Έργο δύσκολο και μακροχρόνιο, παρά το ομολογουμένως επείγον του χαρακτήρα του, θα αποδειχτεί η αντιμετώπιση των “κόκκινων” δανείων.
Επιβεβαιώνοντας τη θέση τραπεζικών στελεχών ότι τουλάχιστον για φέτος η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα γίνει εσωτερικά από τις μονάδες διαχείρισης των τραπεζών, παράγοντες εταιριών που έχουν άμεση σχέση με τη διαχείριση προβληματικών δανείων εκτιμούν ότι φέτος δεν πρόκειται να υπάρξει καμία πώληση δανείων. Και αυτό, όχι γιατί δεν επείγει η λύση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά επειδή υπάρχουν σημαντικά νομοθετικά κενά που δεν επιτρέπουν την ανάληψη δράσης.
Πέραν του θέματος της νομικής κάλυψης που απαιτείται για τα στελέχη των τραπεζών που θα βάλουν την υπογραφή τους σε αναδιαρθρώσεις δανείων και “κουρέματα” οφειλών, σημαντική είναι και η φορολογική αντιμετώπιση των πωλήσεων δανείων. Έτσι, σε μία αγοραπωλησία δανείου, το κέρδος θα φορολογηθεί στον δανειολήπτη (ο οποίος επιτυγχάνει “κούρεμα” της οφειλής του) και η ζημία θα εκπέσει από την τράπεζα (η οποία θα πωλήσει το δάνειο σε τιμή χαμηλότερη της αξίας του).
Για τις τράπεζες, η δυνατότητα που δίνεται από το πρόσφατο θεσμικό πλαίσιο είναι να εκπέσουν τη ζημία σε διάρκεια 5ετίας, όταν στο νόμο Δένδια υπήρχε πρόβλεψη για διάστημα 15ετίας. Πρόκειται για ένα σημείο στο οποίο αναμένεται να “πιέσουν” οι τράπεζες, ώστε οι ζημίες που δεδομένα θα καταγράψουν από πωλήσεις “κόκκινων” δανείων να επιμεριστούν σε διάστημα 15 και όχι 5 ετών.
Όσο για τους ιδιώτες και επιχειρηματίες που θα τύχουν “κουρέματος” της οφειλής τους, αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κέρδος, το οποίο αν τύχει και υπερβαίνει τις φορολογητέες ζημίες της τελευταίας πενταετίας, να υποχρεώνει τον αγοραστή του δανείου σε καταβολή σημαντικού φόρου. Ή ακόμα, το ποσό του “κουρέματος” θα μπορούσε να θεωρηθεί δωρεά και να φορολογηθεί με υψηλό συντελεστή.
Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο έχει ακόμη σημαντικά κενά ως προς τους όρους μεταβίβασης ακινήτων. Σε κάθε περίπτωση δε, και μόνο που το θεσμικό πλαίσιο προβλέπει ότι οι τράπεζες δεν μπορούν να προβούν σε καμία μεταβίβαση δανείου πριν περάσουν 12 μήνες από σχετική ειδοποίηση του οφειλέτη δανειολήπτη, εμποδίζει κάθε πώληση δανείου φέτος.
Η εκ των πραγμάτων κωλυσιεργία στην επίλυση του θέματος των “κόκκινων” δανείων έρχεται σε αντίφαση με το πόσο επείγουσα είναι η δράση που πρέπει να αναληφθεί.
Στην Ελλάδα τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα των τραπεζών προσεγγίζουν τα 115,5 δις. ευρώ και ως ποσοστό επί του συνόλου των δανείων των τραπεζών ξεκινούν από περίπου 44% και φτάνουν έως και 56,5%. Στην υπόλοιπη Ευρώπη το ποσοστό αυτό δεν υπερβαίνει το 10% και στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου το 20%. Παρ΄όλα αυτά, η Ευρώπη έχει αυτή τη στιγμή “ανεπιθύμητα” δάνεια 1 τρις. ευρώ, γεγονός που είναι ενδεικτικό του ανταγωνισμού για πωλήσεις δανείων που θα υπάρξει.
Ο ανταγωνισμός αυτός στην πράξη σημαίνει ότι οι τράπεζες κάποιων χωρών θα εξυγιάνουν ταχύτερα τους ισολογισμούς τους και θα μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν νωρίτερα την ανάπτυξη των Οικονομιών τους. Σημαίνει επίσης ότι θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, καθώς η ανεργία αποτελεί την “πίσω όψη” του νομίσματος των “κόκκινων” δανείων (στην Ελλάδα οι άνεργοι ξεπερνούν τα 1.100.000 άτομα).
Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση της Οικονομίας, η επίλυση του θέματος των “κόκκινων” δανείων δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, η οποία προσδοκά να βγει από τη μακροχρόνια ύφεση. Αφορά και την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου όπως έχει παρουσιάσει αναλυτικά το “Κεφάλαιο”, οι χορηγήσεις νέων δανείων μόλις δείχνει να βγαίνουν από παρατεταμένη πτώση.
Στην Ελλάδα, τα νέα δάνεια τον Φεβρουάριο βρέθηκαν σε χαμηλό δεκαετίας. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, η οποία δεν βρίσκεται σε ύφεση, το γεγονός ότι η ΕΚΤ χρεώνει τις τράπεζες με 0,10% για κατάθεση της ρευστότητάς τους σε αυτήν (προκειμένου να τις στρέψει στο να διοχετεύσουν τη ρευστότητά τους σε δάνεια), αντί να οδηγήσει στον επιθυμητό στόχο, οδήγησε σε εξαπλασιασμό των καταθέσεων στην ΕΚΤ.