Σύμφωνα με το Economist Intelligence Unit (του Economist), υπάρχουν 40% πιθανότητες να διαλυθεί η ευρωπαϊκή νομισματική ένωση μέσα στην επόμενη διετία. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, οι επιπτώσεις θα ήταν τρομερές για τα κράτη και τις επιχειρήσεις της ευρωζώνης.
Όμως τι ακριβώς θα συνέβαινε σε μια τέτοια περίπτωση;
Η οικονομική παραγωγή της ευρωζώνης συνολικά, θα μειώνονταν κατά 10%, και ίσως μέχρι και 25%. Αυτό θα ήταν απόρροια της γενικευμένης τραπεζικής κατάρρευσης, αλλά και των πτωχεύσεων του επιχειρηματικού τομέα, κάτι που δεν είδαμε όταν κατέρρευσε η Lehman Brothers το 2008.
Η νομική αβεβαιότητα θα έπληττε τα περισσότερα εμπορικά συμβόλαια μεταξύ κρατών και επιχειρήσεων.
Οι αλυσίδες προμηθειών στην Ευρώπη, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο θα έσπαζαν βίαια (δείτε τι έγινε με την παγκόσμια παραγωγή αυτοκινήτων μετά τον σεισμό του περασμένου Μαρτίου στην Ιαπωνία).
Η βιομηχανική παραγωγή στις χειρότερο πληγείσες χώρες θα συνθλίβονταν.
Τα φορολογικά έσοδα θα έκαναν βουτιά, τα επιχειρηματικά κέρδη θα εξαφανίζονταν εν μία νυκτί, και θα σημειώνονταν εκατομμύρια απολύσεις εργαζομένων.
Τα δημόσια χρέη, που αποτελούν και τον πυρήνα της τρέχουσας κρίσης θα αυξάνονταν κατακόρυφα.
Η ανεργία θα σκαρφάλωνε σε πάνω από 20% σε πολλές χώρες, και ίσως να άγγιζε το 50% σε αυτές που θα υπέφεραν τα χειρότερα.
Θα έπρεπε να εφαρμοστούν έλεγχοι κίνησης κεφαλαίων, για να αποφευχθεί η ακραία υποτίμηση νομισμάτων.
Η ΕΚΤ, αν θα συνέχιζε να υπάρχει, δεν θα είχε άλλη επιλογή από το να τυπώσει χρήμα, έτσι ώστε να συνεχίσει το δημόσιο να πληρώνει μισθούς, και να συνεχίσουν να διατίθενται κάποιες βασικές υπηρεσίες από τα κράτη της ευρωζώνης.
Αν λοιπόν διαλυθεί η ευρωζώνη, όλα τα παραπάνω θα γίνουν, και ίσως θα ξεπεραστούν με τον καιρό, και ίσως η παραγωγή να ανακάμψει, όμως θα χρειαστούν πάρα πολλά χρόνια για να επανέλθει η Ευρώπη στα επίπεδα διαβίωσης που ίσχυαν πριν από την κρίση. Στο τέλος, το κράτος θα παίζει ακόμη μεγαλύτερο ρόλο στην οικονομία, και οι περισσότερες τράπεζες και επιχειρήσεις θα τεθούν υπό τον έλεγχο του δημοσίου.
Τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη θα επέστρεφαν στα εθνικά νομίσματα που είχαν πριν από το 1999. Η αξία αυτών των νομισμάτων είναι δύσκολο να υπολογιστεί μετά από μια διάλυση της ευρωζώνης, ειδικά αν ληφθούν υπόψη οι έλεγχοι του κεφαλαίου, οι πτώσεις τιμών των περιουσιακών στοιχείων, και οι αυξήσεις του κόστους δανεισμού για κάποιες χώρες και οι μειώσεις για άλλες, που θα επέλθουν.
Αν υποτεθεί ότι τα νέα νομίσματα θα ανταλλάσσονται ελεύθερα, θα δούμε υποτιμήσεις και υπερτιμήσεις πέραν της λογικής αξίας τους, μέσα σε μικρό διάστημα. Σε βάθος χρόνου, οι ισοτιμίες θα καθορίζονται από παράγοντες όπως είναι οι δημοσιονομικές ανισορροπίες, οι τάσεις πληθωρισμού, και το μισθολογικό κόστος. Πολλά νομίσματα, είναι λογικό ότι θα σημειώσουν σημαντική υποτίμηση, σε σχέση με την σημερινή τους ισοτιμία έναντι του ευρώ. Ένα νέο ελληνικό νόμισμα θα χάσει τουλάχιστον τα 2/3 της αξίας του. Στις Πορτογαλία και Ισπανία, μάλλον θα δούμε υποτίμηση της τάξης του 40-50%, και 30-40% αντίστοιχα. Στην Ιρλανδία και στην Ιταλία, η υποτίμηση θα είναι περίπου 20-30%.
Σε περίπτωση πλήρους διάλυσης της ευρωζώνης, κάποιες χώρες θα ζήσουν υποτιμήσεις μικρού μεγέθους (0-20%) Οι μόνες χώρες που θα δουν τα νομίσματα τους να αυξάνουν σε αξία θα είναι η Γερμανία, η Ολλανδία, η Φιλανδία, και η Αυστρία. Στην περίπτωση της Γερμανίας, το νόμισμά της μπορεί να πάρει μέχρι και 10-20% επιπλέον αξίας, ίσως και πολύ περισσότερο.
Όσον αφορά στον τραπεζικό τομέα, ελάχιστες θα είναι οι ευρωπαϊκές τράπεζες που θα επιβιώσουν με την σημερινή τους μορφή. Όσο θα πλησιάζει η διάλυση, τόσο θα αυξάνονται οι αποσύρσεις των καταθέσεων, αφού όλοι θα φοβόντουσαν την επερχόμενη υποτίμηση του νέου νομίσματος.
Θα ακολουθούσαν μαζικές χρεοκοπίες, που θα φόρτωναν τις κυβερνήσεις με νέα δυσβάσταχτα οικονομικά βάρη που θα επιτάχυναν τις μερικές αλλά και τις ολικές χρεοκοπίες κρατών.
Αυτή η εξέλιξη θα μεταδίδονταν σε ολόκληρο τον κόσμο, και όλοι όσοι θα είχαν χρέος σε ευρώ στα χέρια τους, θα έσπευδαν να ζητήσουν κρατική βοήθεια, ρίχνοντας τις αξίες των περιουσιακών στοιχείων, και προκαλώντας κρίση σε όλους τους δανειστές, άσχετα με το που βρίσκονται γεωγραφικά και με το αν έχουν άμεσα ανοίγματα απέναντι στο ευρώ.
Κάποια κράτη θα επέλεγαν να πάρουν υπό τον έλεγχό τους τα υποκαταστήματα των τραπεζών που ανήκουν σε όσες έχουν έδρα τις πληγείσες χώρες, προκαλώντας αφαίμαξη κεφαλαίων αλλά και μακροχρόνιες δικαστικές διαμάχες.
Στις χώρες πρώην μέλη της ευρωζώνης, οι συναλλαγματικοί έλεγχοι και οι έλεγχοι κεφαλαίων θα συνοδεύονταν με πάγωμα των αναλήψεων και των καταθέσεων για κάποιο διάστημα.
Τα κρατικοποιημένα τραπεζικά ιδρύματα θα υφίσταντο βαθιές αναδιαρθρώσεις και κάποιες πρώην μεγάλες τράπεζες θα κατακερματίζονταν σε μικρότερα κομμάτια. Οι περισσότερες θα κατέληγαν είτε σε ουδέτερες οντότητες, σχεδιασμένες να ξεφορτωθούν κάποια τοξικά προϊόντα, είτε σε κρατικά ελεγχόμενες και περιοριζόμενες να λειτουργούν στην εσωτερική αγορά.
Ακόμη και οι ασιατικές οικονομίες θα υφίσταντο σοβαρά προβλήματα, σε περίπτωση διάλυσης της ευρωζώνης. Και αυτό εξαιτίας της μεγάλης εξάρτησής τους από τις εξαγωγές.
Η Ινδία, η Ινδονησία, και η Κίνα θα ξεχώριζαν. Η κινεζική οικονομία θα συρρικνώνονταν για ένα τουλάχιστον τρίμηνο , πριν μπορέσει να αντιδράσει η κυβέρνηση.
Κάποιες ασιατικές χώρες, όπως η Κίνα, έχουν την δυνατότητα να αντέξουν σε μείωση της εξωτερικής ζήτησης μέσω νομισματικών και δημοσιονομικών πολιτικών, εφόσον η δημοσιονομική τους κατάσταση είναι καλή.
Αυτό όμως που δεν θα μπορεί να αποφευχθεί θα είναι η ύφεση, και μάλιστα βαθιά. Ευτυχώς για την Ασία, οι τράπεζές της δεν είναι κατά πολύ εξαρτημένες από την εξωτερική χρηματοδότηση, προκειμένου να λειτουργούν. Θα πρέπει όμως να περιορίσουν τους δανεισμούς τους , ανταποκρινόμενες στην αναπόφευκτη πτώση της αξίας των περιουσιακών τους στοιχείων.
Economist Intelligence Unit
Απόδοση: S.A.