Και η τρομοκρατία, λοιπόν, στην προεκλογική ατζέντα. Το θέμα έθεσε η ΝΔ, δια της Ντόρας Μπακογιάννη, με πρόθεση να στριμώξει τον ΣΥΡΙΖΑ, στελέχη του οποίου είχαν καταθέσει ως μάρτυρες υπεράσπισης στη δίκη της 17ης Νοέμβρη. Η κυρία Μπακογιάννη ασφαλώς και δικαιούται να παρεμβαίνει. Η οικογένεια της έζησε μια τραγωδία [δολοφονία Παύλου Μπακογιάννη]. Δεν δικαιούται, όμως, να εμφανίζεται σε ρόλο τιμητή και να δίνει μαθήματα δημοκρατικής συμπεριφοράς η συντηρητική παράταξη.
Την περίοδο που ήταν στην κυβέρνηση [1974-1981 και 1990-1993] απέτυχε παταγωδώς στο επιχειρησιακό πεδίο. Δεν έχει να παρουσιάσει ούτε μία επιτυχία στον τομέα της καταστολής, αντιθέτως χρεώνεται με πολλές γκάφες. Έσυρε στα δικαστήρια ανθρώπους που δεν είχαν καμία σχέση με την ένοπλη πάλη. Το μόνο «επιβαρυντικό» στοιχείο ήταν η ένταξη τους σε οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ή στον αντιεξουσιαστικό χώρο.
Δεκάδες πολίτες ταλαιπωρήθηκαν, διασύρθηκαν και κατηγορήθηκαν γιατί ήταν εκτός συστήματος. Δεν δίστασε, ακόμη, να συκοφαντήσει ιδεολογίες και παρατάξεις. Έφτασε στο σημείο να ενοχοποιήσει κομμάτια του ΠΑΣΟΚ και, δια δηλητηριωδών υπαινιγμών, να φωτογραφίσει ως αρχηγό της οργάνωσης τον Ανδρέα Παπανδρέου και ως υπαρχηγό τον Κώστα Λαλιώτη!
Οι εμμονές της ηγεσίας της Ν.Δ με τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ και με το κορυφαίο στέλεχος του Κινήματος μετατρέπονταν σε ισχυρές φήμες, πέρναγαν τον Ατλαντικό, έβρισκαν «θαλπωρή» στα γραφεία των μυστικών υπηρεσιών των Η.Π.Α, επέστρεφαν στην Αθήνα με τη μορφή έγκυρων πληροφοριών και έβλεπαν το φως της δημοσιότητας μέσα από τις φιλόξενες στήλες μεγάλων Μέσων Ενημέρωσης. Ακόμη και μετά την εξάρθρωση της 17ης Νοέμβρη οι θεωρίες περί συμμετοχής του ΠΑΣΟΚ δεν κατέρρευσαν.
Το πρώτο διάστημα συντηρήθηκε η φημολογία ότι «δεν είναι αυτή όλη η οργάνωση, κάτι άλλο κρύβεται από πίσω, κάποιοι φρόντισαν να εξαφανίσουν τα ίχνη που οδηγούσαν σε ανθρώπους του πράσινου συστήματος». Δεν προσκόμισαν ποτέ αποδείξεις, ούτε καν ενδείξεις, αλλά αυτό δεν τους πτόησε. Συνέχισαν να «ψιθυρολογούν» κατά του ΠΑΣΟΚ, κυρίως επειδή η προδρομική οργάνωση του κόμματος, το ΠΑΚ, είχε ταχθεί υπέρ της ένοπλης αντίστασης την εποχή της στρατιωτικής δικτατορίας.
Ένα από τα θύματα των κυβερνήσεων της Ν.Δ, αλλά και του ΠΑΣΟΚ, ήταν ο Γιάννης Σερίφης– σταθερά στην πρώτη θέση του καταλόγου των υπόπτων. Δικάστηκε αρκετές φορές. Σε αρκετές δίκες προσήλθαν ως μάρτυρες υπεράσπισης στελέχη της Αριστεράς, αλλά και του ΠΑΣΟΚ, ενώ συνήγορος του σε κάποια φάση ήταν ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος. Αθωώθηκε σε όλες τις περιπτώσεις.
Το έτερο θέμα που προκάλεσε μεγάλες συζητήσεις την εποχή της δίκης της 17ης Νοέμβρη ήταν η νομική περιγραφή των ενεργειών της. Το ερώτημα ήταν το εξής: πρόκειται για πολιτικά εγκλήματα ή για εγκλήματα του κοινού Ποινικού Δικαίου; Υπέρ της πρώτης εκδοχής κατέθεσαν στο δικαστήριο και αρθρογράφησαν στον Τύπο πολιτικοί από διάφορους χώρους, επιστήμονες και ειδικοί που αποδοκίμαζαν τις πρακτικές της συγκεκριμένης ομάδας. Ήταν, μ’ άλλα λόγια, υπεράνω υποψίας για συγχρωτισμό με την τρομοκρατία.
Η άποψη τους ήταν [σε αδρές γραμμές] ότι η 17Ν δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια συμμορία πλιατσικολόγων, αλλά ως μια οργάνωση με πολιτικούς στόχους που είχε διαπράξει δολοφονίες. Η τρομοκρατία είναι πολιτικό φαινόμενο και όχι ποινικό. Το δικαστήριο είχε διαφορετική γνώμη. Προφανώς όμως η συζήτηση ήταν θεσμικά επιτρεπτή, πολιτικά νομιμοποιημένη και βεβαίως παραμένει ανοικτή, τουλάχιστον στο εσωτερικό της επιστημονικής κοινότητας.
Κοντολογίς: Δεν είναι αθέμιτο να μπαίνει στη δημόσια σφαίρα το θέμα της τρομοκρατίας, έστω κι αν τα κίνητρα των εμπνευστών είναι στενά εκλογικά. Άλλωστε, παραλλαγές του φαινομένου υπάρχουν και στις μέρες μας. Η συζήτηση, όμως, πρέπει να διεξάγεται με σοβαρότητα και όχι με διάθεση δαιμονοποίησης κομμάτων και ιδεολογιών.
[sc:Πηγή id=”http://www.aixmi.gr/index.php/dora-dikaioutai-namilaei-gia-tromokratia/” ]