Η ΕΚΤ έχει μειώσει το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης δυο φορές από τις αρχές Νοεμβρίου στο 1% από 1,50% και δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι μια ακόμη μείωση είναι στα χαρτιά για επόμενους μήνες.
Άλλες κεντρικές τράπεζες έχουν επίσης προχωρήσει σε μειώσεις επιτοκίων το τελευταίο εξάμηνο η διαμηνύσει, όπως η Fed, ότι θα διατηρήσουν τα παρεμβατικά επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα επί μακρόν.
Θεωρητικά, η μείωση των ονομαστικών παρεμβατικών επιτοκίων κοντά στο μηδέν εξασκεί μεγαλύτερη πίεση στα πιο βραχυπρόθεσμα επιτόκια της αγοράς.
Η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας ήταν η πρώτη που εφάρμοσε την πολιτική των μηδενικών επιτοκίων, γνωστή ως ΖΙRP, κατεβάζοντας το ονομαστικό επιτόκιο στο 0%.
Όμως, υπάρχουν ενδείξεις από τις ΗΠΑ ότι η διατήρηση των παρεμβατικών επιτοκίων κοντά στο μηδέν επηρεάζει επίσης τις προσδοκίες των συμμετεχόντων στην αγορά επιδρώντας πτωτικά στα μακροπρόθεσμα επιτόκια.
Αυτό ισχύει ιδίως σε περιπτώσεις που η κεντρική τράπεζα δεν αρκείται απλώς στη μείωση των παρεμβατικών επιτοκίων κοντά στο μηδέν αλλά εφαρμόζει επίσης μη ορθόδοξες νομισματικές πολιτικές, π.χ. QE (ποσοτική χαλάρωση με αγορές κρατικών χρεογράφων κ.τλ.).
Η πολιτική των πολύ χαμηλών παρεμβατικών επιτοκίων αποβλέπει στη μείωση του κόστους δανεισμού των κυβερνήσεων και του ιδιωτικού τομέα.
Πράγματι, το κόστος δανεισμού των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Γερμανίας έχει υποχωρήσει κάτω από τον πληθωρισμό.
Επιπλέον, αρκετές ιδιωτικές επιχειρήσεις διατηρούνται εν ζωή αν και υπό διαφορετικές επιτοκιακές συνθήκες θα έπρεπε να βάλλου λουκέτο.
Όμως, αυτό σημαίνει ότι οι αγοραστές χάνουν λεφτά είτε γιατί η απόδοση τους είναι χαμηλότερη από τον πληθωρισμό είτε γιατί είναι χαμηλότερη από το πιστωτικό ρίσκο που αναλαμβάνουν.
Με τις μνήμες από τις συνέπειες της κατάρρευσης της Lehman Brothers και ακόμη πιο πρόσφατα της MF Global να είναι νωπές, τα χαμηλά έως μηδενικά επιτόκια μερικών κεντρικών τραπεζών έρχονται να υπενθυμίσουν δυο πράγματα.
Πρώτον, τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού και δεύτερον τους κινδύνους από την κατάσταση διαφόρων χρηματοοικονομικών οντοτήτων.
Οι πιο προβληματισμένοι πάνε ένα βήμα παραπάνω, θεωρώντας ότι η πολιτική των μηδενικών ή τουλάχιστον πολύ χαμηλών επιτοκίων σε συνδυασμό με την εφαρμογή της πολιτικής ποσοτικής χαλάρωσης δεν μπορεί παρά οδηγήσει αργότερα σε έξαψη του πληθωρισμού.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η πολιτική των πολύ χαμηλών επιτοκίων δεν είναι η ιδανική για τους επενδυτές.
Φυσικά, δεν είναι όλοι στην ίδια βάρκα.
Μερικοί έχουν τοποθετηθεί προ πολλού στο χρυσό, ανησυχώντας αφενός για την ασφάλεια των χρημάτων τους βραχυπρόθεσμα και αφετέρου τον πληθωρισμό πιο μεσομακροπρόθεσμα.
Άλλοι προτιμούν τις μετοχές εταιρειών που έχουν μεγάλες ταμειακές ροές και υψηλή μερισματική απόδοση.
Οι πιο πλούσιοι έχουν προχωρήσει σε διαφοροποίηση χαρτοφυλακίου μέσω έργων τέχνης, real estate κ.τλ.
Ακόμη, αν όντως ισχύει ότι τα πολύ χαμηλά επιτόκια οδηγούν σε αύξηση της αποταμίευσης αντί αύξησης της κατανάλωσης όπως ισχυρίζεται ο Bill Gross της PIMCO, οι χαράσσοντες πολιτική θα έπρεπε να ξανασκεφθούν την ZIRP.
Ίσως τελικά, η αύξηση των επιτοκίων να μην είναι τόσο άσχημη ιδέα όσο ακούγεται.
Dr. Money