γράφει ο begar
Η Φάρμα των Ζώων είναι το προτελευταίο μυθιστόρημα του Τζόρτζ Όργουελ (προηγείται 4 χρόνια του 1984 και κυκλοφόρησε το 1945). Αναφέρεται σε μία ιστορία κατά την οποία τα ζώα μιας φάρμας μη ανεχόμενα την σκληρή αντιμετώπιση του ανθρώπου-αφέντη επαναστατούν. Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου αναφέρεται στα τεκταινόμενα μετά την Επανάσταση και τη διαμόρφωση της κοινωνίας των ζώων της φάρμας κατά την ανεξαρτησία τους από τους ανθρώπους.
Το μυθιστόρημα έχει σαφώς πολιτική χροιά και μπορεί γενικά να θεωρηθεί αλληγορικό και συμβολικό της ανθρώπινης πολιτικής κοινωνίας. Λέγεται ότι γράφτηκε για να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο ο συγγραφέας αντιλαμβανόταν την Οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσία και την επικράτηση των κομμουνιστών.
Στο κείμενο, οι άνθρωποι συμβολίζουν την καπιταλιστική εξουσία, τα γουρούνια τους κομμουνιστές και τα υπόλοιπα ζώα τον απλό λαό, ενώ ή φάρμα συμβολίζει τη Ρωσία.
Το βιβλίο μπορείτε να το βρείτε ολόκληρο εδώ. Αν δεν το έχετε διαβάσει, διαβάστε το. Αξίζει τον κόπο.
Αυτό που θέλω να επισημάνω είναι το τέλος του βιβλίου:
Μια βδομάδα αργότερα, ένα απόγευμα, έφτασαν στη φάρμα μερικά δίτροχα αμαξάκια που τα έσερναν σκυλιά. Κάποιοι ιδιοκτήτες από γειτονικές φάρμες είχαν λάβει πρόσκληση να επισκεφθούν τη Φάρμα των Ζώων. Τους έδειξαν ολόκληρη τη φάρμα κι αυτοί εξέφραζαν το θαυμασμό τους για καθετί που έβλεπαν, ιδιαίτερα για τον ανεμόμυλο. Τα ζώα ξεχορτάριαζαν τα γογγύλια. Δούλευαν με ζήλο χωρίς να σηκώνουν κεφάλι. Δεν ήξεραν αν τους τρόμαζαν περισσότερο τα γουρούνια ή οι επισκέπτες. Εκείνο το βράδυ, ακούστηκαν στο σπίτι γέλια, τραγούδια κι ανάκατες φωνές που ξύπνησαν την περιέργεια των ζώων. Τι να συνέβαινε άραγε εκεί μέσα, τώρα που ζώα και άνθρωποι συναντιόνταν πρώτη φορά σαν ίσος προς ίσον; Μ’ ένα νόημα άρχισαν όλα να γλιστρούν κρυφά κι αθόρυβα στον κήπο του σπιτιού.
Στην αυλόπορτα κοντοστάθηκαν, διστάζοντας να προχωρήσουν, αλλά η Τριφύλλω τράβηξε μπροστά. Πλησίασαν το σπίτι στα νύχια των ποδιών τους, και τα ψηλότερα ζώα έριξαν κλεφτές ματιές απ’ το παράθυρο της τραπεζαρίας. Στο μακρύ τραπέζι ήταν καθισμένοι έξι κτηματίες κι έξι από τα πιο έγκριτα γουρούνια. Ο Ναπολέων (συμβολίζει τον Στάλιν) είχε καταλάβει την τιμητική θέση στην κεφαλή του τραπεζιού. Τα γουρούνια είχαν θρονιαστεί με όλη τους την άνεση στις καρέκλες. Η συντροφιά απολάμβανε μια παρτίδα χαρτιά, αλλά σταμάτησαν για λίγο, προφανώς για να κάνουν μια πρόποση. Στο τραπέζι κυκλοφορούσε μια μεγάλη κανάτα και γέμιζαν συνεχώς τα ποτήρια τους μπίρα. Κανείς δεν είχε αντιληφθεί τα απορημένα βλέμματα των ζώων στο παράθυρο.Ο κύριος Πίλκινγκτον από το Αλεπόδασος, ήταν όρθιος, με το ποτήρι του στο χέρι. Σε λίγο, είπε, θα έκανε μια πρόποση για τη συντροφιά. Αλλά προηγουμένως,ένιωθε χρέος του να πει πέντε κουβέντες.Ένιωθε, είπε, ιδιαίτερα ικανοποιημένος -κι ήταν βέβαιος πως έτσι ένιωθαν κι οι υπόλοιποι συνδαιτυμόνες- από το γεγονός ότι η μακρά περίοδος της δυσπιστίας καιτων παρεξηγήσεων είχε πάρει τέλος. Υπήρξε εποχή -όχι πως ο ίδιος ή κάποιος άλλος από τη συντροφιά συμμεριζόταν αυτά τα αισθήματα- αλλά υπήρξε εποχή που οι αξιοσέβαστοι ιδιοκτήτες της Φάρμας των Ζωών αντιμετωπίζονταν από τους γειτονικούς κτηματίες, αν όχι με εχθρότητα, με κάποια δυσπιστία. Είχαν απλώς συμβεί μερικά ατυχή περιστατικά και είχαν κυκλοφορήσει φήμες που ήταν λαθεμένες. Λόγου χάρη, η ύπαρξη μιας φάρμας που τη διαχειρίζονται γουρούνια, ήταν πράγμα αφύσικο, και ίσως επικίνδυνο για τη γειτονιά. Πολλοί κτηματίες θεωρούσαν δεδομένο, χωρίς βέβαια να εξετάσουν σχολαστικά το ζήτημα, ότι σε μια τέτοια φάρμα δεν μπορούσε να επικρατεί, παρά αχαλίνωτη συμπεριφορά και ακολασία. Κι είχαν θορυβηθεί για τις πιθανές επιπτώσεις πάνω στα δικά τους ζώα, και γιατί όχι, και (πους υπαλλήλους τους. Τώρα όμως, όλες οι αμφιβολίες είχαν διασκεδαστεί.Σήμερα, αυτός και οι φίλοι του είχαν επισκεφθεί τη Φάρμα των Ζώων, είχαν επιθεωρήσει και την τελευταία γωνιά της, και τι είχαν δει; Όχι μόνο τις πιο σύγχρονες μεθόδους, αλλά και μια πειθαρχία, μια τάξη, που θα ‘πρεπε ν’ αποτελεί παράδειγμα για τους απανταχού κτηματίες. Και είχε δίκιο όταν έλεγε πως τα κατώτερα ζώα στη φάρμα δούλευαν περισσότερο κι έτρωγαν λιγότερο από οποιοδήποτε άλλο ζώο στην επαρχία. Εν κατακλείδι, ο ίδιος και οι συνεργάτες του είχαν παρατηρήσει πολλά αξιοσημείωτα και σκόπευαν να τα εφαρμόσουν και στις δικές τους φάρμες.Τελείωσε το λόγο του, εξαίροντας άλλη μια φορά τα φιλικά αισθήματα που υπήρχαν -και επιβαλλόταν να υπάρχουν- μεταξύ της Φάρμας των Ζώων και των γειτόνων της. Ανάμεσα στα γουρούνια και στους ανθρώπους δεν υπήρχε κι ούτε θα ‘πρεπε να υπάρξει ποτέ σύγκρουση συμφερόντων. Οι αγώνες και οι δυσκολίες τους αφορούσαν όλους από κοινού. Μήπως το εργατικό πρόβλημα δεν ήταν το ίδιο παντού; Σ’ εκείνο τοσημείο, ο κύριος Πίλκινγκτον είχε προετοιμάσει ένα ευφυολόγημα για τη συντροφιά, αλλά τον έπιασαν τα γέλια και δεν κατάφερε να το πει. Απ’ το πολύ γέλιο, είχε γίνει μπλαβής, μα τελικά ηρέμησε και το είπε: «Αν εσείς έχετε για δούλους τα κατώτερα ζώα, εμείς έχουμε τις κατώτερες τάξεις μας!» Αυτό το καλαμπούρι προκάλεσε βροντερά γέλια στην ομήγυρη. Ο κύριος Πίλκινγκτον έδωσε άλλη μια φορά τα συγχαρητήριά του στα γουρούνια για τις μειωμένες μερίδες του φαγητού, για τις αυξημένες ώρες της εργασίας και για τη γενική έλλειψη καλοπέρασης στη Φάρμα των Ζώων.«Και τώρα» συνέχισε, «παρακαλώ τη συντροφιά να σηκωθεί, αφού προηγουμένως βεβαιωθούν όλοι ότι τα ποτήρια τους είναι γεμάτα. Κύριοι» κατέληξε ο κύριος Πίλκινγκτον, «σας προτείνω να πιούμε στην ευημερία της Φάρμας των Ζώων!» Ακολούθησαν ζητωκραυγές και ποδοκροτήματα. Ο Ναπολέων αισθανόταν τέτοια ικανοποίηση, που άφησετη θέση του κι έκανε το γύρο του τραπεζιού για να τσουγκρίσει το ποτήρι του με του κυρίου Πίλκινγκτον, πριν το κατεβάσει μονορούφι. Μόλις κόπασε η φασαρία, ο Ναπολέων, που είχε μείνει όρθιος, ανακοίνωσε πως ήθελε κι αυτός να πει δυο λόγια. Όπως όλοι οι λόγοι του Ναπολέοντα, ήταν κι αυτός περιεκτικός και σύντομος. Εξέφρασε τη μεγάλη του χαρά που η περίοδος των παρεξηγήσεων είχε πάρει τέλος. Ένα διάστημα κυκλοφορούσαν φήμες -και είχε λόγους να πιστεύει πως υπεύθυνος γι’ αυτές ήταν ένας κακόβουλος εχθρός- ότι υπήρχε κάτι ανατρεπτικό και επαναστατικό στη συμπεριφορά τόσο του ίδιου όσο και των συνεργατών του. Όλοι ήταν βέβαιοι πως είχαν την πρόθεση να ξεσηκώσουν σε επανάσταση τα ζώα των γειτονικών κτημάτων. Μεγαλύτερο ψέμα απ’ αυτό δεν μπορούσε να ειπωθεί!Μοναδική τους επιθυμία, και τώρα και στο παρελθόν, ήταν να ζήσουν ειρηνικά και να έχουν ομαλές εμπορικές σχέσεις με τους γείτονες τους. Η φάρμα που είχε την τιμή να διευθύνει, πρόσθεσε, ήταν μια συνεταιρική επιχείρηση. Οι τίτλοι ιδιοκτησίας που είχε στην κατοχή του, ανήκαν από κοινού σε όλα τα γουρούνια. Πίστευε, συνέχισε, πως όλες οι παλιές καχυποψίες είχαν εξαλειφθεί, και πως τα καινούρια μέτρα που είχε λάβει σχετικά με την καλύτερη διαχείριση της φάρμας θα συνέβαλλαν σημαντικά στο να κερδίσουν ακόμη περισσότερο την εμπιστοσύνη τους. Έως τώρα, τα ζώα είχαν την ανόητη συνήθεια να προσφωνούνται μεταξύ τους «Σύντροφοι». Αυτό έπρεπε να σταματήσει. Είχαν,επίσης, υιοθετήσει ένα παράδοξο έθιμο — του οποίου η προέλευση ήταν άγνωστη- να περνούν κάθε Κυριακή πρωί μπροστά από το κρανίο ενός κάπρου, που ήταν καρφωμένο σ’ ένα κούτσουρο στον κήπο. Όφειλαν κι αυτό να το καταργήσουν, και είχαν ήδη φροντίσει να ενταφιαστεί το κρανίο. Οι επισκέπτες θα είχαν ίσωςπαρατηρήσει την πράσινη σημαία που κυμάτιζε στο κοντάρι. Αν την είχαν όντως παρατηρήσει, θα πρόσεξαν βέβαια πως η άσπρη οπλή και το κέρατο (συμβολίζει το σφυροδρέπανο), που αποτελούσαν τα διακριτικά της στο παρελθόν, είχαν αφαιρεθεί. Από δω και πέρα θα ανέμιζε μια καταπράσινη σημαία. Είχε μόνο ένα σχόλιο να κάνει στην εξαίσια και φιλική ομιλία του κυρίου Πίλκινγκτον. Ο κύριος Πίλκινγκτον είχε αναφερθεί συχνά στη «Φάρμα των Ζώων». Δεν μπορούσε βέβαια να είναι ενήμερος -αφού τώρα θα το ανακοίνωνε επισήμως ο Ναπολέων- για το ότι η ονομασία αυτή είχε καταργηθεί. Η «Φάρμα των Ζώων» στο εξής θα ήταν γνωστή ως «Φάρμα των Αφεντάδων». Πίστευε πως αυτή η ονομασία ήταν πιο γνήσια και πιο σωστή.«Κύριοι» συμπλήρωσε ο Ναπολέων, «θα κάνω την ίδια πρόποση, αλλά με μια μικρή αλλαγή.
Γεμίστε τα ποτήρια σας ώς πάνω. Κύριοι, πίνω στην ευημερία της Φάρμας των Αφεντάδων!» Ακούστηκαν ξανά οι γνωστές εγκάρδιες επευφημίες, και τα ποτήρια άδειασαν μεμιάς. Ωστόσο, καθώς τα ζώα παρακολουθούσαν απ’ έξω τη σκηνή, τους φάνηκε πως κάτι αλλόκοτο συνέβαινε. Τι ήταν αυτό που είχε αλλάξει στις φάτσες των γουρουνιών; Τα γερασμένα, θολά μάτια της Τριφύλλως βλεφάριζαν απ’ τη μια φάτσα στην άλλη. Μερικά είχαν πέντε δίπλες στο σαγόνι, άλλα τέσσερις κι άλλα τρεις. Όμως τι ήταν αυτό που τα είχε κάνει ν’ αλλάξουν;Αφού σταμάτησαν τα χειροκροτήματα, η παρέα ξανάπιασε την τράπουλα και συνέχισε το παιχνίδι. Τα ζώα αποτραβήχτηκαν σιωπηλά. Δεν είχαν προχωρήσει ούτε είκοσι μέτρα και σταμάτησαν. Σαματάς ακούστηκε στο σπίτι. Γύρισαν τρέχοντας πίσω και κόλλησαν στο παράθυρο. Είχε ανάψει άγριος καβγάς. Φωνές, χαλασμός, γροθιές στο τραπέζι,βλέμματα όλο καχυποψία και έντονες λογομαχίες. Ο λόγος που είχαν γίνει μαλλιά κουβάρια ήταν, προφανώς, το γεγονός ότι ο Ναπολέων και ο κύριος Πίλκινγκτον είχαν ρίξει ταυτόχρονα έναν άσο μπαστούνι.Δώδεκα φωνές ούρλιαζαν με μανία και ήταν όλες ίδιες. Τώρα ήταν ολοφάνερο τι είχε συμβεί στις φάτσες των γουρουνιών. Τα ζώα απ’ έξω κοιτούσαν πότε τα γουρούνια και πότε τους ανθρώπους, πότε τους ανθρώπους και πότε τα γουρούνια, ύστερα πάλι τα γουρούνια και πάλι τους ανθρώπους, αλλά ήταν αδύνατον να διακρίνουν ποιος ήταν ποιος.
Βάλτε τώρα στη θέση των ανθρώπων την «κακιά δεξιά», στη θέση του Πίλκινγκτον το διευθυντήριο των Βρυξελών, στη θέση των γουρουνιών την αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, στη θέση της φάρμας την Ελλάδα και στη θέση των υπόλοιπων ζώων τον ελληνικό λαό και κάντε τους συλλογισμούς σας. Υπενθυμίζω ότι το βιβλίο εκδόθηκε το 1945.