Η Ολομέλεια του Συμβουλίου Επικρατείας (ΣτΕ), με τις υπ΄ αριθμ. 2190 και 2191/2014 αποφάσεις της, έκρινε ότι, κατά την επιστροφή άμεσων ή έμμεσων φόρων, τελών και προστίμων από το ελληνικό δημόσιο προς φορολογούμενο, ο τόκος υπολογίζεται από την ημέρα κατάθεσης της σχετικής προσφυγής στα δικαστήρια και όχι έξι μήνες μετά την κοινοποίηση της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης που δικαιώνει τον πολίτη στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.
Συγκεκριμένα, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι είναι αντισυνταγματική και αντίθετη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) η σχετική πρόβλεψη των νόμων 1473/1984 και 2120/1993 που καθορίζει το χρόνο τοκοφορίας (6%) της επιστροφής του φόρου που καταβλήθηκε αχρεωστήτως (χωρίς να πρέπει) από τον φορολογούμενο στην Δ.Ο.Υ.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν αντισυνταγματική και αντίθετη στην ΕΣΔΑ τη νομοθετική διάταξη που προβλέπει ότι όταν υπάρχει επιστροφή φόρων, δασμών, κ.λπ. μετά από δικαστική απόφαση που δικαιώνει φορολογούμενο, η τοκοφορία αρχίζει «μετά την πάροδο εξαμήνου από την πρώτη του μήνα του επομένου της κοινοποιήσεως στη φορολογική αρχή της δικαστικής αποφάσεως».
Κρίθηκε αντισυνταγματική καθώς ο προβλεπόμενος χρόνος της τοκοφορίας «έχει ως συνέπεια τη μη προσήκουσα αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας του αχρεωστήτως καταβαλόντος τον φόρο» (σ.σ.: φορολογούμενο).
Ειδικότερα, η Ολομέλεια του ΣτΕ υπογραμμίζει ότι η υποχρέωση καταβολής τόκων, «που εξ ορισμού έχουν ως σκοπό την αποκατάσταση της ζημιάς από στέρηση περιουσιακών στοιχείων, περιορίζεται στο χρονικό διάστημα μετά την πάροδο εξαμήνου από την πρώτη του μήνα επομένου της κοινοποίησεως στη φορολογική αρχή της αποφάσεως του αρμοδίου δικαστηρίου».
Η εν λόγω ρύθμιση κατά την Ολομέλεια «είναι ασύμβατη τόσο με το άρθρο 4 παράγραφος 5 του Συντάγματος περί ισότητας των πολιτών ενώπιον των δημοσίων βαρών, όσο και με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του Συντάγματος και το άρθρο 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ περί προστασίας της ιδιοκτησίας».
Επίσης, η Ολομέλεια έκρινε συνταγματική τη σχετική νομοθετική ρύθμιση (νόμοι 1473/1984 και 2120/1993) που προβλέπει ότι κατά την επιστροφή φόρων και δασμών «αχρεοστήτως καταβληθέντων» η καταβολή των τόκων πρέπει να είναι με το επιτόκιο που ισχύει για «τα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας», δηλαδή, 6%.