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον λόγω των πτωτικών τάσεων της αγοράς μεταχειρισμένων αυτοκινήτων λόγω της υφιστάμενης οικονομικής κρίσης .
Η δυσμενής οικονομική κατάσταση της αιτούσας προφανώς έχει μόνιμο χαρακτήρα και λαμβανομένου υπόψη των εξαιρετικών περιστάσεων που υπάρχουν στη κρινόμενη υπόθεση και συνίστανται : α ) στην ιδιαίτερα κρίσιμη κατάστασης της υγείας της , όπως αναλυτικώς αναφέρεται ανωτέρω , β ) το ανεπαρκές εισόδημα που αυτή διαθέτει για τη κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών της ( σύνταξη 515 € καθαρά ), που προφανώς δεν εξυπηρετεί ούτε τις βιοτικές της ανάγκες , οι οποίες λόγω των προβλημάτων υγείας της είναι αυξημένες και ανέρχονται , μηνιαίως , περίπου σε 1.000 ευρώ και γ ) στην ηλικίας της (68 ετών ), το Δικαστήριο θα πρέπει να ορίσει απευθείας μηνιαίες μηδενικές καταβολές προς όλες τις καθ ’ ων πιστώτριες τράπεζες , όπως αιτείται και η ίδια η αιτούσα με την κρινόμενη αίτηση της , διότι σε διαφορετική περίπτωση θα επέλθει πλήρη εξαθλίωση της αιτούσας ( ΕιρΘεσ 1752/2012 ΕλλΔνη 53. 863, Ειρ – Χαλκ 346/2011 αδημ ., ΕιρΕπιδαύρου 2/2011 αδημ ., Ειρ – Καλαμ 3/2011 αδημ .). Το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε ορισμό νέας δικασίμου για τον επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών εκ μέρους της αιτούσας , διότι με βάσει τα ανωτέρω αποδειχθέντα , κρίνει ότι δεν πρόκειται να βελτιωθεί το εισόδημά της . Σε κάθε περίπτωση οι πιστωτές ή η αιτούσα δύνανται , σύμφωνα με την § 4 του άρθρου 8 του ν . 3869/2010 να προβούν στην τροποποίηση της παρούσας αποφάσεως , εφ ’ όσον τούτο δικαιολογείται από μεταγενέστερα γεγονότα ή μεταβολές της περιουσιακής κατάστασης και των εισοδημάτων της τελευταίας ( ΕιρΘεσ 1752/2012 ΕλλΔνη 53. 863 με παρατηρήσεις Αθανάσιου Κρητικού , ο οποίος διατυπώνει την άποψη , με την οποία συντάσσεται το παρόν Δικαστήριο , ότι σε περίπτωση μηδενικών καταβολών λόγω εξαιρετικών περιστάσεων , για τις οποίες δεν αναμένεται βελτίωση , οι από την αρχή οριζόμενες μηδενικές καταβολές θα έχουν ως διάρκεια την ανώτατη προβλεπόμενη στο νόμο , δηλ . τέσσερα έτη , ΕιρΧαλκ 346/2011 αδημ ., Ιάκωβος Βενιέρης και Θεόδωρος Κατσάς εφαρμογή του Ν . 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα », 2011, σ . 252).