Τον εκσυγχρονισμό της προστασίας των καταναλωτών και τη διευκόλυνση της διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους, μέσω της τροποποίησης τεσσάρων κοινοτικών οδηγιών, προβλέπει η νέα κοινοτική νομοθεσία που εγκρίθηκε οριστικά από το Συμβούλιο της Ε.Ε.
Η νέα νομοθεσία προβλέπει αυξημένη εναρμόνιση των κανόνων περί κυρώσεων, δεδομένου ότι οι εθνικές αρχές θα έχουν την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμο τουλάχιστον έως το 4% του κύκλου εργασιών ενός εμπόρου σε περίπτωση εκτεταμένων παραβιάσεων του κοινοτικού δικαίου για τους καταναλωτές. Οι εθνικές αρχές θα πρέπει να καθορίζουν το επίπεδο των κυρώσεων βάσει κοινών παραμέτρων, ιδίως βάσει του διασυνοριακού χαρακτήρα της παράβασης.
Οι βασικές διατάξεις
Ειδικότερα, οι βασικές διατάξεις της νέας κοινοτικής νομοθεσίας για τα δικαιώματα των καταναλωτών προβλέπουν τα εξής:
* Δικαίωμα σε ατομικά μέσα έννομης προστασίας: Οι καταναλωτές θα έχουν δικαίωμα σε ατομικά μέσα έννομης προστασίας όταν βλάπτονται από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, όπως το επιθετικό μάρκετινγκ. Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να καθιστούν διαθέσιμα τόσο συμβατικά όσο και μη συμβατικά μέσα έννομης προστασίας. Τα συμβατικά μέσα θα πρέπει τουλάχιστον να περιλαμβάνουν το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης και τα μη συμβατικά τουλάχιστον το δικαίωμα αποζημίωσης για την πρόκληση ζημιών. Τα εν λόγω δικαιώματα θα ενσωματωθούν στην οδηγία 2005/29/EΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές.
*Διαφάνεια για τους καταναλωτές στις διαδικτυακές αγορές: Σήμερα, όταν οι καταναλωτές επισκέπτονται τις αγορές στο διαδίκτυο, είναι εκτεθειμένοι σε πλήθος προσφορών από τρίτους προμηθευτές που πραγματοποιούν πωλήσεις. Η σύγχυση αυτή μπορεί να προκαλέσει προβλήματα σε περίπτωση που προκύψει ζήτημα με μια αγορά στo διαδίκτυο, καθώς δεν είναι πάντοτε εύκολο να καθοριστεί ποιος είναι υπεύθυνος.
Η νέα νομοθεσία προβλέπει την εισαγωγή πρόσθετων υποχρεώσεων ενημέρωσης στην οδηγία 2011/83/EΕ, οι οποίες απαιτούν από τις διαδικτυακές αγορές να ενημερώνουν με σαφήνεια τους καταναλωτές σχετικά με:
α) τις κύριες παραμέτρους που καθορίζουν την κατάταξη των διαφόρων προσφορών,
β) αν η σύμβαση συνάπτεται με έμπορο ή με ιδιώτη,
γ) αν ισχύει η νομοθεσία για την προστασία των καταναλωτών και
δ) ποιος είναι υπεύθυνος για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών ως προς τη σύμβαση (όπως το δικαίωμα υπαναχώρησης ή νόμιμης εγγύησης).
*Επέκταση της προστασίας στις ψηφιακές υπηρεσίες: Η συμφωνία επεκτείνει την εφαρμογή της οδηγίας 2011/83/E.Ε. στις ψηφιακές υπηρεσίες για τις οποίες οι καταναλωτές δεν καταβάλλουν χρήματα, αλλά παρέχουν προσωπικά δεδομένα, όπως αποθήκευση στο υπολογιστικό νέφος (cloud computing), μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Δεδομένης της αυξανόμενης οικονομικής αξίας των προσωπικών δεδομένων, οι υπηρεσίες αυτές δεν πρέπει να θεωρούνται απλώς «δωρεάν». Συνεπώς, οι καταναλωτές θα πρέπει να απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα προσυμβατικής ενημέρωσης και ακύρωσης της σύμβασης εντός περιόδου υπαναχώρησης 14 ημερών, ανεξάρτητα από το αν καταβάλλουν χρήματα για την υπηρεσία ή παρέχουν προσωπικά δεδομένα.
* Μείωση του διοικητικού φόρτου για τις επιχειρήσεις: Η συμφωνία τροποποιεί την οδηγία 2011/83/Ε.Κ., παρέχοντας στους εμπόρους μεγαλύτερη ευελιξία στην επιλογή των πιο πρόσφορων μέσων επικοινωνίας με τους καταναλωτές. Θα επιτρέπει στους εμπόρους τη χρήση νέων μέσων διαδικτυακής επικοινωνίας, όπως διαδικτυακά έντυπα ή διαδικτυακή συνομιλία ως εναλλακτική επιλογή έναντι του παραδοσιακού ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, στον βαθμό που ο καταναλωτής μπορεί να τηρεί αρχείο της επικοινωνίας με τον έμπορο. Επίσης, αίρει δύο ειδικές υποχρεώσεις των εμπόρων όσον αφορά το δικαίωμα υπαναχώρησης εντός 14 ημερών, οι οποίες αποδείχθηκε ότι συνιστούν δυσανάλογο φόρτο.
Η πρώτη αφορά την υποχρέωση του εμπόρου να κάνει δεκτό το δικαίωμα υπαναχώρησης ακόμη κι αν ο καταναλωτής έκανε χρήση του αγαθού που παρήγγειλε άλλη πλην της απλής δοκιμής, όπως θα συνέβαινε και στην περίπτωση ενός συμβατικού καταστήματος. Η δεύτερη αφορά την υποχρέωση του εμπόρου να επιστρέψει στον καταναλωτή το καταβληθέν τίμημα πριν ακόμη παραλάβει τα επιστραφέντα προϊόντα από αυτόν.
Παραπλανητικές πρακτικές
Αναφορικά με τις παραπλανητικές πρακτικές, η νέα νομοθεσία δίνει πρόσθετες αρμοδιότητες παρέμβασης στις αρμόδιες εθνικές αρχές. Ειδικότερα, η εμπορική πρακτική που συνίσταται στο μάρκετινγκ ενός προϊόντος ως πανομοιότυπου με το ίδιο προϊόν που διατίθεται στην αγορά σε διάφορα άλλα κράτη-μέλη, στον βαθμό που τα εν λόγω προϊόντα έχουν σημαντικά διαφορετική σύσταση ή χαρακτηριστικά, συνιστά παραπλανητική εμπορική πρακτική και τα κράτη-μέλη θα πρέπει να αξιολογούν και να αντιμετωπίζουν κατά περίπτωση.
Παρότι οι πωλήσεις εκτός εμπορικού καταστήματος συνιστούν νόμιμο και καθιερωμένο δίαυλο πωλήσεων, η συμφωνία αποσαφηνίζει ότι η οδηγία 2005/29/Ε.Κ. δεν εμποδίζει τα κράτη-μέλη να θεσπίσουν κανόνες για την προστασία των νόμιμων συμφερόντων των καταναλωτών όσον αφορά ορισμένες ιδιαιτέρως επιθετικές ή παραπλανητικές πρακτικές μάρκετινγκ ή πώλησης.
Πρόκειται για μη προγραμματισμένες επισκέψεις του εμπόρου στην οικία του καταναλωτή ή όσον αφορά εκδρομές εμπορικού χαρακτήρα που διοργανώνει ο έμπορος με στόχο την προώθηση προϊόντων στους καταναλωτές, εφόσον οι εν λόγω περιορισμοί αιτιολογούνται βάσει της προστασίας της δημόσιας τάξης ή του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής.
Τα επόμενα βήματα
Αναφορικά με τα επόμενα βήματα, μετά την οριστική έγκριση της οδηγίας τα κράτη-μέλη έχουν προθεσμία 24 μηνών για να θεσπίσουν τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή της. Τα μέτρα αυτά θα αρχίσουν να ισχύουν έξι μήνες αργότερα.
Σύμφωνα με τη φινλανδική προεδρία, η νέα νομοθεσία εξασφαλίζει υψηλότερα πρότυπα προστασίας των καταναλωτών της Ε.Ε. όταν πραγματοποιούν αγορές προϊόντων ή υπηρεσιών στο διαδίκτυο, ενώ προβλέπει ισχυρότερα μέτρα ενάντια στις αθέμιτες ή παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές σε ολόκληρη την Ε.Ε.
Με βάση τη νέα νομοθεσία, οι εθνικές αρχές θα έχουν την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμο τουλάχιστον έως το 4% του κύκλου εργασιών ενός εμπόρου σε περίπτωση εκτεταμένων παραβιάσεων του κοινοτικού δικαίου για τους καταναλωτές.