Ο υψηλός λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών ήταν μια από τις πρώτες και πιο ορατές επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα.
Οι τράπεζες συνεχίζουν τη διαδικασία μείωσης κόκκινων δανείων, η οποία παραμένει η μεγαλύτερη πρόκληση για τις ίδιες
Η προσπάθεια αυτή – όπως χαρακτηριστικά έχει επισημάνει στο παρελθόν ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank και πρόεδρος Συντονιστικής Επιτροπής της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) για τη Διαχείριση Θεόδωρος Καλαντώνης – είναι «θηριώδης» και έχει οδηγήσει σε ουσιαστικά αποτελέσματα, καθώς από τα 107,2 δισ. ευρώ τον Μάρτιο του 2016 έχουν υποχωρήσει στα περίπου 75 δισ. ευρώ στα μέσα του 2019.
Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 32 δισ. ευρώ σε μια δύσκολη μάλιστα για την οικονομία περίοδο, όπως έχουν αναφέρει τραπεζικά στελέχη, αποτελεί επιτυχία για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, και κινείται στον στόχο που έχει να επιστρέψει στην κανονικότητα και να αφιερωθεί με όλες τις δυνάμεις στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας.
Στόχος των ελληνικών τραπεζών είναι στο τέλος του 2021 τα ΜΕΔ να διαμορφωθούν σε επίπεδο σημαντικά κάτω των 30 δισ. ευρώ. Στο πλαίσιο αυτό, η κάθε τράπεζα ακολουθεί τη δική της στρατηγική, ενώ θα μπορεί πλέον να εκμεταλλευθεί συμπληρωματικά και το «Σχέδιο Ηρακλής» που εγκρίθηκε την εβδομάδα που μας πέρασε από την ΕΕ.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε ομιλία του την εβδομάδα που μας πέρασε, τόνιζε ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που παραμένουν σε υψηλό επίπεδο (43,6% του συνόλου των δανείων), είναι κρίσιμος παράγοντας για την ευρωστία του τραπεζικού συστήματος και την ικανότητά του να χρηματοδοτεί τις επενδύσεις και να στηρίζει την πραγματική οικονομία. Την τελευταία τριετία και μέχρι τα μέσα του 2019, το απόθεμα των ΜΕΔ υποχώρησε ως απόλυτο μέγεθος σημαντικά κατά περίπου 30 δισ. ευρώ, ως επί το πλείστον μέσω διαγραφών και πωλήσεων δανείων. Επίσης, το θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους ενισχύθηκε μέσω σειράς μεταρρυθμίσεων είπε ο διοικητής.
Ηρακλής και συμπληρωματικές λύσεις
Οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες έχουν συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) φιλόδοξους στόχους για τη μείωση των ΜΕΔ, ενώ οι μικρότερες έχουν συμφωνήσει παρόμοιους στόχους με την Τράπεζα της Ελλάδος. Βάσει αυτών των στόχων, το ποσοστό των ΜΕΔ πρέπει να μειωθεί στο 35% μέχρι το τέλος του 2019 και κοντά στο 20% μέχρι το τέλος του 2021. Πρέπει να σημειωθεί όμως ότι, ακόμη και αν επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, το ποσοστό των ΜΕΔ των ελληνικών τραπεζών θα είναι υπερπενταπλάσιο του μέσου όρου της ΕΕ. Υπό το πρίσμα αυτό είναι σημαντικό να εφαρμοστούν συστημικές λύσεις, που θα λειτουργούν συμπληρωματικά προς τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι ίδιες οι τράπεζες για την ταχεία βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού τους, τόνισε ο διοικητής.