Εισπρακτικές εταιρίες: τι ισχύει, τι θα έπρεπε να ισχύει και τι πρέπει να προσέχουν οι δανειολήπτες

Βίκτωρας Τσιαφούτης

Οι πρόσφατες αρνητικές εξελίξεις στον τομέα των κόκκινων δανείων, σε συνδυασμό με τις ολοένα αυξανόμενες καταγγελίες των καταναλωτών, διατηρούν ζωντανή τη συζήτηση σχετικά με τη λειτουργία των εταιριών ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις (γνωστών και ως εισπρακτικών εταιρειών). Το άνοιγμα της αγοράς δανείων με το Ν.4354/2015, ο νέος – ευνοϊκός για τις τράπεζες – Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, το απαράδεκτο πλαίσιο “προστασίας” της κύριας κατοικίας που θέσπισε ο Ν.4605/2019 και φυσικά ο διακηρυγμένος στόχος μείωσης των κόκκινων δανείων και η συνακόλουθη ραγδαία αύξηση των πλειστηριασμών, έχουν αυξήσει κατακόρυφα την πίεση που ασκείται στους δανειολήπτες, μεταξύ άλλων και από τις εισπρακτικές εταιρίες.

Η λειτουργία των εταιριών αυτών ρυθμίζεται από το Ν.3758/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με το Ν.4038/2012. Ως προς την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες, ο νόμος προβλέπει ότι δεν έχουν δικαίωμα να καλούν πριν περάσουν 10 μέρες από όταν έγινε ληξιπρόθεσμο το χρέος, ενώ υποχρεούνται να καλούν όχι πάνω από μία φορά ανά δύο ημέρες, μόνο τις εργάσιμες ημέρες και μεταξύ των ωρών 9:00 πμ έως 20:00 μμ.

Απαγορεύονται οι κλήσεις με απόκρυψη, δηλαδή πρέπει να εμφανίζεται ο τηλεφωνικός αριθμός κλήσης, ενώ ο υπάλληλος της εταιρείας πρέπει να αναφέρει α) το ονοματεπώνυμό του, β) την ιδιότητά του, γ) την επωνυμία της εταιρείας, δ) τον αριθμό μητρώου με τον οποίο έχει καταχωρηθεί στο αρμόδιο Υπουργείο, ε) το σκοπό της επικοινωνίας, στ) το γεγονός ότι η κλήση καταγράφεται και τα στοιχεία διατηρούνται για 1 έτος. Στη συνέχεια καταστρέφονται, εκτός αν ζητήσει τη διατήρησή τους ο οφειλέτης ή η Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, οπότε και πρέπει να παρασχεθούν εντός 10 ημερών. Τα αρχεία αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον των οφειλετών.

Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι οι εισπρακτικές εταιρίες απαγορεύεται να προβαίνουν σε τηλεφωνικές απειλές, προσβολές, παραπλανητική πληροφόρηση κτλ, να δυσφημίζουν τους οφειλέτες στο οικογενειακό ή εργασιακό τους περιβάλλον ή να απειλούν ότι θα το κάνουν, να ενοχλούν τα οικεία τους πρόσωπα καθώς και να καλούν στην εργασία, εκτός αν το τηλέφωνο εργασίας είναι το μοναδικό που έχει δηλώσει ο οφειλέτης για επικοινωνία.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι οφειλέτες έχουν δύο βασικές αιτίες: πρώτον, οι εισπρακτικές εταιρίες (και τα δικηγορικά γραφεία που λειτουργούν ως εισπρακτικές) παραβιάζουν συστηματικά τη νομοθεσία και δεύτερον, το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο κρίνεται ανεπαρκές και χρήζει σοβαρών τροποποιήσεων με σκοπό την προστασία των οφειλετών.

Ως προς το πρώτο ζήτημα, σημειώνεται ότι οι ενώσεις καταναλωτών λαμβάνουν ολοένα και περισσότερες καταγγελίες σχετικά με τη δράση των εισπρακτικών εταιριών και των δικηγορικών γραφείων. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΚΠΟΙΖΩ, οι εταιρίες αυτές συχνά επικοινωνούν με τους δανειολήπτες περισσότερες από μία φορά ανά δεύτερη μέρα, τους καλούν με απόκρυψη, δε δηλώνουν το ονοματεπώνυμο και την ιδιότητά τους ή ότι η συνομιλία καταγράφεται, ασκούν εναντίον του δανειολήπτη ή της οικογένειάς του ψυχολογική πίεση και συμπεριφέρονται με προσβλητικό και υποτιμητικό τρόπο, ενώ καταγγέλλεται ότι ενοχλούν πρόσωπα της οικογένειας του οφειλέτη ή καλούν ακόμα και στο χώρο εργασίας. Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις τα πρόσωπα που καλούν εμφανίζονται κατά την επικοινωνία με ιδιότητες που δεν διαθέτουν, όπως αυτή του δικηγόρου, ενώ είναι υπάλληλοι.

Όπως, όμως, αναφέρθηκε, ούτε η σχετική νομοθεσία είναι αποτελεσματική, υπό το πρίσμα προστασίας των οφειλετών. Καταρχάς, η επικοινωνία μέχρι μία φορά ανά δύο ημέρες κρίνεται ιδιαίτερα συχνή, ενώ θα έπρεπε να απαγορεύεται κατά τη διάρκεια του μεσημεριού. Περαιτέρω, είναι απαραίτητο να τεθούν πιο συγκεκριμένοι και αυστηρότεροι κανόνες δεοντολογίας. Κυρίως, όμως, το πεδίο εφαρμογής του νόμου πρέπει να διευρυνθεί, ώστε να περιλαμβάνει ρητά και τα δικηγορικά γραφεία που λειτουργούν ως εισπρακτικές εταιρίες. Η άποψη του γράφοντα είναι ότι και υπό την ισχύουσα διατύπωση τα δικηγορικά γραφεία αυτά περιλαμβάνονται, ωστόσο η κρατούσα άποψη είναι η αντίθετη και ακριβώς το κενό αυτό είναι που εκμεταλλεύονται, ώστε να δρουν στην ουσία ανεξέλεγκτα.

Ο Βίκτωρας Τσιαφούτης είναι δικηγόρος και νομικός σύμβουλος της ΕΚΠΟΙΖΩ (Ένωση Καταναλωτών Ποιότητα Ζωής)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *