Μη εξυπηρετούμενα δάνεια 1,2 τρισ. ευρώ σε περιβάλλον χαμηλής ανάπτυξης, αρνητικών επιτοκίων και αυστηρότερων κανόνων καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη και χρονοβόρα για τις τράπεζες της Ευρώπης την αποκατάσταση της κερδοφορίας τους. Μελέτη της εταιρείας ορκωτών λογιστών KPMG καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες «θα χρειαστούν δεκαετίες» για να μειώσουν την έκθεσή τους στον τεράστιο όγκο των «κόκκινων» δανείων που πλήττει την κερδοφορία τους.
Οκτώ χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, μία χρεοκοπία που βύθισε στο σκοτάδι τον διεθνή χρηματοπιστωτικό κλάδο και την παγκόσμια οικονομία, οι ευρωπαϊκές τράπεζες δεν έχουν καταφέρει να καταπολεμήσουν αποτελεσματικά το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Αντίθετα, τα «κόκκινα» δάνεια αυξήθηκαν κατά την κρίση χρέους στην Ευρώπη. Εν συνεχεία, επιχειρήσεις και νοικοκυριά δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους λόγω των υποτονικών ρυθμών ανάπτυξης και της υψηλής ανεργίας.
«Η αποκατάσταση της κερδοφορίας των ευρωπαϊκών τραπεζών δεν είναι χαμένη υπόθεση αλλά θα χρειαστεί σκληρή δουλειά», σχολίασε ο Μάρκους Εβανς, συνέταιρος της KPMG και υπεύθυνος για θέματα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Ενδεικτικό στοιχείο των πιέσεων που δέχεται η κερδοφορία των ευρωπαϊκών τραπεζών είναι πως τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια κυμαίνονται στο 1,2%, δηλαδή αρκετά χαμηλότερα από το αντίστοιχο 3% που ισχύει στις ΗΠΑ και το 2% στον Καναδά. Η πολιτική των χαμηλών επιτοκίων που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας, έχει συρρικνώνει τα επιτοκιακά περιθώρια, ενώ η ζήτηση για δάνεια παραμένει χαμηλή.
Συν τοις άλλοις, οι ευρωπαϊκές τράπεζες δυσκολεύονται να μεταφέρουν στους πελάτες τους το αρνητικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων που έχει επιβάλει η ΕΚΤ σε αυτές. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας κίνησης θα ήταν να αποσύρουν οι πελάτες αυτομάτως τις καταθέσεις τους.
Η KPMG προσθέτει ότι η συνολική αξία των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει εκτοξευθεί από το 1,5% των συνολικών δανείων το 2008 σε πάνω από 5% από το 2013 και μετά, αν και αυτό το φαινόμενο δεν ισχύει για όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες στον ίδιο βαθμό. Οι τράπεζες στην Ιταλία ή την Ελλάδα παρουσιάζουν μεγάλες καθυστερήσεις στην εξυπηρέτηση των δανείων, λόγω του αρνητικού οικονομικού κλίματος.
Στην Ιταλία επικρατεί μεγάλη αγωνία για το πώς θα εξελιχθεί η εκκαθάριση των τραπεζικών ισολογισμών από μη εξυπηρετούμενα δάνεια άνω των 360 δισ. ευρώ.
Οι επιπτώσεις των «κόκκινων» δανείων στην κερδοφορία των τραπεζών είναι πολλαπλές: από τη μη πληρωμή τόκων μέχρι την αύξηση των προβλέψεων για επισφαλή δάνεια. Στο 60%, η αναλογία κόστους και εσόδων παραμένει «πεισματικά υψηλή», τονίζει η KPMG. Οι τράπεζες είναι αντιμέτωπες με αυστηρότερους κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας και με την ανάγκη αναβάθμισης των τεχνολογικών υποδομών τους και του ανταγωνισμού από νέους παίκτες που προσφέρουν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης σε επιχειρήσεις.
Η KPMG τονίζει ότι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων από το 10% στο 5% των συνολικών δανείων θα ενίσχυε τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες.
Παρομοίως, βελτίωση των επιτοκιακών περιθωρίων κατά πέντε μονάδες βάσης, δηλαδή από το προαναφερόμενο 1,20% στο 1,25%, θα οδηγούσε σε ενίσχυση των εποπτικών κεφαλαίων κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες, π.χ. από το 10% στο 12%. Εν τούτοις, η αποκατάσταση της κερδοφορίας των ευρωπαϊκών τραπεζών δεν θα είναι εύκολη υπόθεση και εγείρει ερωτήματα για τη βιωσιμότητά τους, αναφέρει η KPMG στη μελέτη της.