Κίνδυνο υπερ-εξάρτησης των τραπεζών από τα Funds (μη τραπεζικά χρηματοοικονομικά ιδρύματα) διακρίνει η ΕΚΤ και προειδοποιεί για την ανάγκη διαφοροποίησης της χρηματοδοτικής δομής των συστημικών τραπεζών. Στην ουσία, η SSM, από τα πρώιμα στοιχεία των stress test, βλέπει μεγάλη εξάρτηση της ρευστότητας των τραπεζών από funds, τα οποία σε περιόδους κρίσεων αναπτύσσουν έντονη κινητικότητα και παρουσιάζουν μεγάλες εκροές.
Στο report της ΕΚΤ αναφέρεται ότι οι δεσμοί των τραπεζών με τον τομέα των NBFI εκθέτουν τις τράπεζες σε κινδύνους ρευστότητας, αγοράς και πιστωτικούς κινδύνους. Εξ αυτών, ο κίνδυνος ρευστότητας αναδεικνύεται ως μείζον ζήτημα σε αυτή τη φάση.
Αν και το γενικό περίγραμμα των κινδύνων αυτών και των συσχετίσεων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι γνωστά, η δημοσίευση της έρευνας τώρα, ενώ τα stress tests βρίσκονται σε εξέλιξη και καθώς ο SSM εστιάζει στα ζητήματα ρευστότητας, αποτελεί σαφές μήνυμα στις διοικήσεις των τραπεζών ώστε να αναλάβουν δράση.
Στην πραγματικότητα, η ΕΚΤ με τον τρόπο αυτό προσπαθεί να επιβάλλει τη μείωση της έκθεσης των συστημικών τραπεζών στα funds και ιδιαίτερα στα REIT’s (Real Estate Investment Funds). Η SSM έχει εγκαίρως προειδοποιήσει για τα κρίση στο εμπορικό Real Estate, λόγω της αύξησης των επιτοκίων, ενώ τώρα, που εμπεδώνεται η προοπτική διατήρησης του κόστους δανεισμού σε υψηλά επίπεδα για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, πιέζει τους τραπεζίτες να αλλάξουν πρακτικές διαχείρισης του κινδύνου ρευστότητας όταν αυτός συνδέεται με NBFI’s. Αυτό, πρακτικά συνεπάγεται περιορισμό της σχέσης με τα funds, ή/και διαφοροποίηση των πηγών ρευστότητας.
Επίσης, είναι σαφές πως η ΕΚΤ φοβάται όχι μόνο το ενδεχόμενο μείωσης καταθέσεων, αλλά και το ενδεχόμενο κατάχρησης πιστωτικών γραμμών στη λογική της “βραχυχρόνιας περιόδου stress”. Ωστόσο, κάτι τέτοιο θα αποτελούσε πλατφόρμα διαμοιρασμού κινδύνου που θα άνοιγε την κερκόπορτα των τραπεζών εκθέτοντάς τες σε ρίσκα εκτός αρχικών προβλέψεων και ικανότητας διαχείρισης.
Το Crisis Monitor έχει εγκαίρως και κατ επανάληψη επισημάνει τους κινδύνους που απορρέουν για τις τράπεζες από τη μετάβαση σε περίοδο υψηλών επιτοκίων. Ιδιαίτερα για το εμπορικό Real Estate τα ζητήματα που ανακύπτουν είναι πολλά, καθώς μεγάλες επενδύσεις έχουν χρόνο υλοποίησης και έναρξης απόδοσης εκτός του ορατού ορίζοντα.
Τί λέει το report
Η υλοποίηση κινδύνων ρευστότητας και πιστωτικών κινδύνων στον τομέα των NBFI θα οδηγούσε σε εκροή της χρηματοδότησης που παρέχεται από αυτόν τον τομέα, η οποία κατέχει κατά κύριο λόγο τα ρευστά περιουσιακά της στοιχεία με τη μορφή τραπεζικών καταθέσεων και βραχυπρόθεσμων τίτλων. Αυτή η χρηματοδότηση μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στην πιστωτική ποιότητα των αποδεκτών τραπεζών και μπορεί να ενισχύσει τις χρηματοδοτικές πιέσεις που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες εάν τεθεί υπό αμφισβήτηση η ευρωστία των θεμελιωδών μεγεθών τους.
Οι κίνδυνοι όμως είναι πολλοί, καθώς οι τράπεζες εκτός από την υποδοχή καταθέσεων και τη χορήγηση δανείων υπεισέρχονται σε όλο το φάσμα της λειτουργίας των αγορών, παρέχοντας από εχέγγυα δανεισμού, μέχρι υπηρεσίες εκκαθάρισης και αναλαμβάνοντας και το ρίσκο εκτέλεσης και συμμόρφωσης, γίνεται αντιληπτό ότι το ρίσκο που γεννά η σχέση με τα funds ανεβαίνει ραγδαία σε περιόδους μαζικών μεταβολών στο μακροοικονομικό πεδίο.
Κίνδυνος κατάχρησης πιστωτικών γραμμών
Οι πιέσεις ρευστότητας σε οντότητες NBFI ενδέχεται επίσης να οδηγήσουν σε υπερααναλήψεις από πιστωτικές γραμμές που παρέχονται από τις τράπεζες. Εάν η πίεση ρευστότητας αναγκάσει τις οντότητες NBFI να πουλήσουν περιουσιακά στοιχεία, η επακόλουθη επίπτωση στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων θα μπορούσε να προκαλέσει επανεκτίμηση των περιουσιακών στοιχείων που κατέχουν οι τράπεζες, ιδίως στις περιπτώσεις όπου τα χαρτοφυλάκια τραπεζών και οντοτήτων NBFI αλληλοεπικαλύπτονται ή οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων συσχετίζονται. Αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει το τραπεζικό κεφάλαιο καθώς και τη ρευστότητα, με την προϋπόθεση ότι αυτά τα περιουσιακά στοιχεία χρησιμοποιούνται για τη στήριξη εξασφαλισμένης χρηματοδότησης ή περιθωρίων σε χαρτοφυλάκια παραγώγων. Με βάση το μέγεθος των δεσμών που συζητούνται σε αυτό το ειδικό χαρακτηριστικό,
Οι επιρροές χρηματοδότησης είναι πιθανό να είναι πιο σημαντικές από την άποψη του συστημικού κινδύνου, ενώ τα άμεσα πιστωτικά ανοίγματα είναι πιθανό να είναι λιγότερο σημαντικά.
Λίγες τράπεζες επωμίζονται το βάρος της τεράστιας αγοράς των Funds
Μια μικρή ομάδα συστημικά σημαντικών τραπεζών είναι το κλειδί για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας τμημάτων του κλάδου NBFI. Εάν ένα ή μια ομάδα τέτοιων ιδρυμάτων τίθεντο σε κατάσταση stress, ο αντίκτυπος θα ήταν πιθανώς ουσιώδης όσον αφορά την ικανότητα σημαντικών τμημάτων του κλάδου NBFI να διαχειριστούν τη ρευστότητα και τους κινδύνους αγοράς. Ταυτόχρονα, η δυσπραγία στον τομέα των NBFI θα επηρέαζε πιθανώς αυτές τις βασικές τράπεζες πιο σημαντικά από τις μικρότερες τράπεζες.
Η περιορισμένη δυνατότητα υποκατάστασης αυτών των βασικών τραπεζών έχει ήδη αναγνωριστεί στο παγκόσμιο και ευρωπαϊκό πλαίσιο που διέπει τον προσδιορισμό των συστημικά σημαντικών τραπεζών και είναι ένας λόγος για τον οποίο τέτοιες τράπεζες υπόκεινται σε αυστηρότερες απαιτήσεις κεφαλαίου και γνωστοποίησης.
Η μεγαλύτερη ανθεκτικότητα αυτών των βασικών κόμβων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτελεί προϋπόθεση για τον περιορισμό των διαρροών μεταξύ του τομέα NBFI και του τραπεζικού τομέα και για την απομόνωση της παροχής τραπεζικών πιστώσεων στην πραγματική οικονομία από κραδασμούς που προέρχονται από οντότητες NBFI.
Τα σημαντικά αποθέματα κεφαλαίου και ρευστότητας που διατηρούν αυτές οι τράπεζες συμβάλλουν στον μετριασμό των πιθανών επιρροών. Τούτου λεχθέντος, η βελτίωση των πρακτικών διαχείρισης του κινδύνου ρευστότητας και η αντιμετώπιση της συνθετικής μόχλευσης στον τομέα των NBFI θα υποστήριζαν έμμεσα την ανθεκτικότητα των τραπεζών, μετριάζοντας τον κίνδυνο εμφάνισης τέτοιων επιρροών.