Oι υφέσεις και οι φούσκες στην αγορά κατοικίας τείνουν να είναι σφοδρότερες και να διαρκούν περισσότερο όταν έχει προηγηθεί μεγάλη αύξηση του χρέους των νοικοκυριών, αναφέρει σε έκθεσή του το ΔΝΤ.
Τα χαρακτηριστικά αυτά παρουσιάζει και η κρίση που ξέσπασε το 2007, εκτιμά το ταμείο, σημειώνοντας ότι το μέγεθος της ύφεσης δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο από την πτώση των τιμών και τις τραπεζικές κρίσεις, αλλά κι από τη σύνδεσή τους με την αύξηση της μόχλευσης που είχε προηγηθεί.
Την πενταετία πριν από την ύφεση του 2007, το χρέος των νοικοκυριών ως προς το εισόδημα αυξήθηκε σε ιστορικά υψηλά επίπεδα τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και σε ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες. Ωστόσο, το μέγεθός του δεν είχε γίνει τόσο φανερό γιατί καλυπτόταν από τη φούσκα στην αγορά κατοικίας.
Η πτώση των τιμών των κατοικιών αύξησε το χρέος των νοικοκυριών ως προς την περιουσία τους και η ταυτόχρονη μείωση του εισοδήματος κατέστησε δύσκολη την εξυπηρέτησή του.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, κατά το ξέσπασμα αυτών των κρίσεων, οι μακροοικονομικές πολιτικές όπως η νομισματική χαλάρωση και οι δημοσιονομικές μεταβιβάσεις μέσα από ένα κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας, είναι κομβικής σημασίας για την ανάσχεση της ύφεσης.
Η μεταφορά εισοδήματος στα άνεργα νοικοκυριά από τις σκανδιναβικές κυβερνήσεις τη δεκαετία του 1990, βοήθησε την αποπληρωμή των δανείων.
Ωστόσο, με βάση την έκθεση του ΔΝΤ, υπάρχουν όρια στη δράση των μακροοικονομικών πολιτικών, ιδίως αν το χρέος ενός κράτους είναι υψηλό.
Αντίθετα, εκτιμάται ότι μπορούν να εφαρμοστούν εξειδικευμένα προγράμματα αναδιάρθρωσης του χρέους των νοικοκυριών, όπως αυτά που εφαρμόζονται στην Ισλανδία και εφαρμόστηκαν στις ΗΠΑ το 1930, τα οποία μειώνουν τις χρεοκοπίες και τις κατασχέσεις και βοηθούν την αποπληρωμή των χρεών.
Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Φραγκλίνος Ρούσβελτ, προχώρησε στη συγκρότηση ειδικού οργανισμού για τα στεγαστικά δάνεια, ο οποίος αγόρασε και αναδιάρθρωσε ένα στα πέντε ενυπόθηκα δάνεια.
Στην Ισλανδία, οι τράπεζες πείστηκαν να κόψουν τα δάνεια στο 110% της αξίας της περιουσίας των δανειοληπτών, ενώ οι πληρωμές προσαρμόστηκαν στις οικονομικές δυνατότητες των νοικοκυριών.
Τα προγράμματα αυτά, υπογραμμίζει το ΔΝΤ, βοηθούν στην αποτροπή ενός φαύλου κύκλου πτώσης των τιμών στην αγορά κατοικίας και συνολικής ζήτησης.
Προειδοποιεί, ωστόσο, ότι η επιτυχία των προγραμμάτων αυτών εξαρτάται από τον προσεκτικό σχεδιασμό.
Τα πολύ περιοριστικά κριτήρια καταλληλότητας μπορεί να περιορίσουν την αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων, ενώ τα υπερβολικά διευρυμένα προγράμματα ενδέχεται να έχουν αρνητικά αποτελέσματα στην κατάσταση του χρηματοπιστωτικού τομέα.